Κασσάνδρα, η χερσόνησος των αντιθέσεων και σύμφωνα με την μυθολογία των
ημίθεων Γιγάντων και των Γιγαντομαχιών. Με αέρα «βασίλισσας» αλλά και
χαρακτηριστικά νεόπλουτης επαρχιώτισσας. Κοσμοπολίτισσα και συνάμα αριστοκρατικό
κιτς. Απλό παραθεριστικό καταφύγιο και «τυχοδιωκτικός» επενδυτικός παράδεισος. Πρωτοπόρα
και μοντέρνα, και ταυτόχρονα οπισθοδρομική και παλιομοδίτικη. Ψηλομύτα και μαζί
σταχτοπούτα. Τουριστική και την ίδια στιγμή αρχαιολογική, γεωθερμική, αγροτική
και αλιευτική.
Το καλοκαίρι με όλη τη Θεσσσαλονίκη, τα μισά Βαλκάνια και την Ρωσσία
αισθητά παρούσα, γίνεται μάλλον η τρίτη πληθυσμιακά ελληνική πόλη και σίγουρα
το μεγαλύτερο νησί (ελέω της διώρυγας στην Ποτίδαια) στην Ελλάδα. Κάθε χρόνο
λοιπόν οδηγούνται στα άκρα και δοκιμάζονται οι υποδομές με πολλές και ποικίλες
επιπτώσεις σε γη και θάλασσα, και κυρίως στο πόσιμο νερό. Κάτι που έρχεται κάθε φορά να θυμίσει
παλαιότερη και πάντα επίκαιρη πρόταση του ΙΓΜΕ για μεταφορά νερού από την
πλευρά του Ολύμπου με υποθαλάσσιο αγωγό. Ένα έργο και μια καινοτόμος παρέμβαση
που θα λύσει αποτελεσματικά και οριστικά την παροχή άφθονου και καλού νερού,
ακόμη και στους πιο «βαρείς» καλοκαιρινούς μήνες. Ποτέ όμως το θέμα αυτό δεν μπήκε
σοβαρά και υπεύθυνα στο τραπέζι των συζητήσεων. Ίσως γιατί η χρονική διάρκεια
κατασκευής και διεκπεραίωσης του ξεπερνάει τα χρονικά όρια μιας κυβερνητικής
θητείας ή τα στενά προγραμματικά περιθώρια μιας περιφερειακής/τοπικής εξουσίας.
Άλλωστε ο παραγωγικά ωφέλιμος «πολιτικός»
χρόνος είναι η κύρια παράμετρος βάση της οποίας αποφασίζονται τα έργα στην
Ελλάδα.
Κάνοντας μια περένθεση εδώ, να σημειωθεί ότι παρόμοιο παράδειγμα αποτελεί
το μετρό της Θεσσαλονίκης, όπου το ΙΓΜΕ βάση γεωτρητικών στοιχείων, έλεγε ότι
για να υπάρξει κατασκευαστική ασφάλεια, χαμηλό τεχνικό ρίσκο και οικονομία
κόστους, το ιδανικό του βάθος θα έπρεπε να ήταν γύρω στα 12-15 μέτρα. Τελικά
έγινε αυτό που έγινε, με τα γνωστά αρχαιλογικά ευρήματα και την πρόσφατη
απόφαση ο σταθμός «Βενιζέλου» να γίνει βαθύτερα.
Επιστρέφοντας στη Κασσάνδρα, προκύπτει έντονα ότι η χερσόνησος είναι
περισσότερο γεωλογική από την αρχική εντύπωση που κάποιος σχηματίζει. Τα
λατομεία, η παρουσία και ο ρόλος της γνωστής πέτρας Αθύτου είναι εμφανής και
επιβλητική σε όλα τα μήκη και πλάτη του «νησιού». Οι γεωενεργειακές
αποθεματικές ενδείξεις προηγούμενων ερευνών για την παρουσία φυσικού αερίου έχουν την δική τους σημασία και αξία. Στο
νοτιότερο άκρο της έχει και η Κασσάνδρα τα δικά της υπερβασικά πετρώματα και
τους δικούς της ασβεστόλιθους, που με μαζί με την ευρεία παρουσία ψαμμιτικών
ιζήματων, χαρακτηρίζουν γενικά την γεωλογία της χερσονήσου.
