Είναι σήμερα απόλυτα θεμελιωμένο και ευρύτερα αποδεκτό
ότι οι σύγχρονες κοινωνίες ευημερούν, προοδεύουν και εξελίσσονται στη βάση
αξιοποίησης των ορυκτών πρώτων υλών που διαθέτουν. Τόσο σε σχέση με το
αναπτυξιακό όφελος που προκύπτει από την πλουτοπαραγωγική τους αξία, όσο και
από το γεγονός των πολλών χρήσεων που έχουν στην καθημερινή ζωή. Αυτό βέβαια
προϋποθέτει αναζήτηση, εντοπισμό και οικονομοτεχνική εκτίμηση των «εν δυνάμει»
κοιτασματολογικών πηγών, σε συνδυασμό με την αποθεματική προοπτική που διαμορφώνεται
από το εκάστοτε γεωλογικό περιβάλλον. Οι γεωεπιστήμονες καλούνται κάθε φορά να
βρουν απαντήσεις σε πολλά και συχνά πολύπλοκα ερωτήματα. Γιατί βρίσκονται οι
μεταλλοφορίες εκεί που εμφανίζονται; Γιατί είναι εμπλουτισμένες στα
συγκεκριμένα μέταλλα; Γιατί κάποιες είναι πλουσιότερες και άλλες είναι
φτωχότερες; Σε ποιο κοιτασματολογικό τύπο ανήκουν και πως κατατάσσονται από
πλευράς αποθεματικού δυναμικού;Ποια μεθοδολογικά και άλλα εργαλεία μπορούν να
αναδειχθούν με πρακτικό ενδιαφέρον και αξία αλλά και εφαρμογή στην
κοιτασματολογική έρευνα;
Σε προηγούμενα δημοσιευμένο αγγλόγλωσσο κείμενο περιγράφονται, αναλύονται και αξιολογούνται οι τρέχουσες εξελίξεις αλλά και οι
μελλοντικές προβλέψεις στην γεωεπιστήμη της κοιτασματολογικής έρευνας και της
οικονομικής γεωλογίας. Είναι γεγονός ότι η κοιτασματολογική έρευνα αποτελεί
διαχρονικά μια δραστηριότητα και ένα έργο με σημαντικό κόστος και μεγάλη
χρονική διάρκεια ως προς το τελικό αποτέλεσμα, με αποτέλεσμα να εντάσσεται στην
κατηγορία υψηλού επενδυτικού ρίσκου. Για το λόγο αυτό η παρουσία της μειώνεται γενικά
σε περιόδους ύφεσης της μεταλλευτική βιομηχανίας. Η σύμφωνη, συμπαθητική, και
συνάμα νομοτελειακή σχέση μεταξύ μεταλλευτικής κρίσης και φθίνουσας
κοιτασματολογικής έρευνας έχει από την άλλη πλευρά επιπτώσεις στην διασφάλιση αποθεμάτων,
την παραγωγική σταθερότητα και την
λειτουργική βιωσιμότητα πολλών ενεργών
μεταλλείων.
Μέσα στις βασικές προτεραιότητες των γεωεπιστημονικών
προγραμμάτων έρευνας και καινοτομίας στόχος είναι σήμερα η διαφοροπίηση και ανατροπή
της προαναφερόμενης σχέσης που λειτουργεί αρνητικά και σε βάρος της
κοιτασματολογικής έρευνας. Αυτό γίνεται σε τρεις βασικές κατευθύνσεις,
·
Μελέτη, επαναπροσδιορισμός και επανερμηνεία μεταλλογενετικών μοντέλλων,
σημαντικών από πλευράς δυναμικού και περιεχόμενων μετάλλων, κοιτασματολογικών
τύπων,
·
Εντατικοποίηση κοιτασματολογικής έρευνας
σε ιστορικές μεταλλευτικές περιοχές (γνωστές σαν brownfields) ή στο περιβάλλον
ενεργών μεταλλείων, με δεδομένο ότι το κόστος αναμένεται να είναι χαμηλότερο λόγω
ύπαρξης μεγάλου αριθμού υφιστάμενων στοιχείων,
·
Κοιτασματολογική έρευνα με στόχο τον
εντοπισμό μεταλλοφόρων σωμάτων σε βαθύτερα τμήματα στο περιβάλλον ιστορικών και
ενεργών μεταλλείων, μέσα από την ανάπτυξη και εφαρμογή νέων καινοτόμων
τεχνολογιών γεωφυσικής διασκόπισης και τρισδιάστατων διαδραστικών και ολιστικών
γεωλογικών και μεταλλογενετικών μοντέλλων.
Στον πλανήτη και στην Ευρώπη πολλές χώρες προωθούν ήδη
και βρίσκονται σε μια πορεία προγραμματικών επιλογών αποδοχής και εφαρμογής των
νέων κατεύθυνσεων «έξυπνης» κοιτασματολογικής
έρευνας. Ξεπερνούν το πρόσφατο «χαμηλό μεταλλευτικό βαρυτομετρικό», βαδίζουν
στο αντίθετο ρεύμα και στρέφονται στην αύξηση του αποθεματικού δυναμικού του
ορυκτού τους πλούτου. Μεταξύ αυτών οι χώρες της βορειας Ευρώπης και της
Ιβηρικής, η Ιρλανδία, η Πολωνία και άλλες.
Στην Ελλάδα η περιοχή της ΒΑ Χαλκιδικής και του
μεταλλευτικού χώρου Ολυμπιάδας-Βάρβαρας-Σκουριών συνδυάζει διαχρονικά την
παρουσία αρχαίων, ιστορικών και ενεργών μεταλλείων και έχει όλα τα
χαρακτηριστικά μιας περιοχής brownfield, με δυναμικό και έντονο το κοιτασματολογικό
ενδιαφέρον για εντοπισμό νέων αποθεμάτων με έξυπνες και αποτελεσματικές
γεωεπιστημονικές παρεμβάσεις. Όπως έχει αναφερθεί και στο παρελθόν, «έξυπνη»
βαθύτερα προσανολισμένη κοιτασματολογική έρευνα (Smart Deep Exploration) στις περιοχές
Ολυμπιάδας-Βίνας-Ζέπκου, Πιάβιτσας-Βαρβάρας και Φισώκας-Σκουριών-Τσικάρας είναι
σε θέση να αλλάξει θεαματικά τα σημερινά δεδομένα. Βάζοντας δηλαδή κάνεις στο
«γεωλογικό τραπέζι» αυτά που γνωρίζει μέχρι τώρα, οι κοιτασματολογικές τάσεις
που καταγράφονται είναι θετικές και υπάρχει αισιοδοξία για ανοδική αποθεματική
διάσταση, αλλά βέβαια τίποτα από αυτά δεν ισχύει πριν το τελικό αποτέλεσμα.
Και
βέβαια μέσα από αυτλη την εξέλιξη και διαδικασία που ο οικονομικός γεωλόγος καλείται να τολμήσει να απαντήσει σε ερευνητικές προκλήσεις, να αναζητήσει το
καινούριο, να πάρει το ρίσκο μιας ενδεχόμενης αποτυχίας, να δοκιμάσει μια
«αφηρημένη-περιθωριακή» ερμηνεία, ένα επαναστατικό μοντέλλο. Πόσο βαθύτερα
συνεχίζουν τα μεταλλοφόρα σώματα στην Ολυμπιάδα; Εκτείνονται τα συμπαγή
πολυμεταλλικα θειούχα κοιτάσματα Ολυμπιάδας νοτιότερα στις περιοχές Βίνας και
Ζέπκου; Υπάρχουν περισσότερα συμπαγή πολυμεταλλικα θειούχα κοιτάσματα στο ρήγμα
Στρατωνίου-Βαρβάρας; Πόσο πιθανό είναι να βρεθεί πορφυρικό κοίτασμα
χαλκού-χρυσού σαν αυτό στις Σκουριές, βορειοανατολικότερα στη Φισώκα ή
νοτιοδυτικότερα στη Τσικάρα; Υπάρχουν
ανθρακικά πετρώματα σε βαθύτερα τμήματα των πορφυρικών κοιτασμάτων στις
Σκουριές και αλλού, με δυνατή την παρουσία πλουσιότερων μεταλλοφόρων σωμάτων
τύπου Ολυμπιάδας ; Φτάνει η ενθαρρυντική παρουσία τρισδιάστατης απεικόνισης
μιας γεωφυσικής ανωμαλίας για τον χαρακτηρισμό μιας περιοχής σε στόχο υψηλού
κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος; Ποιος είναι ο σωστότερος και
αποτελεσματικότερος τρόπος στρατηγικής διαχείρισης μιας τέτοιας πηροφορίας;
Μπορούν τα στοιχεία, οι ενδείξεις και οι εφαρμογές που προκύπτουν από τα
πορφυρικά συστήματα της ΒΑ Χαλκιδικής να αξιοποιηθούν και να χρησιμποιηθούν στην
«νέα» κοιτασματολογική έρευνα αντίστοιχων συστημάτων στο Κιλκίς, και αλλού στην
κεντροανατολική Μακεδονία και τη Θράκη;
Πολλά ερωτήματα και νέες ερευνητικές προκλήσεις. Βατές
και εφικτές οι προσεγγίσεις και το τελικό αποτέλεσμα. Αρκεί να υπάρχουν
αντικειμενική γνώση και επιστημονικό τεκμήριο, στρατηγικό σχέδιο με στόχους,
περιεχόμενο και μεθοδολογία, αλλά πάνω από όλα να κυριαρχεί η αναζήτηση και
εφαρμογή της κοινοτομίας και η εμπιστοσύνη σε ένα διαφορετικό και νέο τρόπο
γεωλογικής σκέψης. Λειτουργική προϋπόθεση και απαραίτητος συντελεστής για την πραγματοποίηση
«έξυπνης» κοιτασματολογικής έρευνας είναι η επενδυτική παρουσία ευέλικτης, και ταυτόχρονα ικανής, διορατικής
και συχνά εναλλακτικής μεταλλευτικής επιχειρηματικότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου