Η πιθανολογούμενη κατάργηση του ΙΓΜΕ, όπως αναφέρεται σχετικά στο κείμενο του Μνημόνιο, αποτελεί άλλη μία σπασμωδική κίνηση, τραγική εξέλιξη και ατυχής επιλογή της μονοδιάστατης τακτικής μείωσης του δημόσιο-οικονομικού ελλείμματος που ακολουθείται ανεπιτυχώς εδώ και 22 και πλέον μήνες. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι χρειάζεται να γίνουν διαρθρωτικές αλλαγές στην δομή του Ινστιτούτου με στόχο την λειτουργική αναβάθμιση και τον εξορθολογισμό των δαπανών του. Αυτό μπορεί και πρέπει να γίνει άμεσα. Είναι όμως κατά την γνώμη μου αδύνατο να μεταφέρεις τις ερευνητικές δραστηριότητες του ΙΓΜΕ σαν να πρόκειται για μία απλή υπόθεση ρυθμίσεων ή αλλαγών της δημόσιας διοίκησης. Το ΙΓΜΕ λειτουργεί σαν επιστημονικός και τεχνικός σύμβουλος του κράτους μέσα από την διεξαγωγή ερευνητικών έργων σχετικά με,
o την βιώσιμη αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου (ανέδειξε πρόσφατα την αναπτυξιακή σημασία των ορυκτών πρώτων υλών που διαθέτει η χώρα, με βάση κοιτασματολογικές έρευνες των επιστημόνων του, που μεταξύ άλλων οδήγησε στις τρεις μεγάλες επενδύσεις χρυσού που βρίσκονται σε εξέλιξη)
o την οριοθέτηση νέων χώρων μεταλλευτικού ενδιαφέροντος, που προκύπτουν από τις έρευνες του ΙΓΜΕ, για να αξιοποιηθούν προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα Δημόσια Μεταλλεία που αξιολογούνται την περίοδο αυτή με βάση κοιτασματολογικά στοιχεία του ΙΓΜΕ σε μια προοπτική δημιουργίας νέου επενδυτικού ενδιαφέροντος και παραγωγικής εκμετάλλευσης. Το ΙΓΜΕ δημιουργεί διαχρονικά δημόσια περιουσία προς όφελος του ελληνικού λαού.
o την ποσοτική και ποιοτική κατάσταση των νερών
o τον εντοπισμό γεωθερμικών πεδίων
o την θωράκιση της κοινωνικού και οικονομικού ιστού από τις φυσικές καταστροφές
o την δημιουργία βάσεων δεδομένων σχετικών με την ορθολογική διαχείριση του περιβάλλοντος και την εφαρμογή βέλτιστων πρακτικών που αφορούν στην διαδικασία επιλογής χρήσεων γης
o την υιοθέτηση και εναρμόνιση με ευρωπαϊκές πολιτικές που απαιτούν γεωεπιστημονική υποστήριξη, όπως για παράδειγμα η ανάδειξη και εφαρμογή της νέας ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για τις ορυκτές πρώτες ύλες
o την εκτέλεση, αξιολόγηση και ερμηνεία διαπιστευμένων χημικών και ορυκτολογικών αναλύσεων, και φυσικών, μηχανικών και περιβαλλοντικών δοκιμών σε νερά, εδάφη, πετρώματα, μεταλλεύματα και «εν γένει» απόβλητα με ειδικό κα σύγχρονο εργαστηριακό εξοπλισμό που αποτελεί αποκλειστικότητα του ΙΓΜΕ.