Αυτό όμως που κάνει τη διαφορά και αποτελεί αποκλειστικά δικό της γνώρισμα
είναι η διάχυτη γεωθερμικότητα και οι θερμές πηγές, τα γνωστά λουτρά Αγίας
Παρασκευής. Η παρουσία ρηγμάτων σε ξηρά και θάλασσα, και η συνεχιζόμενη
μαγματική/ηφαιστειακή δραστηριότητα, αποτέλεσμα της σύγκρουσης των τεκτονικών
πλακών Αφρικής και Ευρασίας, δημιουργούν γεωθερμικές συνθήκες με παρουσία υψηλών
θερμοκρασιών πολύ κοντά κάτω από την επιφάνεια εδάφους και βυθού. Στην περιοχή
Αγίας Παρασκευής λοιπόν η εξέλιξη αυτή οδηγεί στον σχηματισμό θερμών πηγών που
ελέγχονται από την διαδραστική σχέση βορειονατολικών (ΒΑ) ρήγματων με καρστικές
ασυνέχειες ασβεστολίθων. Συγκεκριμένα οι πηγές, με ζεστό υφάλμυρο νερό στη θέση
των λουτρών, ξεκινούν από τον γειτονικό βυθό του Βόρειου Αιγαίου και
επεκτείνονται ακολουθώντας τη ΒΑ κατεύθυνση του ρήγματος μέχρι το Παλιούρι, και
την ανατολική ακτή της Κασσάνδρας. Και βέβαια έχει διαπιστωθεί ότι δεν είναι
απλά θερμές αλλά θερμομεταλλικές πηγές
με υδροθερμικά χαρακτηριστικά και σχετικά υψηλές περιεκτικότητες θείου και
μετάλλων, όπως αρσενικού και σιδήρου. Στην περιοχή των λουτρών είναι εμφανής ο
σχηματισμός οξειδίων και θείου, που κάτω από άλλες συνθήκες θα μπορούσε να γίνεται
λόγος για θειούχο μεταλλοφορία τύπου Ολυμπιάδας. Αυτό είναι πολύ πιθανό να
συμβαίνει και σήμερα σε βαθύτερα τμήματα του ρήγματος ή/και στην
νότιο-νοτιοδυτική επέκταση του στο εσωτερικό του Βορείου Αιγαίου, όπου
ενδεχόμενα επικρατούν υψηλότερες θερμοκρασίες και γενικά άλλες φυσικοχημικές
συνθήκες στα υδροθερμικά διαλύματα. Ένα
υδροθερμικό σύστημα δηλαδή που ξεκίνησε εκατομμύρια χρόνια πριν και το οποίο
λειτουργεί ακόμη και σήμερα. Στο γεγονός αυτό έχει την βάση της και η τοπική μυθοπλαστική παράδοση που μιλάει για
ηφάστειο στην περιοχή, στο οποίο
προφανώς οφείλει την προέλευση του και το ιστορικό όνομα της Κασσάνδρας,
Φλέγρη. Έτσι λοιπόν η Κασσάνδρα δεν σφίζει μόνο από ξέφρενη διασκλεδαση και
νεανική ζωή, αλλά «φλέγεται» και παραμένει το ίδιο ζωντανή και ανήσυχη τόσο γεωλογικά
όσο και θερμομεταλλικά.
Υ.Γ. Με
την ένατη παρέμβαση αυτή ολοκληρώνεται η αρθογραφία σχετικά με την πολυδιάστατη
και πολυσήμαντη αναπτυξιακή δυναμική της Χαλκιδικής. Και τελειώνει εδώ βάση σχεδίου,
κυρίως λόγω του προσωπικού κολλήματος που έχω με τον αριθμό εννιά. Η συγκεκρινένη βαλίτσα είναι δεδομένη και πάει μακριά πίσω στο χρόνο. Εννιά λοιπόν στη
φανέλα του μπάσκετ, σε αυτή του ποδοσφαίρου, στον αριθμό λήξης
του λαχείου, σε κάθε και με κάθε ευκαιρία. Μια κατάσταση που κατέληξε να είναι
έμμονη ιδέα και διαχρονικός φετιχισμός.
Η προηγούμενα λοιπόν δημοσιευμένη αρθογραφία στο
θέμα είναι:
Χαλκιδική 1: Οι ορυκτές πρώτες ύλες κοντά στον άνθρωπο και την ανάπτυξη του
Χαλκιδική 2: Από τις μεταλλοφορίες του χθες στα πλούσια κοιτάσματα του σήμερα
Χαλκιδική 3: Στην Άθυτο η «Πέτρα» κάνει τη διαφορά
Χαλκιδική 4: Γεω-τουριστική Σιθωνία – όπου και και να πας συναντάς το Γρανίτη
Χαλκιδική 5: Μεταλλοφόρες «Σκουριές» στην επιφάνεια, χαλκός σαν χρυσός στο βάθος
Χαλκιδική 6: Ρήγμα Στρατωνίου-Βαρβάρας πλουτίζει τη γη και παράγει δημιουργία
Χαλκιδική 7: Λευκόλιθος- από τη Γερακινή και το Βάβδο πολίτης του κόσμου
Χαλκιδική 8: Άγιο Όρος και Ιερισσός στο «ρυθμό» της Αθωνικής (αρχι) τεκτονικής γεωλογίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου