Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2017

Η πράσινη τεχνολογία «δεν υπάρχει» χωρίς ορυκτές πρώτες ύλες

Το λειτουργικό παράδοξο

Οι Ορυκτές Πρώτες Ύλες (ΟΠΥ), και κυρίως αυτές που χαρακτηρίζονται κρίσιμες για την Ευρώπη, βρίσκονται σήμερα, περισσότερο ίσως από κάθε άλλη φορά, στην κορυφή της μεταλλευτικής ζήτησης, σε σχέση κυρίως με βιομηχανικές εφαρμογές και χρήσεις της πράσινης τεχνολογίας.  Με σημείο αναφοράς τις κοινωνικά υποστηριζόμενες πολιτικές αποφάσεις για γρήγορη μετάβαση σε ήπιες «καθαρές» πηγές  ενέργειας, καθώς και η άμεση προώθηση μιας χαμηλών-εκπομπών-δοιξειδίου του άνθρακα «ηλεκτροκίνητης» οικονομίας, οι ανάγκες για συγκεκριμένες ΟΠΥ εκτοξεύονται ποσοτικά σε δισθεώρατα μεγέθη  και εντάσσονται ποιοτικά σε ειδικά διαμορφωμένες προδιαγραφές. Και βέβαια αυτή που παίρνει πρώτη στη σκυτάλη και βιάζεται πάντα να δηλώσει παρόν, με ότι αυτό συνεπάγεται, είναι η μεταποιητική βιομηχανία που ενδιαφέρεται πάντα να παραμένει εμπορική, ανταγωνιστική και βασικά κοντά στο κυρίαρχο life style κάθε εποχής. Από την άλλη μεριά παραβλέπει το γεγονός ότι η παραγωγική αλυσίδα στην οποία ανήκει και είναι μέρος της  μπορεί να μην βρίσκεται σε πλήρη, ολοκληρωμένη, σταθερή και βιώσιμη λειτουργική κατάσταση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αυτοκινητοβιομηχανία που πήρε φόρα και σχεδιάζει μέσα στα επόμενα χρόνια μαζική παραγωγή ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων,  κυρίως  για να προβάλλει ένα συμβατό με την εποχή-της πράσινης- ενέργειας προφίλ. Συγκεκριμένα  το 2017 οι πωλήσεις τους ανήλθαν σε περίπου 4 εκατομμύρια ενώ μέχρι το 2030, οι πωλήσεις, σύμφωνα με τις προβλέψεις, θα φθάσουν τα 50 εκατομμύρια το χρόνο.  Αυτό σημαίνει φυσικά ότι οι ανάγκες για μπαταρίες λιθίου που χρησιμοποιούν τα ηλεκτρικά οχήματα αυξάνονται σε βαθμό που ξεπερνά κάθε προσπάθεια ή σενάριο αξιόπιστης πρόβλεψης.  Και στη βάση όλης αυτής της εξέλιξης βρίσκεται βέβαια το γεγονός ότι οι ΟΠΥ λιθίου, κοβαλτίου, σπανίων γαιών, γραφίτη, και άλλων ορυκτών και μετάλλων που χρειάζονται για την κατασκευή των συγκεκριμένων μπαταριών δεν αρκούν κοιτασματολογικά για να καλύψουν τις σημερινές και μελλοντικές απαιτήσεις. Και αυτό αφορά τόσο στην Ευρώπη όσο και στον υπόλοιπο κόσμο. Είναι πολύ πιθανό δηλαδή να φθάσει η κάθε βιομηχανία  στο σημείο να έχει σχεδιάσει τα ηλεκτρικά της αυτοκίνητα και να βρεθεί στη θέση να μην μπορέσει να τα παράγει, αφού οι μπαταρίες που χρειάζονται δεν μπορούν να κατασκευαστούν λόγω ελλείψεων στην προμήθεια των ΟΠΥ που απαιτούνται. Αυτή θα μπορούσε λιοπόν να χαρακτηριστεί σαν ‘σπασμένη’ παραγωγική αλύσιδα αφού το αυτοκίνητο που είναι ο τελευταίος της κρίκος δεν λαμβάνει υπόψη του την κοιτασματολογική και μεταλλευτική επάρκεια των ΟΠΥ που αποτελούν τον αρχικό  κρίκο  από την παρουσία του οποίου εξαρτάται.   Παρακάτω παρουσιάζεται μια πιο αναλυτική προσέγγιση των σχέσεων που αναπτύσσονται και ισχύουν σήμερα μεταξύ των χρήσεων της πράσινης τεχνολογίας στην βιομηχανική παραγωγή, των κρίσιμων ΟΠΥ που χρειάζονται για την βιώσιμη παρουσία και πρακτική εφαρμογή της τεχνολογίας αυτής στην ενέργεια και αλλού, καθώς και ο γεωπολιτικός έλεγχος προμήθειας των ΟΠΥ που απαιτούνται. Στόχος είναι να γίνει κατανοητό και σαφές ποια είναι τα πλεονεκτήματα, ποια τα μειονεκτήματα. Ποια τα εμπόδια και πως μπορούν να ξεπεραστούν. Ποια τα προβλήματα και ποιες οι λύσεις. 
   
Πως και γιατί κρίσιμες ΟΠΥ στην Ευρώπη

Δεδομένης της στρατηγικής σημασίας των πρώτων υλών για τη μεταποιητική βιομηχανία της ΕΕ, η Επιτροπή έχει θέσει σε εφαρμογή ένα ευρύ φάσμα μέτρων στο πλαίσιο της ενωσιακής πρωτοβουλίας για τις πρώτες ύλες, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ασφαλής, βιώσιμη και οικονομικά προσιτή προμήθειά τους. Ο κατάλογος των πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας για την ΕΕ συνιστά κεντρικό στοιχείο της πρωτοβουλίας αυτής. Η πρωτοβουλία για τις πρώτες ύλες προτάθηκε το 2008 με σκοπό να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που συνδέονται με την πρόσβαση σε πρώτες ύλες. Τον Ιούλιο του 2017 επικαιροποιήθηκε ο κατάλογος των πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας που ίσχυε από το 2014. Ο κύριος σκοπός του νέου πίνακα είναι ο προσδιορισμός των πρώτων υλών για τις οποίες υπάρχει υψηλός κίνδυνος προβλημάτων στον εφοδιασμό και οι οποίες έχουν μεγάλη οικονομική σημασία, και η αξιόπιστη και ανεμπόδιστη πρόσβαση στις οποίες αποτελεί μέλημα για τους βιομηχανικούς κλάδους και τις παραγωγικές αλυσίδες στην Ευρώπη. Ο συγκεκριμένος κατάλογος ακολουθεί αντικειμενική μεθοδολογία και αποτελεί ένα τεκμηριωμένο εργαλείο για τη λήψη μέτρων πολιτικής στο εμπόριο, την καινοτομία και τη βιομηχανία με σκοπό την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών βιομηχανικών κλάδων σύμφωνα με την ανανεωμένη βιομηχανική στρατηγική για την Ευρώπη, μεταξύ άλλων με τους εξής τρόπους:
·        προσδιορισμός των επενδυτικών αναγκών που μπορούν να συμβάλουν στη μείωση της εξάρτησης της Ευρώπης από τις εισαγωγές πρώτων υλών·
·        καθοδήγηση και υποστήριξη στην καινοτομία για τον εφοδιασμό με πρώτες ύλες στο πλαίσιο του προγράμματος «Ορίζοντας 2020» για την έρευνα και την καινοτομία·
·        ανάδειξη της σπουδαιότητας των πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας για τη μετάβαση σε μια περισσότερο κυκλική οικονομία με χαμηλές εκπομπές άνθρακα και αποδοτική χρήση των πόρων.
Ο κατάλογος αναμένεται επίσης να συμβάλει στην κινητροδότηση της ευρωπαϊκής παραγωγής πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας μέσω της ενίσχυσης των δραστηριοτήτων ανακύκλωσης και, όπου απαιτείται, να διευκολύνει την έναρξη νέων εξορυκτικών δραστηριοτήτων. Επίσης, επιτρέπει να κατανοηθεί καλύτερα ο τρόπος με τον οποίο μπορεί να εξασφαλιστεί ο εφοδιασμός σε πρώτες ύλες μέσω της διαφοροποίησης των πηγών εφοδιασμού, από διαφορετικές γεωγραφικές πηγές μέσω εξόρυξης/εξαγωγής, ανακύκλωσης ή υποκατάστασης.
Ο κατάλογος χρησιμοποιείται από την Επιτροπή ως υποστηρικτικό στοιχείο κατά τη διαπραγμάτευση εμπορικών συμφωνιών, την αμφισβήτηση μέτρων που δημιουργούν στρέβλωση του εμπορίου, την ανάπτυξη δράσεων έρευνας και καινοτομίας και την υλοποίηση του θεματολογίου 2030 για τη βιώσιμη ανάπτυξη και των σχετικών στόχων βιώσιμης ανάπτυξης. Οι πρώτες ύλες κρίσιμης σημασίας αποτελούν προτεραιότητα στο σχέδιο δράσης της ΕΕ για την κυκλική οικονομία προκειμένου να ενισχυθεί η αποδοτική χρήση και ανακύκλωσή τους. Ο κατάλογος ενδέχεται επίσης να χρησιμεύσει κατά την επανεξέταση των άμεσων ξένων επενδύσεων στην ΕΕ. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί από κράτη μέλη, επιχειρήσεις και επενδυτές σε εθελοντική βάση προκειμένου αυτοί να πληροφορηθούν τους δυνητικούς κινδύνους στον εφοδιασμό με πρώτες ύλες και τις σχετικές ευκαιρίες.
Στην τελευταία ανακοίνωση του 2017 -COM(2017) 490 final- παρουσιάζεται ένας επικαιροποιημένος κατάλογος με 27 πρώτες ύλες κρίσιμης σημασίας για την ΕΕ, που προέκυψε από μια τρίτη αξιολόγηση. Ακολουθεί τις δύο προηγούμενες ανακοινώσεις για τις πρώτες ύλες, με τις οποίες καταρτίστηκε ένας κατάλογος με 14 πρώτες ύλες κρίσιμης σημασίας το 2011 και ένας αναθεωρημένος κατάλογος με 20 πρώτες ύλες το 2014. Ο κατάλογος των πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας για την ΕΕ υπόκειται σε τακτική επικαιροποίηση τουλάχιστον κάθε τρία έτη, ώστε να αντικατοπτρίζονται οι εξελίξεις στην παραγωγή, την αγορά και την τεχνολογία, και ο αριθμός των αξιολογούμενων πρώτων υλών αυξάνεται με κάθε επικαιροποίηση.
Σύμφωνα με τις συστάσεις της έκθεσης του 2014 της ειδικής ομάδας εργασίας σχετικά με τον προσδιορισμό των πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας, η τρίτη αυτή αξιολόγηση των πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας αφορούσε 78 πρώτες ύλες και διεξήχθη με μια βελτιωμένη μεθοδολογία που έχει αναπτυχθεί από την Επιτροπή, εξασφαλίζοντας παράλληλα τη συγκρισιμότητα με τις προηγούμενες μεθοδολογικές προσεγγίσεις (του 2011 και του 2014). Η οικονομική σημασία και οι εφοδιαστικοί κίνδυνοι παραμένουν οι δύο βασικές παράμετροι για τον προσδιορισμό της κρισιμότητας των πρώτων υλών. Οι κυριότερες βελτιώσεις στην αναθεωρημένη μεθοδολογία αφορούν το εμπόριο (εξάρτηση από εισαγωγές και περιορισμοί στις εξαγωγές κατά τον υπολογισμό του κινδύνου στον εφοδιασμό), την υποκατάσταση ως παράγοντα διόρθωσης τόσο της οικονομικής σημασίας όσο και του εφοδιαστικού κινδύνου, και τη λεπτομερή κατανομή των τελικών χρήσεων πρώτων υλών με βάση τις βιομηχανικές εφαρμογές προκειμένου να προσδιοριστεί η οικονομική σημασία.
Οι πρώτες ύλες, ακόμη και εκείνες που δεν χαρακτηρίζονται κρίσιμης σημασίας, είναι σημαντικές για την ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς βρίσκονται στην αρχή των αλυσίδων αξίας της μεταποιητικής βιομηχανίας. Η διαθεσιμότητά τους μπορεί να μεταβάλλεται γρήγορα ανάλογα με τις εμπορικές ροές ή τις εξελίξεις στην εμπορική πολιτική, γεγονός που τονίζει τη γενική ανάγκη διαφοροποίησης των πηγών εφοδιασμού και την αύξηση των ποσοστών ανακύκλωσης όλων των πρώτων υλών.
Οι 27 πρώτες ύλες που απαριθμούνται στο νέο επικαιροποιημένο κατάλογο θεωρούνται κρίσιμης σημασίας για την ΕΕ διότι οι κίνδυνοι ανεπαρκούς εφοδιασμού και οι επιπτώσεις τους για την οικονομία είναι μεγαλύτερα σε σύγκριση με τις περισσότερες άλλες πρώτες ύλες. Ο πίνακας λαμβάνει επίσης υπόψη του την ύπαρξη εγχώριας παραγωγής ορισμένων πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας στην ΕΕ. Ωστόσο, η Κίνα είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη βαρύτητα, σε παγκόσμιο επίπεδο, στην προμήθεια των περισσότερων κρίσιμων πρώτων υλών, όπως οι σπάνιες γαίες, το μαγνήσιο, το βολφράμιο, το αντιμόνιο, το γάλλιο και το γερμάνιο, μεταξύ άλλων. Αρκετές άλλες χώρες κατέχουν δεσπόζουσα θέση στην προμήθεια συγκεκριμένων πρώτων υλών, όπως η Βραζιλία (νιόβιο) και οι ΗΠΑ (βηρύλλιο και ήλιο). Η προμήθεια των μετάλλων της ομάδας του λευκόχρυσου συγκεντρώνεται στη Ρωσία (παλλάδιο) και στη Νότια Αφρική (ιρίδιο, λευκόχρυσος, ρόδιο και ρουθήνιο). Οι κίνδυνοι που συνδέονται με αυτή τη συγκέντρωση της παραγωγής επιτείνονται σε πολλές περιπτώσεις από τον περιορισμένο βαθμό υποκατάστασης και τα χαμηλά ποσοστά ανακύκλωσης. 
Το στοίχημα με τις ΟΠΥ μπαταρίας

Σε μια εποχή, μιας μάλλον θετικά μεταβαλλόμενης οικονομικής κατάστασης και γεωπολιτικών πλουτοπαραγωγικών ανακατατάξεων σε παγκόσμιο επίπεδο,  ευρύτερες πολιτικές σκοπιμότητες, κυβερνητικές πρακτικές και   συχνά αντικρουόμενες κοινωνικές τάσεις οδηγούν τελικά σε διαρθρωτικές αλλαγές στις αγορές ενέργειας και στην αυτοκινητοβιομηχανία προς μια βιώσιμη ηλεκτρική οικονομία. Οι δυναμικές αναζητήσεις για τεχνολογική καινοτομία και πράσινη ενέργεια δημιουργούν αυξημένες ανάγκες για νέες και περισσότερες ΟΠΥ γεγονός που απαιτεί πιο εντατική κοιτασματολογική έρευνα, καθώς και αποτελεσματικότερη και αποδικότερη παραγωγική αλυσίδα, κυρίως σε ότι αφορά σε ορυκτά και μέταλλα που΄είναι απαραίτητα και κρίσιμα για την μετάβαση σε βιώσιμες ενεργειακές πηγές. Βασικές προσεγγίσεις και δεδομένα που χαρακτηρίζουν, ελέγχουν και δρομολογούν τις εξελίξεις αυτές διαπιστώνουν ότι:

  • ·     Προβλέπεται αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 3,7% και 3,8% το 2017 και το 2018 αντιστοίχως, λόγω της ανόδου των παγκόσμιων επενδύσεων και του θετικού κλίματος προς τη βιομηχανική παραγωγή, τη μεταποίηση και το εμπόριο. Οι θετικές παγκόσμιες τάσεις διαμορφώνουν ένα περιβάλλον με ιδιαίτερα ευνοϊκές οικονομικές συνθήκες για τις ΟΠΥ και τα προϊόντα τους.
  • ·        Η συμφωνία του Παρισιού και άλλες πρωτοβουλίες για το κλίμα δημιουργούν πολιτικές, νομικές και οικονομικές προϋποθέσεις για ενεργειακή παροχή από ανανεώσιμες πηγές και πυρηνικές πηγές πάνω από το 50% του συνόλου της παγκόσμιας κατανάλωσης μέχρι το 2040.
  • ·       Ο φιλόδοξος στόχος για για να φθάσουν  οι πωλήσεις των ηλεκτρικών οχημάτων στο 30% του μεριδίου αγοράς το 2030 γεγονός που προϋποθέτει και απαιτεί σημαντικές και νέες παρεμβάσεις στις ενεργειακές υποδομές, καθώς και κοιτασματολογική παρουσία και μεταλλευτική παραγωγή των ΟΠΥ που χρειάζονται.
  • ·      Καινοτόμες και ανταγωνιστικές ενεργειακές τεχνολογίες που δημιουργούν διαρκή ζήτηση για νέες ΟΠΥ μπαταριών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται βασικά ο χαλκός, το νικέλιο, το λίθιο, το κοβάλτιο, ο γραφίτης, το μαγγάνιο και το βανάδιο.
  • ·    Στην Κίνα, η ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής βασίζεται ουσιαστικά στη μεταποίηση, ενισχύοντας την οικονομία με αύξηση 6,9% για να διατηρήσει την παγκόσμια κυριαρχία της στη μεταποιητική παραγωγή.
  • ·      Υπάρχουν διαθέσιμες σήμερα πολλές, και ακόμη περισσότερες που εκτελούνται και θα άλλες που θα εκτελεστούν, έρευνες και μέλετες που όλες καταλήγουν σε ένα κοινό συμπέρασμα, ότι δηλαδή η ζήτηση των ΟΠΥ μπαταρίας θα τείνει διαρκώς αυξανόμενη και ότι η αξία τους στην αγορά θα εκτοξεύεται σε διαστημικές πτήσεις και επίπεδα. Συγκεκριμένα, 


o   Η παραγωγική παρουσία του χαλκού εξακολουθεί να εμφανίζεται ελλειματική κατά 31% περίπου σε σχέση με τη ζήτηση που υπάρχει σήμερα.  Στο πρώτο εξάμηνο του 2017 καταγράφηκε έλλειμμα 75.000 τόνων που συνδέεται τόσο στην περιορισμένη μεταλλευτική παραγωγή όσο και στην υστέρηση εντοπισμού  νέων αποθεμάτων. Η τιμή του χαλκού στο 2017 αυξήθηκε κατά 27%  με φανερές τις τάσεις για περαιτέρω ανοδική πορεία κυρίως λόγω της σχέσης του με την βιομηχανία μπαταριών. Συνεπώς δημιουργείται μεσοπρόθεσμα η ανάγκη εντατικότερης κοιτασματολογικής έρευνας χαλκού.
o   Η τιμή αγοράς του νικελίου μέσα στο 2017 αυξήθηκε κατά 23%. : Παρά την έντονη καινοτόμο ζήτηση από τεχνολογίες μπαταριών, η βασική του χρήση παραμένει ο ανοξείδωτος χάλυβας. Ωστόσο, απαιτείται συνεχής επένδυση στην κοιτασματολογική έρευνα για τον εντοπισμό νέων  θειούχων μεταλλευμάτων και διατήρηση της εξορυκτικής παραγωγής σε υψηλά επίπεδα. Οι τεχνολογικές τάσεις προς υψηλότερες αναλογίες νικελίου-μαγγανίου-κοβαλτίου αναμένεται να αυξήσουν  ακόμη την ζήτηση και κατανάλωση νικελίου.
o   Η κατανάλωση λιθίου αναμένεται να αυξηθεί τριπλάσια κατά την επόμενη δεκαετία στους τομείς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και ηλεκτροκίνησης. Η τιμή του στο 2017 αυξήθηκε κατά 36%.
o   Η διαδικασία μεταλλευτικής παραγωγής κοβαλτίου παραμένει προβληματική, συχνά παράνομη, δεν ακολουθεί ηθικές αρχές και αξίες υπεύθυνης εξόρυξης, αλλά και σεβασμού ανθρωπίνων δικαιώμάτων αφού σε μεγάλο βαθμό εξακολουθεί να παραμένει κυρίαρχα κάτω από τον έλεγχο των κοιτασμάτων της  Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό. Κάποιες αξιόλογες και διαφανείς επιχειρηματικές προσπάθειες εξόρυξης και νέα έργα στην Αυστραλία και Καναδά αποτελούν θετική εξέλιξη αλλά δεν φαίνεται να λύνουν άμεσα τις τρέχουσες ανάγκες. Μέσα στο 2017 η τιμή του κοβαλτίου παρουσίασε αστρονομική άνοδο αυξανόμενη κατά 114%.
o   Οι τιμές του γραφίτη και βαναδίου αυξήθηκαν αντίστοιχα με 32% και 74% μέσα στο 2017.

·   Είναι φανερό  πως τρέχουσες βιομηχανικές τάσεις, ιδιαίτερα οι καθαρές τεχνολογίες και οι τεχνολογίες μείωσης του άνθρακα, παρεμβαίνουν «ανατρεπτικά» στους παραδοσιακούς τομείς της μεταλλευτικής παραγωγής, με χαρακτηριστικό το παράδειγμα της δυναμικής αξιοποίησης ορισμένων νέων κρίσιμων ΟΠΥ σε καινοτόμες βιομηχανικές εφαρμογές, όπως είναι οι χρήσεις στην κατασκευή μπαταριών λιθίου.

Μετάβαση σε τεχνολογίες ήπιων μορφών ενέργειας

Είναι φανερό ότι η ενεργειακή μετάβαση αποτελεί πλέον παγκόσμια επιδίωξη. Νέες τεχνολογικές ανάγκες αυξάνουν διαρκώς τη ζήτηση συγκεκριμένων ΟΠΥ. Οι νέες τεχνολογίες ενέργειας που συνδέονται  με φωτοβολταϊκά συστήματα, σύγχρονα ηλεκτρικά δίκτυα, αξιοποίηση βιοκαύσιμων στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στην χρήση την  σπανίων γαιών, κοβαλτίου, ρουθηνίου. 
Προκειμένου για παράδειγμα να παραχθούν οι επονομαζόμενοι μόνιμοι μαγνήτες, που χρησιμοποιούνται κυρίως για ανεμογεννήτριες και ηλεκτρικά οχήματα, χρειάζονται νεοδύμιο (Nd) και πρασεοδύμιο (Pr) - και τα δύο μετάλλα της ομάδας σπανίων γαιών. Η ανάγκη για το νεοδύμιο και το πρασεοδύμιο εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά περίπου 250% κατά την επόμενη δεκαετία. Η ποσότητα  σπανίων γαιών που χρειάζεται για την παραγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων, είναι 1-2 κιλά περισσότερη από αυτή των συμβατικών. Η αύξηση της ζήτησης έχει φυσικά επηρεάσει και την εξέλιξη των τιμών. Για παράδειγμα, η τιμή των τιμών σπανίων γαιών νεοδυμίου και πρασεοδυμίου αυξήθηκε κατά περίπου 60% μέσα στο διάστημα Ιουλίου- Σεπτεμβρίου 2017.
Το 2017, περίπου 4 εκατομμύρια ηλεκτρικά οχήματα έχουν πωληθεί. Μέχρι το 2030, οι πωλήσεις, σύμφωνα με τις προβλέψεις, θα φθάσουν τα 50 εκατομμύρια το χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι, για να υπάρξούν διαθέσιμες οι απαιτούμενες ποσότητες  νεοδύμιου και πρασεοδύμιου, θα πρέπει να εξορύσσονται και να παράγονται αντίστοιχα πολύ μεγαλύτερες ποσότητες σπάνιων γαιών. Η ίδια τάση και όροι ισχύουν επίσης για το λίθιο και το κοβάλτιο.

Βιώσιμες πρακτικές απέναντι σε αντιφατικές προσεγγίσεις   

Η επίτευξη των στόχων για την τήρηση του χρονοδιαγράμματος που αφορούν στις αποφάσεις του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή, τη μετάβαση σε «καθαρές» τεχνολογίες και πηγές ενέργειας, την εφαρμογή της πράσινης οικονομίας, τις προκλήσεις που συνδέονται με την καθιέρωση μιας βιώσιμης ή της πρόσφατα αποκαλούμενης ηλεκτρικής κοινωνίας, δεν είναι δυνατή χωρίς την κοιτασματολογική παρουσία και μεταλλευτική παραγωγή των κρίσιμων, και όχι μόνον, για την Ευρώπη ΟΠΥ.  Μόνο με την εξασφάλιση και διασφάλιση ικανών ποσοτικά και ποιοτικά αποθεμάτων των συγκεκριμένων ΟΠΥ μπορεί να υπάρξει μετάβαση σε μια νέα ενεργειακή εποχή με διαφορετικά δεδομένα και προοπτικές σε ότι αφορά στις επιλογές και τη στρατηγική της βιομηχανικής παραγωγής. Η προοδευτική και θετική εξέλιξη μιας τέτοιας πορείας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την λογική, το τρόπο, το περιεχόμενο και την ορθότητα των αποφάσεων που παίρνονται. Και κυρίως ποιο ή ποια  είναι τα κριτήρια βάση των οποίων μια κυβέρνηση, μια κοινωνία, ένας οργανισμός σχεδιάζουν, αποφασίζουν και δρομολογούν. Είναι σήμερα κεκτημένο και αποτελεί θεσμοθετημένη πρακτικά τακτική και λειτουργία, οι κυβέρνησεις να χρειάζονται μερικά δευτερόλεπτα για να πάρουν μια απόφαση γύρω από θέματα ενέργειας σε σχέση με την κλιματική αλλαγή, ενώ την ίδια στιγμή καθυστερούν χρονικά ή αρνούνται την αδειοδότηση παραγωγικής αξιοποίησης και εξόρυξης ΟΠΥ. Ακόμη και αυτών που είναι κρίσιμες και απαραίτητες ώστε η ενεργειακή μετάβαση να καταστεί εφικτή. Οι ίδιες κυβερνήσεις, και αυτό αφορά δυστυχώς, λιγότερο ή περισσότερο το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών, λαμβάνουν έτσι αντιφατικές αποφάσεις για δύο θέματα που αποδεδειγμένα βρίσκονται σε πλήρη εξάρτηση το ένα από το άλλο. Και βέβαια αυτό οφείλεται κυρίως σε μία πλήρη και παρατεταμένη σύγχυση ή στρεβλή αντίληψη της κοινωνίας ή καλύτερα ομάδων της, που επιμένουν να κοιτούν προς μία κατεύθυνση και προορισμό και αδιαφορούν για τα μέσα που χρειάζονται για να φθάσουν εκεί. Για την μετάβαση σε ήπιες μορφές ενέργειας, απαιτούνται ειδικές τεχνολογίες που χρειάζονται για την εφαρμογή τους συγκεκριμένα ορυκτά και μέταλλα. Και άντε η κοινωνία, που έχει τη δική της διαφορετικότητα και ιδιαιτερότητες, μπορεί να χρειάζεται το χρόνο της για να κατανοήσει όλες τις πλευρές του θέματος. Το προβλημα εδώ βρίσκεται στην πολιτική εξουσία που έχει και την ευθύνη των αποφάσεων. Αντί λοιπόν της καλύτερης ενημέρωσης της κοινής γνώμης επιλέγει τον εύκολο δρόμο της σκοπιμότητας και της αγοράς παραπέρα πολιτικού χρόνου για τον εαυτό της. Αν λοιπόν η Ευρώπη εννοεί σοβαρά ότι οδεύει προς μια κλιματικά φιλική οικονομία και κοινωνία, πρέπει τότε να αξιοποιήσει άμεσα και παραγωγικά τα στρατηγικά κοιτάσματα κρίσιμων ΟΠΥ, και όχι μόνον, που εντοπίζονται στο έδαφος και υπέδαφος της. Οφείλει δηλαδή να επιταχύνει και να διευκολύνει τις αδειοδοτικές διαδικασίες, εκσυγχρονίζοντας τις εθνικές μεταλλευτικές πολιτικές ώστε να προχωρήσουν άμεσα και αποτελεσματικά οι εξορύξεις εκμετάλλευσης, μέσα πάντοτε από όρους βιώσιμης διαχείρισης και λειτουργίας, καθώς και υπέυθυνης μεταλλευτικής παραγωγικής αλυσίδας. Διαφορετικά δεν θα φθάσει ποτέ στην ενεργειακή βιωσιμότητα, η κατασκευή του μεγάλου αριθμού ηλεκτρικών αυτοκινήτων που σχεδιάζεται θα μείνει στα χαρτιά, και η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και παιδικής εργασιακής εκμετάλλευσης, που τοσο πολύ οι χώρες της Ευρώπης, τουλάχιστον ρητορικά ισχυρίζονται ότι θέλουν να εξολοθρεύσουν, θα επιδυνωθεί ακόμη περισσότερο. Είναι λοιπόν η γεωλογική έρευνα και εξόρυξη των πρωτογενών κοιτασμάτων κρίσιμων ΟΠΥ της Ευρώπης ακόμη πιο επιτακτική ανάγκη και απαραίτητη προϋπόθεση για τους παρακάτω λόγους:       
·        Θα αντιμετωπισθεί με αποτελεσματικό και ορθολογικό τρόπο το θέμα των κρίσιμων ΟΠΥ έτσι ώστε σταδικά ο αριθμός τους να μειώνεται αντί να αυξάνει. Το γεγονός ότι από το 2011, έχουμε μαζί με το σημερινό 3 διαφορετικούς καταλόγους κρίσιμων πρώτων υλών της ΕΕ και ότι όλα τα 14 που συμπεριλήφθηκαν στον κατάλογο του 2011 συμπεριλαμβάνονται και στον πρόσφατο κατάλογο του 2017, σημαίνει ότι μετά από 6 χρόνια δεν είχαμε τη δυνατότητα να αλλάξουμε τις προϋποθέσεις, έτσι ώστε κάποιες να μην θεωρούνται πια κρίσιμες.
·        Το πρόβλημα δεν φαίνεται να είναι η προσέγγιση κοιτασματολογικής έρευνας των κρίσιμων ΟΠΥ σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αν και κάποια στιγμή θα χρειαστεί περαιτέρω αποσαφήνιση της Οικονομικής Γεωλογίας για να υπάρξουν αξιόπιστες εκτιμήσεις του αποθεματικού δυναμικού καθώς και οικονομοτεχνικές προτάσεις  εκμετάλλευσης.
·        Η παρατεταμένη έλλειψη κοιτασμάτων,  περιορισμένη παραγωγή και καθυστερημένη προμήθεια ορισμένων μετάλλων, ιδιαίτερα του λιθίου και του κοβαλτίου, θα μπορούσε να προκαλέσει επιβράδυνση της παραγωγής μπαταριών ιόντων λιθίου και ακύρωση κατασκευής ηλεκτρικών αυτοκινήτων και άλλων οχημάτων.
·        Η βιομηχανία αυτοκινήτων και κάθε άλλη βιομηχανία, πάντα πρόθυμες και «ετοιμοπόλεμες», «εκμεταλλεύονται» κάθε ευκαιρία και περίσταση που τους δίνεται από το εκάστοτε πολιτικό σύστημα, φτιάχνουν και λανσάρουν ένα «φιλικό προς το κλίμα» προφίλ, επιλέγωντας να πωλήσουν ένα τρόπο ζωής (life style) αντί να ενδιαφερθούν και να ασχοληθούν με τα ζητήματα που αναφέρονται στην προβληματική παροχή των κρίσιμων ΟΠΥ που χρειάζονται.
·        Παρεμβάσεις εκσυγχρονισμού των μεταλλευτικών πολιτικών και των ρυθμίσεων χρήσεων γης με έμφαση στηνκοιτασματολογική  προστασία των κρίσιμων ΟΠΥ.
·        Λαμβάνοντας υπόψη την μακρόχρονη περίοδο, που από την κοιτασματολογική έρευνα μέχρι την έναρξη εξόρυξης διαρκεί περίπου 15 χρόνια, αλλά και τον χρόνο που απαιτείται από εκεί και πέρα για την πλήρη λειτουργία της παραγωγικής  αλυσίδας κάθε κρίσιμης ΟΠΥ, οι τεχνολογίες στις οποίες αφορούν και για τις οποίες προορίζονται κινδυνεύουν να μην μπορέσουν να εφαρμοστούν μέσα στα χρονικά όρια που προβλέπονται από διάφορες αποφάσεις και διακυρήξεις.
·     Σε ότι αφορά στο κοβάλτιο οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις οφείλουν να πάρουν αποφάσεις άμεσα σχετικά με την εξόρυξη κοβαλτίου από ευρωπαϊκά κοιτάσματα ώστε να ελεγχθεί και να σταματήσει η διαρκώς διευρυνόμενη παιδική εργασία στην Αφρική.
·   Κατά την επόμενη δεκαετία, η ανακύκλωση είναι απίθανο να συμβάλει ουσιαστικά στην παγκόσμια  και ευρωπαϊκή προμήθεια σπανίων γαιών και άλλων κρίσιμων ΟΠΥ, κυρίως επειδή,.
  •    Εκτιμάται ότι απαιτείται περίοδος περίπου 5-10 ετών για την δημιυθργία μιας πρακτικά λειτουργικής ανακύκλωσης.
  •     Γενικά, η επιλογή κατάλληλης διαδικασίας διαχωρισμού και μεταλλουργίας παραμένει  σημαντικό πρόβλημα και πρόκληση.
  • Αν και η ανακύκλωση είναι απίθανο να καλύψει το μεγάλο χάσμα μεταξύ της προβλεπόμενης  ζήτησης και της προσφοράς έως το 2050, μακροπρόθεσμα, η δευτερογενής προμήθεια από την ανακύκλωση μπορεί με χρονικό ορίζοντα το  2100 να καλύψει σχεδόν το 50% της ζήτησης.
  • Ταυτόχρονα, οι επιχειρήσεις ανακύκλωσης θα προσπαθήσουν να ανακτήσουν περισσότερο κοβάλτιο από τις χρησιμοποιημένες μπαταρίες. Το κοβάλτιο από μπαταρίες ιόντων λιθίου θα μπορούσε να φτάσει τους 22.500 τόνους το 2025, από 8.700 τόνους τ  2017. ο 2017.

Πηγές


Τρίτη 19 Σεπτεμβρίου 2017

H μεταλλευτική ανάπτυξη της χώρας είναι υπόθεση Γεωεπιστημονική

Η προοπτική βιώσιμης ανάπτυξης είναι κατά βάση υπόθεση επιστημονική, και η μεταλλευτική ανάπτυξη είναι υπόθεση γεωεπιστημονική. Δυστυχώς συμβαίνει και είναι συχνό το φαινόμενο στη χώρα μας, να υπάρχει πολιτικοποίηση κάθε προσπάθειας αναπτυξιακής πρωτοβουλίας με αποτέλεσμα την αλλοίωση του αρχικού της χρονοδιαγράμματος, αλλά και του σε κάθε περίπτωση προβλεπόμενου επιχειρησιακού σχεδίου. 

Σε ότι αφορά στους εκπροσώπους και φορείς της γεωεπιστημονικής κοινότητας υπήρξαν αυτοί που κρατάνε ψηλά την σημαία της αντικειμενικής και τεκμηριωμένης προσέγγισης έχοντας σαν μοναδικό κριτήριο τις γνώσεις, τα στοιχεία και δεδομένα που διαθέτουν, και τις σταθερές πεποιθήσεις τους ότι ο ελληνικός ορυκτός πλούτος αποτελεί κεντρικό αναπτυξιακό πυλώνα της χώρας.  Λέγοντας πάντα την αλήθεια για τα νερά και το περιβάλλον, τάσσονται διαχρονικά υπέρ της καθετοποίησης της μεταλλευτικής παραγωγής. Δεν κρύβουν ποτέ κάτι, ούτε φτιάχνουν μυθοπλαστικά σενάρια, όπως συμβαίνει με άλλους. Λειτουργούν όλα τα χρόνια με συνέπεια, και ακολουθούν μια διαδρομή και πορεία «τράνζιτ» μακριά και έξω από τις όποιες διαδοχικές αλλαγές εταιρικών σχημάτων, ιδιοκτησιακού καθεστώτος και κυβερνήσεων.  Υπάρχουν βέβαια και γεωεπιστήμονες συνάδελφοι και σχετικοί φορείς που για δικούς τους λόγους επιλέγουν και διαλέγουν το πολιτικό-κομματικό σφιχταγκάλιασμα πριν από την επιστημονική και επαγγελματική τους ιδιότητα. Δηλώνουν λοιπόν με μεγάλη ευκολία, χωρίς να έχουν συλλέξει δικά τους πρωτογενή στοιχεία, ότι «οι εξορύξεις χρυσού είναι η πιο επιβαρυντική για το περιβάλλον εξόρυξη μεταλλεύματος στον κόσμο, και αφήνει πίσω της  υποβαθμισμένους υδροφόρους ορίζοντες και κατεσραμμένα εδάφη». Αρνούνται δηλαδή την ύπαρξη και δεν λαμβάνουν υπόψη τους την μοναδική αξιόπιστη επιστημονική μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην περιοχή από συναδέλφο υδρογεωλόγο και καταλήγει σε διαφορετικά αποτελέσματα που δεν έχουν καμμία σχέση με την κατάσταση που όλοι οι εκτός τόπου γεωεπιστήμονες περιγράφουν. Με άλλα λόγια προτιμούν να στηρίζουν τους ισχυρισμούς τους σε αμφιλεγόμενα διάσπαρτα στοιχεία αντί μιας συγκροτημένης μελέτης με πραγματικά στοιχεία που αφορά στην ευρύτερη περιοχή της ΒΑ Χαλκιδικής συμπεριλαμβανομένης και αυτής των Σκουριών.  Ακόμη προσβάλλουν και αμφισβητούν έτσι την αντικειμενικότητα του έργου που παράγουν οι συνάδελφοι γεωεπιστήμονες που  εργάζονται στα μεταλλεία, ενώ δοκιμάζουν ακόμη το περιεχόμενο και το επίπεδο εκπαίδευσης στα ελληνικά πανεπιστήμια, καθώς και τις γνώσεις και τις δυνατότητες επαγγελματικής αποκατάστασης νέων γεωεπιστημόνων. Και αυτό είναι το πιο λυπηρό από όλα. Το γεγονός ότι αρνούνται την πρακτική αξία και την δυναμική εφαρμογής της επιστήμης τους. Να μην λειτουργεί αφοριστικά και μηδενιστικά, αλλά να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις και να δίνει λύσεις στα προβλήματα. Αυτός είναι ο ρόλος και η συμβολή του γεωεπιστήμονα στην ανάπτυξη. Να μην γίνεται συνένοχος στην άρνηση και την παρεμπόδιση της αλλά να είναι βασικός συντελεστής στην πραγματοποίηση της. Και είναι σίγουρο ότι η συμμετοχή και εμπλοκή της πολιτικής σκοπιμότητας στρεβλώνει και εκφυλίζει κάθε είδους ορθολογική σκέψη. 

