Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2023
Ποιος είπε ότι ο χρυσός δεν «σκουριάζει» Νικόλαος Αρβανιτίδης, Δρ Οικονομικός Γεωλόγος
Η δραστηριότητα της σουηδικής μεταλλευτικής εταιρίας BOLIDEN αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ολοκληρωμένης λειτουργικής παρουσίας της αξιακής αλυσίδας των ορυκτών πρώτων υλών (ΟΠΥ) που καθετοποιημένα παράγει. Από την κοιτασματολογική έρευνα, την εξόρυξη και τον εμπλουτισμό μέχρι την μεταλλουργία και τα τελικά προϊόντα και παραπροϊόντα των ΟΠΥ που εμπορεύεται και προμηθεύει. Μεταλλεία όπου εξορύσσονται τα κοιτάσματα, μονάδες εμπλουτισμού όπου παράγονται τα συμπυκνώματα και εργοστάσια μεταλλουργίας που παράγουν τις μεταλλικές πρώτες ύλες κατάλληλες για τις τελικές χρήσεις που προορίζονται. Στην Σουηδία,. Φινλανδία, Νορβηγία και Ιρλανδία, όπου δραστηριοποιείται η εταιρία, επιχειρεί με τις πλέον καινοτόμες τεχνολογίες, εφαρμόζει καθόλα βιώσιμες διαδικασίες και απασχολεί συνολικά, περίπου 6 200 εργαζόμενους. Πιο συγκεκριμένα γεωγραφικά και μεταλλογενετικά, στην περιφέρεια Västerbotten της βορειοκεντρικής Σουηδίας στα τρία μεταλλεία Kristineberg, Renström Kankberg (Σχ. 1) εξορύσσονται τα πολυμεταλλικά κοιτάσματα της περιοχής σε βάθη 1350, 1500 και 650 μέτρων, αντίστοιχα (1). Απασχολούν 650 εργαζόμενους συμπεριλαμβανομένων των μονάδων εμπλουτισμού που παράγουν συμπυκνώματα ψευδαργύρου, μολύβδου, χαλκού, χρυσού, αργύρου και τελλουρίου, με το λειτουργικό κέρδος (operating profit) για το 2021 να ανέρχεται σε 101 εκ ευρώ. Δυτικότερα των μεταλλείων λειτουργεί το εργοστάσιο μεταλλουργίας Rönnskär όπου καταλήγουν τα προαναφερόμενα συμπυκνώματα, όπως και το συμπύκνωμα των 25% χαλκού από το μεταλλείο Aitik των 700 εργαζομένων, στην σουηδική Λαπωνία (Σχ. 1). Στο συγκεκριμένο εργοστάσιο μεταλλουργίας, που παράγει μεταλλικά προϊόντα (σε παρένθεση οι ποσότητες του 2021) χαλκού (223 000 τόνοι), ψευδαργύρου (34 000 τόνοι), μολύβδου (27 000 τόνοι), χρυσού (11 τόνοι) και αργύρου (483 τόνοι), απασχολούνται 865 εργαζόμενοι, ενώ το λειτουργικό κέρδος για το 2021 ανήλθε σε 97 εκ ευρώ (2).
Σχ. 1: Χάρτης που αναφέρεται στις ορυκτές πρώτες ύλες που εξορύσσονται σήμερα στην Σουηδία, και προσδιορίζει με κόκκινο περίγραμμα τα μεταλλεία στα οποία εστιάζεται το παράδειγμα που περιγράφεται στο κείμενο, ενώ βορειότερα διακρίνεται το μεταλλείο χαλκού Aitik.
Με σημείο αναφοράς το παράδειγμα αυτό, όπου είναι χαρακτηριστική η βιώσιμη μεταλλευτική ανάπτυξη και η συνολικά καθετοποιημένη αξιακή εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της συγκεκριμένης περιοχής, γίνεται εύκολα αντιληπτή η στρεβλή από κάθε άποψη εξέλιξη της επένδυσης μεταλλουργίας χρυσού στην χώρα μας, όπως από την αρχή τιτλοφορήθηκε. Ένα αναπτυξιακό όραμα που όμως ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε. Στην παραπάνω από τρεις δεκαετίες πολυτάραχη και περιπετειώδη πορεία της υπήρξαν πολλές εναλλαγές και αλλαγές, πολλαπλές διαφοροποιήσεις και αναταράξεις, κυρίως σε σχέση με πρόχειρες και πρόσκαιρες κάθε φορά πολιτικές προσεγγίσεις και επιλογές, αντιφατικές κι συχνά ευκαιριακές ιδεοληπτικές αντιλήψεις, λανθασμένο επιχειρησιακό σχεδιασμό, αλλά και ανεπαρκή επιχειρηματική δεινότητα. Γιατί αν το δει κανείς από την πλευρά της οικονομικής γεωλογίας και την προοπτική υλοποίησης πρακτικών βιώσιμης ανάπτυξης, με βάση την ολοκληρωμένη πλουτοπαραγωγική αξιοποίηση των μεταλλευμάτων της ΒΑ Χαλκιδικής (Ολυμπιάδα, Στρατώνι, Μαύρες Πέτρες/Στρατονίκη, Σκουριές), τόσο η μεταξύ τους γεωγραφική θέση (Σχ. 2), όσο και τα μεταλλογενετικά χαρακτηριστικά και η πολυμεταλλικότητα τους (3, 5 και 6), καθώς και η διάταξη των υφιστάμενων υποδομών (π.χ. εργοστάσια εμπλουτισμού, δίκτυα), μοιάζουν σε μεγάλο βαθμό με τα διακρινόμενα στο σουηδικό παράδείγμα.
Σχ. 2: Τα θειούχα κοιτασματολογικά συστήματα του ψευδαργύρου-μολύβδου-αργύρου-χρυσού Ολυμπιάδας και χαλκού-χρυσού Σκουριών, βρίσκονται ιδανικά χωρικά και κατάλληλα μεταλλογενετικά, ως προς την από κοινού μεταλλουργική καθετοποιημένη αξιοποιησή τους (Διαφοροποιημένος χάρτης από Ελληνικό Χρυσό).
Καθώς λοιπόν οι προϋποθέσεις στην ΒΑ Χαλικιδική υπήρχαν και υπάρχουν, και ενώ η μεταλλουργία ήταν «εξ αρχής» ο κυρίαρχος στόχος της επένδυσης, η δυνατότητα υλοποίησης της έχει απομακρυνθεί και από ότι φαίνεται μάλλον ακυρωθεί σαν αναπτυξιακή προοπτική σε σχέση και με την σταδιακή μέιωση των σχετικών αποθεμάτων. Το γεγονός ότι η μέχρι πρότινος, πολύ σωστά προκρινόμενη μεταλλουργία χαλκού, χρυσού και αργύρου* (3, 5) απορρίφθηκε με συνοπτικές διαδικασίες, επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Αυτό σημαίνει ότι η επένδυση παραμένει στάσιμη σε αυτό που συμβαίνει εδώ και δεκαετίες στην περιοχή, δηλαδή στην παραγωγή συμπυκνωμάτων, αφού πλέον δεν υπάρχει κάποιο αξιόπιστο σχέδιο προς συγκεκριμένη μεταλλουργική εξέλιξη. Έτσι λοιπόν η τοπική κοινωνία χάνει την ευκαιρία απασχόλησης περισσότερων εργαζόμενων σε θέσεις που θα δημιουργούσε η μεταλλουργία, κάτι που φαίνεται χαρακτηριστικά στο σουηδικό παράδειγμα όπου λόγω της μεταλλουργίας απασχολούνται ακόμη 865 εργαζόμενοι πέρα των 650 των γειτονικών μεταλλείων. Η χώρα με την σειρά της χάνει την δυνατότητα αναβάθμισης του «τεχνολογικού» της προφίλ, αλλά κυρίως χάνει τους πρόσθετους φόρους που θα προέκυπταν από τα περισσότερα εισοδήματα, αλλά πιο πολύ από το αυξημένο ποσό εταιρικού φόρου. Είναι επίσης στρατηγικής σημασίας για μια χώρα να ελέγχει «εξ ολοκλήρου» την αξιακή αλυσίδα των ΟΠΥ που παράγει. Η ολοκληρωμένη παραγωγική εκμετάλλευσης τους προσθέτει αναπτυξιακή αξία και οδηγεί στην μεγιστοποίηση του πολλαπλού όφελους που προκύπτει.
Σχ. 3: Ορυκτά χαλκού, με επικεφαλής τον χαλκοπυρίτη (αριστερά), που χαρακτηρίζουν το κοίτασμα Σκουριών, και θειούχα ορυκτά μολύβδου (γαληνίτη), ψευδαργύρου (σφαλερίτη) και «χρυσοφόρων» σιδηροπυρίτη-αρσενοπυρίτη (δεξιά), που κυριαρχούν στην πολυμεταλλική Ολυμπιάδα.
Σε μια γενικότερη θεώρηση και πιο ρεαλιστική προσέγγιση των πραγμάτων φαίνεται πως η εφαρμογή πρακτικών βιώσιμης ανάπτυξης, που οφείλουν να διέπουν κάθε επενδυτική δραστηριότητα, παραμένει σε εκκρεμότητα και ζητούμενο στην χώρα μας. Σε κάθε περίπτωση δηλαδή να αναζητάται, να επιδιώκεται και να επιτυγχάνεται σχετική ισορροπία μεταξύ οικονομικής προόδου, περιβαλλοντικής προστασίας και κοινωνικής συνοχής.
Η οικονομική διάσταση, σε σχέση με την κερδοφορία που απαιτεί κάθε επενδυτική δραστηριότητα, πρέπει απαραίτητα να συνοδεύεται από πλευράς εταιρικών σχημάτων, με την παρουσία έγκυρων επιχειρησιακών σχεδίων, αξιόπιστου και καινοτόμου τεχνογνωσιακού κεφαλαίου και λειτουργική δεινότητα που εγγυάται την διασφάλιση του αναμενόμενου εθνικού/δημόσιου οφέλους που προκύπτει. Σε ότι αφορά στην τελεσφόρο περιβαλλοντική διαχείριση και προστασία των φυσικών πόρων, και την αειφορία της βιοποικιλότητας, καθοριστικό είναι το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, αποφασιστική η τρέχουσα στρατηγική πολιτική και καταλυτικές οι αποφάσεις της αρμόδιας διοίκησης που καλέιται κάθε φορά να επιτηρεί και να ελέγχει ότι τα επενδυτικά σχήματα ανταποκρίνονται και εφαρμόζουν τους όρους που προβλέπονται από την σχετική αδειοδότηση. Από την πλευρά της η κοινωνική συνοχή προϋποθέτει διαφάνεια και σχετικές διαβουλεύσεις γύρω από τα χαρακτηριστικά της επένδυσης και το προβλεπόμενο επιχειρησιακό σχέδιο. Στην κορυφή της κοινωνικής ατζέντας βρίσκονται επίσης θέματα που αφορούν στην δημιουργία θέσεων εργασίας, την συμβολή στην τοπική και περιφερειακή οικονομία και την αρμονική συνύπαρξη με άλλες αναπτυξιακές δραστηριότητες. Στην εφαρμογή οικουμενικών πρακτικών βιώσιμης ανάπτυξης έρχονται τώρα με την σειρά τους οι εταιρίες να συμβάλλουν με προηγμένες μεθοδολογίες, εργαλεία και εφαρμογές στο πλαίσιο της πλατφόρμας Περιβαλλοντική, Κοινωνική (Διαχείριση) και Διαβούλευση (Environmental, Social, and Governance (ESG). Στην ίδια κατεύθυνση λειτουργούν επίσης οι στρατηγικές προτάσεις που εντάσσονται στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (4). Είναι φανερό ότι οι επιχειρήσεις που συντάσσονται και εφαρμόζουν τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης, επιλέγουν ένα κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο επιχειρηματικότητας που σέβεται τον άνθρωπο και την αειφορία, και σε κάθε περίπτωση θεωρούν το δημόσιο συμφέρον της χώρας όπου πραγματοποιείται η επένδυση, το ίδιο και ενίοετε σημαντικότερο από το εταιρικό.
Τι πήγε λοιπόν στραβά στην περίπτωση της επένδυσης μεταλλουργίας χρυσού; Γιατί δεν κατόρθωσε ποτέ να προσεγγίσει την προοπτική βιώσιμης ανάπτυξης; Από μια πρώτη αξιολόγηση προκύπτει «εκ των πραγμάτων» ότι τα διάφορα εταιρικά σχήματα που ανέλαβαν κατά καιρούς να την υλοποιήσουν δεν λειτούργησαν με αξιόπιστο ή αποτελεσματικό αν θέλετε τρόπο απέναντι στους τρεις πυλώνες της βιώσιμης ανάπτυξης και γενικά δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων σε σχέση με τις απαιτήσεις της σημασίας και του μεγέθους του συγκεκριμένου έργου. Επιχειρησιακά σχέδια που κάθε φορά άρχιζαν και τελείωναν με διαφορετικό τρόπο, πάντα με στόχο να εξυπηρετούν περισσότερο το εκάστοτε εταιρικό ενδιαφέρον, και λιγότερο το δημόσιο συμφέρον και το γενικότερο όφελος της χώρας. Παραμένει έτσι ακόμη και σήμερα στα αζήτητα η προοπτική της μεταλλουργίας, και με αυτό η καθετοποιημένη εκμετάλλευση των κοιτασμάτων Ολυμπιάδας και Σκουριών, καθώς και ενδεχόμενα της δυνατότητας δυναμικής αξιοποίησης και άλλων παρόμοιων ελληνικών μεταλλευμάτων. Η απασχόληση εργαζομένων και η συμβολή στην εθνική οικονομία αποτελεί την μοναδική θετική εξαίρεση, αν και οι αριθμοί είναι προφανώς σαφώς υποδιαίστεροι αυτών που θα προέκυπταν στην περίπτωση καθετοποίησης. Από την δική της πλευρά η ελληνική πολιτική πρακτική, με τις ανακόλουθες επιλογές και αποφάσεις, και την αδυναμία της να οδηγήσει και να καθοδηγήσει την βιώσιμη υλοποίηση της επένδυσης προς όφελος των ελλήνων πολιτών, συνέβαλλε και αυτή διαχρονικά στην μια μετά την άλλη καθυστέρηση. Η πολιτική σκοπιμότητα προηγούνταν σχεδόν πάντα των απόψεων, προτάσεων, συστάσεων και θέσεων της αρμόδιας δημόσιας διοίκησης και της γεωεπιστημονικής κοινότητας, με αποτέλεσμα να επικρατούν σκεπτικά, μεθοδεύσεις και ενέργειες μακριά από ορθολογικές προσεγγίσεις και διεθνείς πρακτικές. Η κοινωνική συνοχή διαρηγμένη και διχασμένη ανάμεσα σε αυτούς που εργάζονται και εξαρτώνται βιοποριστικά από την λειτουργία των μεταλλείων, αλλά και άλλους που βλέπουν την πρόσθετη αναπτυξιακή αξία από την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της περιοχής, και αυτούς (όχι πάντα προερχόμενοι από τις τοπικές κοινωνίες) που για μια σειρά ανεπαρκώς αιτιολογημένους λόγους, συχνά πολιτευτικούς/αντιπολιτευτικούς και ιδεοληπτικούς, αντιδρούσαν και αντιδρούν γενικά και αόριστα, με βασική επιδίωξη να μην υπάρξει μεταλλευτική δραστηριότητα. Καμία συμμετοχή στις διαβουλεύσεις, ακόμη και στα περιβαλλοντικά ζητήματα στα οποία θα μπορούσαν να υπάρξουν κοινά αποδεκτές προσεγγίσεις, στην βάση ενός ανοιχτού δημοκρατικού διαλόγου.
Φαίνεται λοιπόν πως η επένδυση μεταλλουργίας παρέκλεινε ή βγήκε έξω από τον δρόμο της βιώσιμης ανάπτυξης και της καθετοποίησης με αποτέλεσμα ο χρυσός να παραμένει έγκλειστος στα λιγότερο λαμπερά, μάλλον «ξεθωριασμέν»α και ενίοτε «σκουριασμένα» ορυκτά που τον δεσμεύουν, και μαζί με αυτόν την ίδια περίπου τύχη έχουν τόσο ο χαλκός όσο και ο άργυρος. Έτσι η Ελλάδα και στην περίπτωση δεν ανεβαίνει ούτε αυτή την φορά στο τρένο πλουροπαραγωγικής αξιοποίησης των ΟΠΥ της, σε μια περίοδο και μια εποχή που ορυκτά και μέταλλα χρειάζονται περισσότερο από κάθε φορά στη νέα ενεργειακή οικονομία.
Πηγές
1. https://www.boliden.com/sv/verksamhet/gruvor/bolidenomradet
2. https://www.boliden.com/operations/smelters/boliden-ronnskar
3. https://www.euromines.org/publications/halkidiki-forged-from-land-and-sea
4. https://commission.europa.eu/strategy-and-policy/priorities-2019-2024/european-green-deal_en
5. https://www.huffingtonpost.gr/entry/poletimes-orektes-protes-eles-kai-oi-nees-anaptexiakes-prokleseis-yia-ten-ellada_gr_5f3ce531c5b6d8a917400610
6. Αρβανιτίδης Ν και Παπαβασιλείου Κ., 2011: Ελληνικός Ορυκτός Πλούτος-Νέες αναπτυξιακές δυνατότητες για βιώσιμες και παραγωγικές επενδύσεις, Έκδοση ΙΓΜΕ.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου