Είναι
γεγονός και αποδεικνύεται εύκολα ότι οι επενδύσεις αξιοποίησης των ορυκτών
πρώτων υλών βρίσκονται στο οικονομικό και αναπτυξιακό επίκεντρο της Ευρώπης. Η
νέα αυτή εποχή χαρακτηρίζεται από εντατικοποίηση της κοιτασματολογικής έρευνας
και εφαρμογή νέων καινοτόμων τεχνολογιών
λειτουργίας και παραγωγής, καθώς και την θέσπιση και τήρηση αυστηρών
περιβαλλοντικών κανόνων, και επιχειρησιακών επιλογών. Βασικό ζητούμενο είναι
όλα τα στάδια της εξορυκτικής διαδικασίας
να γίνονται με όρους βιώσιμης ανάπτυξης. Στην πορεία αυτή πρωταγωνιστικό
ρόλο παίζουν οι χώρες του ευρωπαϊκού βορρά με χαρακτηριστικά παραδείγματα την
Φινλανδία την Νορβηγία και την Σουηδία. Η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου είναι
καθοριστική στην σημερινή κατάταξη των χωρών αυτών σε θέσεις με τον υψηλότερο
βαθμό ευημερίας. Η Φινλανδία στην δεκαετία του 1970 ήταν μια χώρα με υψηλό
δείκτη ανεργίας με πολίτες που επέλεγαν την μετανάστευση. Η Σουηδία στο πρώτο
μισό της δεκαετίας του 1990 αντιμετώπισε
βαθειά οικονομική κρίση, στην ανάκαμψη της οποίας ιδιαιτέρα δυναμική ήταν η
παρουσία της μεταλλευτικής βιομηχανίας. Η κατάσταση στην Νορβηγία πριν 40
χρόνια δεν είχε καμιά σχέση με το βιοτικό επίπεδο της χώρας σήμερα. Τον ίδιο
δρόμο προσπαθούν σήμερα να χαράξουν και να βαδίσουν οι χώρες του νότου, όπως η
Ισπανία, και η Πορτογαλία ( 100 περίπου άδειες μεταλλευτικών ερευνών δόθηκαν
μέσα στο 2011), και της κεντροανατολικής Ευρώπης, όπως είναι η Ρουμανία, η
Πολωνία και η Βουλγαρία, με την ελπίδα η
επιλογή αυτή να αποτελέσει το βασικό εφαλτήριο και μοχλό νέας οικονομικής
δραστηριότητας και αναπτυξιακής επανεκκίνησης. Στο κατεύθυνση σημαντική συμβολή
έχουν πλέον οι νέες τεχνολογίες παραγωγής που αλλάζουν μέρα με τη μέρα τα
δεδομένα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της καινοτόμου μεταλλευτικής εποχής είναι
το μεταλλείο Αιτίκ στην βόρεια Σουηδία, όπου εξορύσσονται παράγονται οι
μεγαλύτερες σήμερα ποσότητες χαλκού και χρυσού στο κόσμο, από ένα μετάλλευμα με
περιεκτικότητες 0,15% και 0,18 γρ/τόνο, αντίστοιχα. Πριν από μερικές δεκαετίες
το «φτωχό» αυτό μετάλλευμα θα χαρακτηρίζονταν μάλλον στείρο απόβλητο παρά αξιοποιήσιμο υλικό. Εκπληκτικές λοιπόν
επιδόσεις, από εκπληκτικούς επιστήμονες που αναπτύσσουν και εφαρμόζουν
εκπληκτικές τεχνολογίες.
Το
μεταλλείο Talvivaara στην
Φιλανδία αφορά στην αξιοποίηση του κοιτάσματος νικελίου που φιλοξενείται στο υπέδαφος της περιοχής.
Κυρίαρχος μεταλλευτικός, παραγωγικός και οικονομικός στόχος είναι το νικέλιο,
ενώ σαν παραπροϊόν προκύπτει ουράνιο λόγω
της αυξημένης του παρουσίας στο αρχικό μετάλλευμα. Η ανάκτηση του
ουρανίου επιλέχθηκε στην πορεία τόσο για οικονομικούς και στρατηγικούς (η
Φιλανδία στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην πυρηνική ενέργεια που χρειάζεται το
ουράνιο σαν πρώτη ύλη), αλλά και περιβαλλοντικούς λόγους αφού διαφορετικά θα
κατέληγε στη λίμνη τελμάτων. Το
μεταλλείο ανήκει στη μικρής κλίμακας αυστραλιανή εταιρεία Dragon Mining. Το ατύχημα που συνέβη πρόσφατα οφείλεται στις
ισχυρές βροχοπτώσεις και πλημμυρικές καταστροφές που έπληξαν την περιοχή, αλλά
και σε άστοχους χειρισμούς απλών θεμάτων περιβαλλοντικής λειτουργίας και
διαχείρισης. Προφανώς, το ατύχημα δεν ήταν δυνατόν να αποφευχθεί, θα μπορούσε
όμως να περιορισθεί σημαντικά το μέγεθος των επιπτώσεων. Αυτός ήταν και ο λόγος
που οι αρμόδιες Φινλανδικές υπηρεσίες διέταξαν να σταματήσει άμεσα η λειτουργία
του μεταλλείου Talvivaara.