Στην πραγματικότητα αυτό που ισχύει με βάση αυστηρούς γεωεπιστημονικούς όρους, κριτήρια και δεδομένα είναι ότι,

·        Στην ΒΑ Χαλκιδική και στην περιοχή των μεταλλείων Κασσάνδρας δεν γίνεται εξόρυξη χρυσού, γιατί απλά δεν υπάρχουν κοιτάσματα χρυσού. Πρόκειται στην περίπτωση της Ολυμπιάδας και των Μαύρων Πετρών για κοιτάσματα θειούχων μεταλλικών ορυκτών μολύβδου και ψευδαργύρου (γνωστών και σαν μικτά θειούχα) που περιέχουν επίσης εκμεταλλεύσιμες περιεκτικότητες αργύρου και χρυσού. Για πολλές δεκαετίες τώρα, όπως συμβαίνει ακόμη και σήμερα, στα μεταλλεία Ολυμπιάδας, Μαντέμ Λάκκου και Μαύρων Πετρών, η παραγωγη συμπυκνωμάτων θειούχου μολύβδου (γαληνίτη) και θειούχου ψευδαργύρου (σφαλερίτη) αποτελεί την οικονομική βάση πάνω στην οποία στηρίζεται η μεταλλευτική τους λειτουργία. Ο χρυσός παρέμενε σαν παραπροϊόν στο μέχρι πρότινος μη εμπορεύσιμο συμπύκνωμα σιδηροπυρίτη-αρσενοπυρίτη. Στην περίπτωση των Σκουριών η προοπτική εκμετάλλευσης αφορά κυρίως στην εξόρυξη κοιτάσματος θειούχων ορυκτών χαλκού με αυξημένη περιεκτικότητα χρυσού, και στην παραγωγή συμπυκνώματος θειούχου χαλκού (χαλκοπυρίτη). Η νέα παραγωγική παρέμβαση που είναι μέρος του επενδυτικού έργου και βρίσκεται σε εξέλιξη αφορά στην μεταλλουργία χρυσού, δηλαδή στην ανάκτηση μεταλλικού χρυσού από τα δύο χρυσοφόρα συμπυκνώματα αρσενοπυρίτη Ολυμπιάδας και χαλκοπυρίτη Σκουριών με την εφαρμογή της τεχνολογίας της ακαριαίας τήξης. Δεν προκύπτει συνεπώς θέμα εξόρυξης χρυσού όπως μερικοί συνειδητά ή από λάθος επικαλούνται, αλλά πρόκειται για μεταλλουργία χρυσού. Η εξόρυξη όπως προαναφέρθηκε συνεχίζει να αφορά σε πολυμεταλλικά/μικτά θειούχα μεταλλεύματα όπως συνέβαινε στην περιοχή εδώ και πολλά χρόνια. Στην χώρα μας δεν υπάρχει εξόρυξη κοιτάσματος χρυσού.  Τα μοναδικά κοιτάσματα των οποίων η οικονομικότητα συνδέεται αποκλειστικά με την παρουσία χρυσού είναι αυτά της Θράκης, και κάποια άλλα που προς το παρόν βρίσκονται ένα ή περισσότερα κοιτασματολογικά επίπεδα χαμηλότερα.
·        Στην πλευρά των μεταλλείων Ολυμπιάδας και Μαύρων Πετρών, των γνωστών μεταλλείων Κασσάνδρας, έχουν διαπιστωθεί περιορισμένες επιπτώσεις στην υποβάθμιση σε υδροφόρους ορίζοντες και εδάφη. Με τη συμβολή και της ΕΠΙΤΗΡΩ (ΕΠΙτροπή ΤΗρησης περιβαλλοντικών όΡΩν), που λειτούργησε για 5 χρόνια στην περιοχή με συμμετοχή και εκπροσώπου του Δήμου, συλλέγοντας και στηριζόμενη μάλιστα σε δικές της δειγματοληψίες και αναλύσεις, υπήρξαν παρεμβάσεις  αποτελεσματικής αυτοψίας και αντιμετώπισης περιβαλλοντικών προβλημάτων που δημιούργησε προγενέστερη μεταλλευτική δρατηριότητα. Πραγματοποιήθηκαν διαχειριστικές παρεμβάσεις, λαμβάνοντας επίσης υπόψη και παράλληλα ελέγχοντας το συστήμα περιβαλλοντικής παρακολούθησης της εταιρείας, σε σχέση με τα νερά, τα εδάφη και τους χώρους απόθεσης μεταλλευτικών αποβλήτων που όλοι έχουν πλέον αποκατασταθεί. Συνεπώς αυτοί που αναφέρονται σε προβληματικούς υδροφορείς και κατεστραμμένα εδάφη θα πρέπει να γίνουν πιο συγκεκριμένοι. Στις Σκουριές, σε ότι σφορά στις πολυσυζητημένες επιπτώσεις στα νερά, την απόντηση δίνει με πολύ πειστικό επιστημονικά τρόπο η σχετική υδρογεωλογική μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην περιοχή. Και βέβαια στις Σκουριές πρόκειται για ένα κοίτασμα με σχετικά «φτωχή» συγκέντρωση θειούχων μεταλλικών ορυκτών χαλκού γεγονός που περιορίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό κάθε μορφή χημικής ρύπανσης. Τα απόβλητα που καλείται κανείς να διαχειριστεί δεν είναι παρά υλικά απόλυτα αδρανή ως προς τις όποιες επιπτώσεις στο περιβάλλον. Και είναι φυσικά, γεωγραφικά και χωροταξικά φανερό ότι σε ότι αφορά στο περιβάλλον, η Ολυμπιάδα, το Στρατώνι, η Στρατονίκη που φιλοξενούν το μεγαλύτερο μέρος των παραγωγικών υποδομών έχουν τον πρώτο λόγο να ενδιαφέρονται για αυτό.
·        Υπάρχουν επίσης και οι εξελίξεις στις νέες τεχνολογίες και τις καινοτομικές παραμβάσεις σε όλο το φάσμα και τα στάδια της μεταλλευτικής παραγωγής. Η Ευρώπη μέσα από το πρόγραμμα Ορίζοντας 2020 χρηματοδοτεί ήδη έργα έρευνας και καινοτομίας με τον συνολικά διαθέσιμο προϋπολογισμό για τις ορυκτές πρώτες ύλες (ΟΠΥ) να ανέρχεται σε περίπου 1 δις ευρώ. Είναι μεγάλη παράλειψη το γεγονός ότι κανείς σήμερα δεν συζητά για την τεχνολογική επανάσταση που συντελείται στην μεταλλευτική βιομηχανία. Με την τα κράτη μέλη της Ε.Ε. να τοποθετούν τις ΟΠΥ στην κορυφή της πολιτικής και αναπτυξιακής ατζέντας, επιλέγοντας έτσι να διασφαλίσουν τα αποθέματα που χρειάζονται από δικές τους κοιτασματολογικές πηγές. Δεν είναι δυνατόν από τη στιγμή που έχουμε περάσει από την αναλογική στην αμόλυβδη βενζίνη, από το φυσικό αέριο στο βιοαέριο, από τις υβριδικές στις ηλεκτροκίνητες μηχανές αυτοκινήτων εμείς να «καίμε ακόμη ντίζελ»  στον τρόπο που σκεφτόμαστε και λειτουργούμε. Υπάρχει ένας κόσμος εκεί έξω που ψάχνει, ανακαλύπτει, καινοτομεί, υπερασπίζεται την ανάπτυξη και προοδεύει. Αν δεν θέλουμε μονομιάς να γίνουμε μέρος του μπορούμε τουλάχιστον να δοκιμάσουμε.

Δυστυχώς στο θέμα αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου της χώρας έχει δημιουργηθεί και επικρατεί μια ιδιαίτερα διχαστική και αντιφατική αντίληψη. Συναντάς ανυποψίαστους πολίτες που αναφέρονται στην μεταλλευτική δραστηριότητα, λες και πρόκειται για την μεγαλύτερη καταστροφική  απειλή για το περιβάλλον και τον άνθρωπο. Θα ξεραθούν τα πάντα λέει ο ένας, δεν θα μπορούμε να πιούμε νερό και δεν θα υπάρχει ίχνος ζωής ισχυρίζεται ό άλλος. Και όλα αυτά στη βάση κατασκευασμένων ψεμμάτων, παραπληροφόρησης, παραπλάνησης από συγκεκριμένα άτομα, ομάδες και αντιμεταλλευτικά κέντρα που εξειδικέυονται στην καταστροφολογία και κινδυνολογία.


Και οι υπάρχουν και οι άλλες χώρες και κοινωνίες που σέβονται και καλλιεργούν την ελεύθερη και δημοκρατική άποψη των πολιτών. Στη Φινλανδία, την Σουηδία, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, τον Καναδά και την Αυστραλία, όπου όχι μόνον στηρίζουν την μεταλλευτική τους παραγωγή αλλά συνεχίζουν ακόμη να αυξάνουν τις δαπάνες και τον βαθμό κοιτασματολογικής έρευνας για τον εντοπισμό πρόσθετων αποθεμάτων. Το ίδιο συμβάνει σε εκατοντάδες, χιλιάδες ίσως, μεταλλευτικές περιοχές του πλανήτη. Όσο για τους αντιμεταλλευτικούς δεν έχουν παρά μονο να πάνε να δουν από κοντά ότι υπάρχει ένας άλλος κόσμος που σκέφτεται και ενεργεί δημιουργικά. Ένας κόσμος που ευημερεί, δίνει δουλειές στους νέους ανθρώπους, χαίρεται και προσατεύει το φυσικό περιβάλλον, ζει καλά και πολλά χρόνια, χτίζει σχολεία και νοσοκομεία, γενικά απολαμβάνει την καθημερινότητα χωρίς φανατισμούς, αφορισμούς, προκαταλήψεις και κολλημένα μυαλά.


Κυριακή 16 Ιουλίου 2017

The X-MINE project re-considers ore deposit modeling, and re-assesses the exploration and economic geology potential of Bergslagen

The historical and classical mining province of Bergslagen in Sweden remains a potential exploration target. New metallogenetic interpretations, 3D/4D geological modeling, performance of advanced multidisciplinary methodologies and innovative technology applications may generate further challenging opportunities in terms of locating deeper seated ore bodies and unlock feasible critical raw materials associations. A major mineralised belt is the one defined, from north to south, by the well known mines and occurrences in Stråssa, Håkansboda, Lovisa, Stripa, Guldsmedshyttan, Fanthyttan and Leja. A regional scale N20-40oS striking shear zone, imposed upon a lithostratigraphic sequence of acidic metavolcanic rocks interbedded with horizons of crystalline carbonates, seems to be the main structure controlling the spatial extension, and most probably the oxide and sulfide ore forming mechanism in the area.  Shear-related ductile and brittle deformation appears more likely to be the reason for the origin of the banding, folding and fracturing observed. Up to now the genetic origin of the mineralizing processes and ore forming systems were referred to either sedimentary exhalative (SEDEX), mainly due to the occurrence of Banded Iron Formations (BIF), and/or to carbonate replacement skarn-related deposition.

Major questions and issues to be highlighted and addressed, particularly as part of the recently started EU-funded X-MINE project, are:
·        The presence of SEDEX mineralisations and they relate timely to ore formation
·        The role of shear-zone deformation in controlling mineralizing fluids and ore deposition in relation to the metavolcanic and interbedded marble contact zones
·        The role of carbonate/marble beds in the formation of skarn/manto-style deposits
·        The role of crosscutting fault systems and their intersections with shear zone and carbonate rocks in forming ore concentrations
·        The identification and characterisation of alteration processes in relation to mineralisations, based on both mineralogy and lithogeochemistry
·        A better understanding of why various types of mineralisations, in terms of mineralogical and geochemical composition, are formed and found in different locations and parts within a pretty similar setting of bedrock lithologies, though strikingly controlled alongside the shear-zone structure and carbonate rocks lithostratigraphy, such as,
o   Iron ore in Stråssa 
o   Cu, Co, As, Sb, Au, Bi in Håkansboda
o   Zn, Pb in Lovisa
o   Iron ore in Stripa
o   Ag, Pb in Guldsmedshyttan
o   Cu,… in Leja
·        How is this part of the belt, ore geologically connected and linked to its northward extension towards Bastnäs and Norberg, where also a potential REE component is added to the mineral system, to form the so called REE-line  
·        Finally which is the role of the granitic, but also the metamafic intrusions in sourcing heat, mobilizing hydrothermal fluids and providing metals













