Η διαχρονική αξιοποίηση των Ορυκτών Πρώτων Υλών (ΟΠΥ) έχει συμβάλλει καθοριστικά στην κοινωνική και πολιτιστική εξέλιξη του ανθρώπου. Ακόμη και σήμερα, στην περίοδο της μετα-βιομηχανικής εποχής, η εκμετάλλευση των ΟΠΥ εξυπηρετεί σε μεγάλο βαθμό καθημερινές αλλά και γενικότερες ανάγκες των πολιτών, και συνεισφέρει στην περαιτέρω οικονομική ανάπτυξη και πρόοδο. Η διαρκώς αυξανόμενη ζήτησή τους αποτελεί σταθερή προστιθέμενη αξία για το μέλλον. Από την άλλη πλευρά το 70% των αναγκαίων πρώτων υλών για την ευρωπαϊκή βιομηχανία εισάγονται από τρίτες χώρες, ενώ το 70% της ευρωπαϊκής βιομηχανίας γενικότερα βασίζεται σε ορυκτές πρώτες ύλες. Και ενώ η Ευρώπη καταναλώνει το 30% της παγκόσμιας παραγωγής μεταλλικών ορυκτών παράγει μόνο το 3%. Προκύπτουν έτσι νέες αναπτυξιακές προτεραιότητες και στρατηγικές επιλογές για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής Εξορυκτικής Βιομηχανίας Μη Ενεργειακών Ορυκτών (ΕΒΜΕΟ). Βασικό ζητούμενο είναι η εκμετάλλευση ευρωπαϊκών κοιτασμάτων και η τόνωση της περιφερειακής οικονομίας. Είναι κοινά αποδεκτό ότι είναι καιρός για την Ευρώπη να στηρίξει την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη στις δικές της πηγές ορυκτών. Στην βάση των εξελίξεων αυτών βρίσκεται η συναίνεση και αποδοχή της πλειοψηφίας των ευρωπαίων πολιτών για την βιώσιμη σχέση της μεταλλευτικής βιομηχανίας με το περιβάλλον και την κοινωνική πρόοδο. Έχοντας εξασφαλίσει όρους βιώσιμης λειτουργίας της μεταλλευτικής βιομηχανίας η Ε.Ε. με την νέα Πρωτοβουλία της για τις Πρώτες Ύλες - ΠΠΥ (COM2008 / 699: Raw materials Initiative - επαναφέρει στο επίκεντρο του αναπτυξιακού ενδιαφέροντος την αξιοποίηση τους προς όφελος της απασχόλησης και της ποιότητας ζωής των πολιτών. Κοιτασματολογικοί στόχοι που βρίσκονται στον πυρήνα του μεταλλευτικού ενδιαφέροντος και χρήζουν συστηματικότερης παραγωγικής προσέγγισης, με τους όρους της βιώσιμης εκμετάλλευσης, αφορούν στις Μη Ενεργειακές Ορυκτές Πρώτες Ύλες (ΜΕΟΠΥ) που περιλαμβάνουν τα μεταλλικά, τα βιομηχανικά, τα λατομικά ορυκτά ή αλλιώς δομικά υλικά (διακοσμητικά πετρώματα, δομικοί λίθοι, αδρανή υλικά).
Η ελληνική εξορυκτική δραστηριότητα αποτελεί σημαντικό οικονομικό τομέα της χώρας με πολλές και ελπιδοφόρες αναπτυξιακές προοπτικές. Ακόμη η ελληνική βιομηχανία ΜΕΟΠΥ αποτελεί δομικό στοιχείο απαραίτητο για την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη πολλών άλλων κλάδων της εθνικής οικονομίας, προμηθεύοντας πρώτες ύλες για τις ανάγκες της ελληνικής βιομηχανίας ευρύτερα αλλά και της καθημερινής ζωής. Η Ελλάδα κατέχει κλαδικά σημαντική θέση στην Ευρωπαϊκή και παγκόσμια αγορά όσον αφορά συγκεκριμένες ΜΕΟΠΥ. Συγκεκριμένα, στις πρώτες θέσεις μαζί με τον λιγνίτη, τα αδρανή υλικά και τα μάρμαρα, βρίσκονται ο βωξίτης, τα νικελιούχα σιδηρομεταλλεύματα, οι ποζολανικές γαίες, ο μπεντονίτης, ο περλίτης, ο γύψος και η κίσσηρις. Είναι βέβαια σαφές πως εξορυκτική δραστηριότητα χωρίς πρόσβαση σε νέα κοιτάσματα δεν μπορεί να υπάρξει. Για παράδειγμα η μεταλλευτική αξία των βεβαιωμένων αποθεμάτων νικελίου, ψευδαργύρου, μολύβδου, χαλκού, χρυσού και αργύρου στην Μακεδονία και Θράκη, με βάση τις τρέχουσες τιμές των μετάλλων, ανέρχεται περίπου σε 28 δισ. ευρώ. Ένα πολύ μικρό μέρος της αξίας αυτής αξιοποιείται σήμερα παραγωγικά. Τα δυναμικά αποθέματα που φιλοξενούντα στις υπάρχουσες μεταλλευτικές αλλά και σε νέες περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος είναι σε θέση να πολλαπλασιάσουν το προαναφερόμενο οικονομικό μέγεθος. Με βάση τα αποθέματα και το μεταλλικό περιεχόμενο σε χρυσό, άργυρο, χαλκό, μόλυβδο και ψευδάργυρο η Β. Ελλάδα είναι από τις πλουσιότερες κοιτασματολογικές περιφέρειες της Ευρώπης και μπορεί να αποτελέσει σταθερή μεταλλευτική πηγή για την βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας. Είναι φανερό ότι ο ελληνικός ορυκτός πλούτος είναι σε θέση να συμβάλλει καθοριστικά στην κατεύθυνση εντατικότερης και αποτελεσματικότερης εκμετάλλευσης ενδοευρωπαϊκών πηγών ΜΕΟΠΥ. Πέρα από τις τρεις επενδύσεις χρυσού που βρίσκονται σε εξέλιξη στην Μακεδονία και Θράκη προκύπτουν νέες αναπτυξιακές δυνατότητες και επενδυτικές ευκαιρίες για την αξιοποίηση και άλλων κοιτασματολογικών πηγών ΜΕΟΠΥ της χώρας στην κατεύθυνση παραγωγικής σταθερότητας της ελληνικής εξορυκτικής βιομηχανίας. Η εξέλιξη αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία για την αναπτυξιακή βιωσιμότητα και τις προοπτικές απασχόλησης πολλών τοπικών κοινωνιών.
Η παραγωγική εκμετάλλευση των ελληνικών ΜΕΟΠΥ αλλά και γενικότερα των ΟΠΥ, είναι σημαντική για την εθνική οικονομία. Η προβλεπόμενη αύξηση ζήτησης στο μέλλον, απαιτεί τον εντοπισμό και αξιοποίηση περισσότερων κοιτασμάτων στην χώρα. Βέβαια η πορεία αυτή προϋποθέτει αποτελεσματικές και δυναμικές παρεμβάσεις και λύσεις σε κρίσιμα θέματα αξιοποίησης των ΟΠΥ στην Ελλάδα σε σχέση με τις συνθήκες που διαμορφώνονται από τις τρέχουσες ευρωπαϊκές και διεθνείς εξελίξεις.
Βασικός προσανατολισμός και προορισμός ενός ευρύτερα αποδεκτού οδικού χάρτη είναι η κοιτασματολογική αναβάθμιση και ολοκληρωμένη αποθεματική διαχείριση του ελληνικού ορυκτού πλούτου, η ανάδειξη και εφαρμογή συγκεκριμένων αναπτυξιακών πολιτικών και τεχνολογικών εργαλείων και η τήρηση όρων και δεικτών σχετικών με την βιώσιμη εκμετάλλευση των ΟΠΥ. Στην κατεύθυνση αυτή κύρια επιδίωξη είναι η συνθετική αξιολόγηση και παροχή αξιόπιστων επιστημονικών και αναπτυξιακών δεδομένων σχετικά με το κοιτασματολογικό δυναμικό των ΟΠΥ και ειδικότερα των ΜΕΟΠΥ με αποδέκτες δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς χωροταξικού σχεδιασμού, επενδυτικού προγραμματισμού και κοινωνικού ενδιαφέροντος.
Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου 2010
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)