Πριν από μερικές ημέρες οι ίδιες υπηρεσίες αποφάσισαν την επαναλειτουργία του
μεταλλείου αφού η εξέλιξη των επιπτώσεων ελέγχεται τόσο στο επίπεδο
αντιμετώπισης όσο και σε αυτό της αποκατάστασης. Βιομηχανικά, μεταλλευτικά και
άλλα ατυχήματα έχουν συμβεί και στο παρελθόν και σίγουρα θα ξανασυμβούν στο
μέλλον. Βασικό ζητούμενο κάθε φορά είναι η έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση
τους. Η ύπαρξη κατάλληλου μηχανισμού διαχείρισης του κινδύνου από το αρχικό
στάδιο προληπτικών μέτρων, το ενδιάμεσο στάδιο παρεμβάσεων μείωσης και ελέγχου
των επιπτώσεων, μέχρι το τελικό πλήρους ανατροπής και αποκατάστασης. Το
παράδειγμα της Φινλανδίας, και παλαιότερα της Ισπανίας, Ρουμανίας, Ουγγαρίας,
αποδεικνύει ότι είναι σημαντικό να βρίσκεται σε πλήρη ετοιμότητα η εφαρμογή των
βέλτιστων διαθέσιμων κάθε φορά μηχανισμών, μεθοδολογιών και τεχνολογιών. Ακόμη
αποδεικνύεται η χρησιμότητα λειτουργίας συγκεκριμένου κανονιστικού πλαισίου
βάση του οποίου επιβάλλεται η τήρηση αυστηρών περιβαλλοντικών όρων. Τόσο η
Φινλανδία, όσο και η Σουηδία και Νορβηγία εξορρύσουν τα μεταλλεύματα τους,
αναπτύσσονται, λύνουν τα όποια προβλήματα δημιουργούνται, συνεχίζουν την
προοδευτική τους εξέλιξη και ευημερούν.
Αυτοί
που απερίσκεπτα βιάστηκαν να πανηγυρίσουν για το ατύχημα στο Talvivaara καλά είναι να θυμούνται ότι η μη οικολογική
Φινλανδία βρίσκεται μεταξύ των κορυφαίων χωρών σεβασμού του περιβάλλοντος και ποιότητας
ζωής, ενώ η οικολογικά ευαίσθητη Ελλάδα, και στις δύο περιπτώσεις μένει μάλλον «στάσιμη».
Πρόοδος και εξέλιξη παραμένουν για αυτούς στα αζήτητα. Αρκούνται να βλέπουν τα
τρένα να περνούν με το βλέμμα τους στραμμένο προς τα πίσω. Ούτε την διαδρομή
ενδιαφέρονται να ζήσουν. Στον μικροπολιτικό τους κόσμο πασχίζουν να
εμφανίζονται προοδευτικοί, αλλά το μόνο που τους νοιάζει είναι η συντήρηση και
η διατήρηση του κεκτημένου και της μαζικής προπαγάνδας με ότι αυτά
συνεπάγονται. Στον καθημερινό τους μικρόκοσμο επικρατεί η τοπικιστική ιδεολογία
των υπερπάντων βολεμένων και η λογική του προσωπικού συμφέροντος. Ποιες είναι
όμως αυτές οι ομάδες που εδώ και μερικά χρόνια παραπλανούν, «παραμυθιάζουν» και
«φλομώνουν» στο ψέματα και τις ανακρίβειες τους ανυποψίαστους πολίτες και την
κοινή γνώμη? Αφού στην πραγματικότητα δεν υφίστανται επιστημονικοί, οικολογικοί
και ιδεολογικοί λόγοι (τους ακυρώνουν άλλωστε οι ίδιοι που τους αλλάζουν σαν τα
«χαρτομάντιλα»), γιατί το κάνουν? Γιατί δυσφημίζουν, αλλοιώνουν την φυσιογνωμία
και εμποδίζουν την αναπτυξιακή πορεία της χώρας? Γιατί στρέφονται με τόσο
φανατισμό εναντίον των μεταλλευτικών επενδύσεων και επιμένουν να στείλουν στην
ανεργία τους χιλιάδες εργαζόμενους στα μεταλλεία? Γιατί κινδυνολογούν σε βάρος
της κοινής γνώμης για θέματα ανθρώπινης υγείας που δεν υπάρχουν? Και τελικά ποιοι
είναι οι αληθινοί «χρυσοθήρες»? Εύλογα ερωτήματα που πρέπει κάποτε να
απαντηθούν.
Και
βέβαια θεωρητικολογούν συχνά για μια άλλη ανάπτυξη. Ποια είναι όμως αυτή η
ανάπτυξη? Γιατί ακόμη και στην περίπτωση αυτή η πρακτική τους προσέγγιση είναι
στρεβλή. Για παράδειγμα τουρισμό εννοούν την μετατροπή των ακτών και της
γειτονικής ενδοχώρας σε μια ατελείωτη αλυσίδα
οικισμών και τσιμεντουπόλεων στη βάση ιδιοκτησιακών συμφερόντων και
καταπάτησης ευθραύστων οικοσυστημάτων. Και φυσικά ούτε λόγος να γίνεται για το
γεγονός ότι σε παγκόσμιο επίπεδο το 25% περίπου του πληθυσμού της γης
υπερσυγκεντρώνεται και κατοικεί σε παραθαλάσσια αστικά κέντρα με αποτέλεσμα το
παράκτιο περιβάλλον να δέχεται 3 φορές εντονότερες πιέσεις και επιβαρύνσεις από
τα καθαρά ηπειρωτικά τμήματα. Ή μήπως πρόκειται για την αγροτική βιομηχανία που
συχνά προβάλλεται σαν επιχείρημα και αναπτυξιακή πρόταση. Καμιά αντίρρηση.
Αντίθετα, ναι, ένα μεγάλο και ισχυρό ναι. Όχι όμως στην γεωργική παραγωγή της
αλόγιστης χρήσης λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων που διαχρονικά έχουν «πληγώσει»
την επιφάνεια και το εσωτερικό της Ελληνικής γης. Σίγουρα υπάρχουν πολλές και
ακόμη περισσότερες αναπτυξιακές προκλήσεις και ευκαιρίες. Όλες συνολικά, όπως
και οι μεταλλευτικές δραστηριότητες, χρειάζονται την εμπιστοσύνη, την συνεργασία,
και την ενεργό παρουσία και συμμετοχή όλων των πολιτών, ιδιαίτερα αυτών που ζουν
και δραστηριοποιούνται στους γειτονικούς γεωγραφικά χώρους. Μοναδικός και
κυρίαρχος στόχος πρέπει να είναι το πρωτογενές πλεόνασμα, η μόνιμη απασχόληση
και η παρατεταμένη αναπτυξιακή άνοιξη, όπως είναι αυτή της Φινλανδίας.
Η
χώρα μας διανύει σήμερα μια δύσκολη οικονομική περίοδο με βαθειά κρίση και
αμφισβήτηση των πολιτικών αξιών, κοινωνική εξόντωση, ανασφάλεια και
περιθωριοποίηση, επέλαση στην οικογενειακή συνοχή και καθημερινή ισορροπία, και
διαρκή απειλή από τον βαρύ και μακρύ Ελληνικό χειμώνα της ανεργίας. Εξελίξεις
και γεγονότα που μπορεί να καταστρέψουν ανεπανόρθωτα τα δημοκρατικά θεμέλια και
τον δημιουργικό ιστό αυτής της χώρας. Μοναδική ελπίδα και οξυγόνο ζωής η
απασχόληση, η επαγγελματική αποκατάσταση των νέων ανθρώπων και το όραμα για ένα
καλύτερο αύριο. Το δικαίωμα της εργασίας, είναι και παραμένει βαθειά
ανθρωποκεντρικό, και αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα και προοδευτική επιλογή.
Όλα τα άλλα έπονται, αφού βέβαια διευκρινιστεί και τονισθεί για άλλη μια φορά
ότι οι ανεπτυγμένες και οικονομικά ισχυρές κοινωνίες διαθέτουν υψηλότερη
οικολογική συνείδηση και πρακτική, σε σχέση αυτές που αντιμετωπίζουν προβλήματα
συνοχής και σταθερότητας. Με άλλα λόγια η απασχόληση εγγυάται καλύτερο
περιβάλλον, ενώ η ανεργία το πλήττει.