Παρασκευή 30 Ιουνίου 2017

Σουηδικό «μοντέλλο» και στη μεταλλευτική παραγωγή

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του φορέα Γεωλογικής Έρευνας Σουηδίας (http://www.sgu.se/om-sgu/nyheter/2017/juni/okad-malmproduktion-under-2016/) καταγράφονται σαφείς τάσεις οικονομικής ανάκαμψης της βιομηχανίας ορυκτών πρώτων υλών της χώρας . Συγκεκριμένα το 2016 έκλεισε με συνολικά αυξημένη μεταλλευτική παραγωγή με τον ψευδάργυρο και τον άργυρο να πετυχαίνουν ιστορικά ρεκόρ επιδόσεων. Η εξέλιξη αυτή συδέεται σε μεγάλο βαθμό με την σταθεροποίηση και τις υψηλότερες «πτήσεις» που παρατηρούνται πλέον στις τιμές πολλών ορυκτών και μετάλλων. Για παράδειγμα, σε σχέση με το 2015, η τιμή του σιδήρου αυξήθηκε με 80%, του ψευδαργύρου με 70%, των άλλων μετάλλων με περίπου 20%, ενώ η τιμή του χρυσού παρέμεινε σταθερή. Η σουηδική λοιπόν μεταλλευτική παραγωγή μέσα στο 2016 αυξήθηκε με 3% και έπιασε συνολικά τους 74,9 εκ. τόνους,  επίδοση που αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη μετά το 1990.   
Περισσότερο ανέβηκε η παραγωγή του σιδήρου με 8% και 26,9 εκ. τόνους. Η μεταλλική παραγωγή 499 τόνων αργύρου και 258.164 τόνων ψευδαργύρου, που αντιστοιχεί σε ποσοστιαία αύξηση 5%, ήταν η μεγαλύτερη από ποτέ, κυρίως λόγω της νέας μεταλλουργικής μονάδας που ξεκίνησε την λειτουργία της στη χώρα.

Σε σχέση με την μεταλλευτική παρουσία της Σουηδίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση η χώρα βρίσκεται στην,
-          Πρώτη θέση στο σίδηρο καλύπτοντας το 91% ευρωπαϊκής παραγωγής
-          Πρώτη θέση στο μόλυβδο και ψευδάργυρο
-          Δεύτερη θέση στον άργυρο
-          Τρίτη θέση στο χρυσό, και
-          Τέταρτη θέση στο χαλκό

Ακόμη, η παραγωγή βιομηχανικών ορυκτών αυξήθηκε και αυτή με 3% ενώ δόθηκαν και τρεις νέες μεταλλευτικές άδειες. Από την άλλη πλευρά, στον αντίποδα των θετικών τάσεων υπήρξε πτώση στις δαπάνες κοιτασματολογικής έρευνας και μείωση 10% στην παραγωγή δομικών λίθων.

Η σουηδική μεταλλευτική βιομηχανία καταφέρνει κατορθώνει ακόμη και σε περιόδους ύφεσης να διατηρεί την ανταγωνιστική της θέση και δεινότητα, και να πετυχαίνει βιώσιμες αναπτυξιακά επιδόσεις και αποτελέσματα. Ο σωστός στρατηγικός σχεδιασμός  που συνδέεται με την συνεχή αναζήτηση της καινοτομίας, την σταθερή επιλογή της βιομηχανίας ορυκτών πρώτων υλών στον ρόλο βασικού αναπτυξιακού πυλώνα της χώρας, η ρεαλιστική αποδοχή του εθνικού συγκριτικού πλεονεκτήματος, το λειτουργικό νομικό και θεσμικό πλαίσιο, και φυσικά η δυνατότητα ειλικρινούς διαλόγου και δημοκρατικής διαβούλευσης  με την κοινωνία και τους πολίτες, αποτελούν όλα οριμένες χαρακτηριστικές πρακτικές που εφαρμόζονται με συνέπεια και υπευθυνότητα.

Το  Σουηδικό μοντέλλο στη μεταλλευτική παραγωγή είναι υπαρκτό και λειτουργεί πάντοτε προς όφελος της χώρας και των τοπικών κοινωνιών, και μπορεί, γιατί όχι, να αποτελέσει πρότυπο για πολλές άλλες χώρες, σαν την δική μας όπου η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου ταλαιπωρείται εδώ και χρόνια, αντιμετωπίζοντας κάθε είδους εμπόδια και προβλήματα. 


Κυριακή 25 Ιουνίου 2017

How would National Geological Surveys respond to year lows of declines, deep downturns and spending drops in mineral exploration?

In times of a cautious metal market and consequently declining investment in mineral exploration, like the one during recent 5 years, it happens that,
- junior miners and/or exploration/prospecting companies have no financial capacity and ability to get bank loans or failed support level from the stock market
- major miners spend a limited amount of their production earnings to in-mine and/or near-mine brownfield exploration.
However,
- A strong greenfield exploration program is central to the long-term growth of the industry, as this is the only way of delivering the next major new mining camp. It is the best solution is to find new, high-quality deposits.
-Genuine greenfield discovery focused on high-quality targets remains the best long-term option to grow a company.
-Exploration success is not measured simply in terms of the number of deposits found, but rather the number of high-quality mines built.
In such times, National Geological Surveys should ensure a strategy for long-term sustainable greenfield exploration in order to secure future mineral resources supplies uninterruptible.


Παρασκευή 23 Ιουνίου 2017

Did China just win the long-game on rare earth metals?

Did China just win the long-game on rare earth metals? How have the Chinese come to dominate the world market? Is there any further extension of the Chinese era to be expected?
Responses and feedbacks that might be answers to these questions were discussed during the recent ERES 2017 conference (http://eres2017.eresconference.eu/)
- The Chinese government at the highest levels implements state sponsored industrial policy, including government funded programs.
- Rare earths (REs) were a top priority for the last 3 Chinese leaders Deng Xiaoping, Jiang Zemin and Xi Jiping. How many EU political leaders and governments did the same?
- Today China’s value chain spans two cities officially referred to their governments as “rare earth cities” with a combined population of 17 million people.
- This is government sponsored monopoly.
The following foundings were also made,
- Different mining of RE resource is pointless without a corresponding value chain
- Developing a value chain is pointless without first establishing an uninterruptable source of REs
- Small scale value chain production will be subject to China’s large scale efficiencies.
The possible reasons of this ongoing and evolving trend were also indicated, identified and mentioned in an interview given to SETIS (Strategic Energy Technologies Information System) in 16/02/2015 ( https://setis.ec.europa.eu/…/chair-of-egs-mineral-resources…)


Σάββατο 17 Ιουνίου 2017

Real-Time Mineral X-Ray Analysis for Efficient and Sustainable Mining (X-Mine)

Mining regions in the east EU, making pilot targets of technology innovations to be developed during the X-Mine project in order to achieve a more resource-efficient mining. Old bedrock settings and related mineral systems in the north and young ones in the south. Never mind the age gap the mineral resources socio-economic value remains the same.
The X-MINE project supports better resource characterization and estimation as well as more efficient ore extraction in existing mine operations, making the mining of smaller and complex deposits economically feasible and increasing potential European mineral resources (specifically in the context of critical raw materials) without generating adverse environmental impact.
The project will implement large-scale demonstrators of novel sensing technologies improving the efficiency and sustainability of mining operations based on X-Ray Fluorescence (XRF), X-Ray Transmission (XRT) technologies, 3D vision and their integration with mineral sorting equipment and mine planning software systems.
The project will deploy these technologies in 4 existing mining operations in Sweden, Greece, Bulgaria and Cyprus. The sites have been chosen to illustrate different sizes (from small-scale to large-scale) and different target minerals (zinc-lead-silver-gold, copper-gold, gold) including the presence of associated critical metals such as indium, gallium, germanium, platinum group metals and rare earth elements. The pilots will be evaluated in the context of scientific, technical, socio-economic, lifecycle, health and safety performances.
The sensing technologies developed in the project will improve exploration and extraction efficiency, resulting in less blasting required for mining. The technologies will also enable more efficient and automated mineral-selectivity at extraction stage, improving ore pre-concentration options and resulting in lower use of energy, water, chemicals and men hours (worker exposure) during downstream processing.
The consortium includes 5 industrial suppliers, 4 research/academic organizations, 4 mining companies and 1 mining association. The project has a duration of 3 years and a requested EC contribution of €9.3M.