Οι ερευνητικές δραστηριότητες του ΙΓΜΕ χρηματοδοτούνται τα τελευταία 15 χρόνια από ευρωπαϊκά ανταγωνιστικά προγράμματα, τα διαρθρωτικά ταμεία (π.χ. Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης) και συμβάσεις με φορείς του δημόσιου τομέα αλλά και ιδιωτικές επιχειρήσεις. Αυτή την περίοδο το Ινστιτούτο έχει διεθνείς συμβατικές υποχρεώσεις, προγραμματικές δεσμεύσεις και οικονομικές απολαβές από,
o τα ευρωπαϊκά έργα, π.χ. ProMine, Sarma, GS Soil, που υλοποιεί με καταληκτικό ορίζοντα το 2014
o τα έργα 20 περίπου εκ. ευρώ, που εντάχθηκαν πρόσφατα και θα ξεκινήσουν σύντομα, στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ (ΕΠΑΕ & ΕΠΕΡ). Οι συγκεκριμένες προτάσεις θα αξιοποιηθούν από τον προγραμματικό μηχανισμό του ERANET για να ενταχθούν σε ένα πανευρωπαϊκό δίκτυο συνέργειας εθνικών έργων προς όφελος της Ευρώπης
o τις προτάσεις έργων ορυκτών πρώτων υλών ύψους 176 εκ. ευρώ, που αφορούν στις Ευρωπαϊκές Συμπράξεις για την Καινοτομία στο πλαίσιο της Στρατηγικής 2020 για την Ευρώπη, στην προετοιμασία των οποίων το ΙΓΜΕ συμμετέχει
o την πρόταση έργου LIFE για την περιβαλλοντική αποτίμηση του φυσικού περιβάλλοντος της πόλης του Ναυπλίου
o την ενεργό συμμετοχή του στον ευρωπαϊκό οργανισμό των γεωλογικών ινστιτούτων των κρατών μελών (EuroGeoSurveys) με έδρα τις Βρυξέλλες
o τον ρόλο του εθνικού εκπροσώπου σε ομάδες εργασίας και εμπειρογνωμόνων που διαμορφώνουν την χάραξη και τον οδικό χάρτη ευρωπαϊκών πολιτικών σε θέματα φυσικών πόρων και γεωπεριβάλλοντος π.χ. ανάδειξη βέλτιστων πρακτικών της εξορυκτικής βιομηχανίας σε συνεργασία με την DG ENTERPRISE
Με την απόφαση κατάργησης του ΙΓΜΕ η ευρωπαϊκή διάσταση και προοπτική της γεωλογίας σε σχέση με την Στρατηγική της Ευρώπης 2020 και την Ευρωπαϊκή Σύμπραξη για την Καινοτομία, προκαλείται καθοριστικό "κτύπημα" στην ορθολογική και βιώσιμη αξιοποίηση των φυσικών πόρων. Στα αντίστοιχα ινστιτούτα της Ευρώπης θεωρούν αδιανόητο και δεν πιστεύουν ότι ένα κράτος μέλος σαν την Ελλάδα σχεδιάζει το μέλλον του χωρίς την παρουσία γεωθεματικών εφαρμογών. Ακόμη και οι χώρες με ιστορικό στην παρέμβαση του ΔΝΤ, όπως η Βραζιλία, Αργεντινή, Τουρκία, Ουκρανία, Ρουμανία, και άλλες με οικονομικά προβλήματα, όπως η Ιρλανδία, Ισλανδία, Πορτογαλία δεν «άγγιξαν»καθόλου την λειτουργική παρουσία και εξέλιξη των Γεωλογικών τους Ινστιτούτων. Από την άλλη πλευρά ενώ επιδιώκουμε και αναζητούμε να λύσουμε τα προβλήματα μας στην βάση ευρωπαϊκών λύσεων, παίρνουμε αποφάσεις που μας απομακρύνουν και μας απομονώνουν από τον διάλογο και τις διαδικασίες που δρομολογούνται για τις νέες αναπτυξιακές επιλογές της Ευρώπης. Το ΙΓΜΕ βρίσκεται εδώ και 2-3 χρόνια στον πυρήνα των εξελίξεων αυτών με δημιουργικό τρόπο και πρωτοβουλίες που εντάσσουν τις ελληνικές προτεραιότητες στην προοπτική της ευρωπαϊκής διάστασης.
Το ΙΓΜΕ έχει και παρόν και μέλλον, και το κυριότερο εξακολουθεί να είναι χρήσιμο και απαραίτητο στον Έλληνα πολίτη και το κράτος, σε μια εποχή που και σε ευρωπαϊκό επίπεδο ενισχύεται σημαντικά ο θεσμικός και στρατηγικός ρόλος των Γεωλογικών Ινστιτούτων. Να σκεφθεί κανείς μόνο την τύχη που θα έχουν επιστημονικά και τεχνολογικά εργαλεία, καθώς και το γνωσιακό υπόβαθρο, αλλά και η συσσωρευμένη πρακτική εμπειρία και εργασιακή κατάρτιση που ανέπτυξε και διαθέτει το Ινστιτούτο (γεωλογικοί χάρτες, μελέτες, γεωτρητικά στοιχεία, βάσεις πρωτογενών δεδομένων και μετα-δεδομένων). Η προτεινόμενη μεταφορά του ΙΓΜΕ στην Διοικητική ιεραρχία του ΥΠΕΚΑ ισοδυναμεί ουσιαστικά με την μετατροπή και κατάργηση ενός επιστημονικού φορέα που παράγει ερευνητικό έργο σε ένα ακόμη κρίκο στην αλυσίδα της γραφειοκρατικής διαδικασίας. Νομίζω ότι η εξέλιξη αυτή μπορεί να αποτραπεί, πάντα στην βάση μιας αξιοκρατικής επαναξιολόγησης των δεδομένων που υπάρχουν, με προοπτική και στόχο την αναπτυξιακή βιωσιμότητα της χώρας.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)