Τετάρτη 25 Μαΐου 2016

Χαλκιδική 7: Λευκόλιθος- από τη Γερακινή και το Βάβδο πολίτης του κόσμου.

Ο μαγνησίτης, ανθρακικό ορυκτό του μαγνησίου, γνωστός πιο πολύ με το όνομα  λευκλιθος (λόγω του χρώματος του), είναι ο βασικότερος λόγος που η Χαλκιδική είναι τουλάχιστον το ίδιο μεταλλευτική όπως και τουριστική. Εδώ και δεκαετίες τα κοιτάσματα στο Βάβδο* και τη Γερακινή αποτελούν κυρίαρχες πηγές εξόρυξης πρώτης ύλης λευκολίθου. Μετά την προ εικοσαετίας (γύρω στο 1997) ολοκλήρωση και τερματισμό της παραγωγικής λειτουργίας στο Βαβδο, κατά μια άποψη λόγω εξάντλησης  του απόθεματικού δυναμικού, η Γερακινή είναι και παραμένει το σημαντικότερο κοιτάσμα μαγνησίτη στη Χαλκιδική και στη χώρα, με τα βεβαια, πιθανά και δυνατα αποθέματα να ξεπερνούν τα 40 εκ. τόνους. Από την επιφανειακή εκμετάλλευσή του παράγονται διάφορα εμπορεύσιμα προϊόντα, όπως είναι ο ωμός μαγνησίτης (όπως δηλαδή εξορρύσεται), η καυστική και δίπυρη μαγνησία, καθώς και πυρίμαχες μάζες ή και πυρίμαχα. Όλα τα προϊόντα που συνεχίζουν να παράγονται στη Γερακινη εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να συγκαταλέγονται μεταξύ των ποιοτικότερων στην Ευρώπη και τον κόσμο. Συγκεκριμένα οι εξαγωγές τους κινούνται στο 90% και είναι η μεγαλύτερη μεταξύ των χωρών της   Ε.Ε. Τη μεγαλύτερη κατανάλωση διεθνώς συγκεντρώνει η δίπυρος μαγνησία.

Στο τόμέα των χρήεσεων ο ωμός μαγνησίτης χρησιμοποιείται σαν πρώτη ύλη στη βιομηχανία κεραμικών και μεταλλουργία. Από τα προϊόντα κατεργασίας του η καυστική μαγνησία έχει χρήσεις στις ζωοτροφές, τα λιπάσματα και βιομηχανικά δάπεδα, ενώ η δίπυρος μαγνησία στα πυρίμαχα τούβλα και μάζες, αλλά και σε μονωτικά καλωδίων. Τα λεγόμενα βασικά μονολιθικά πυρίμαχα χρησιμοποιούνται στη χαλυβουργλία και τη τσιμεντοβιομηχανία.

Η δυναμική της ετήσιας παραγωγής από τη Γερακινή είναι της τάξεως των 400-450.000 τόνων λευκολίθου και 180-200.000 τόνων τελικών προϊόντων (καυστική & δίπυρη μαγνησία, πυρίμαχες μάζες). Για το 2014 η παραγωγή ανήλθε στους 270 χιλ. τον. ωμού λευκόλιθου, 26 χιλ. τον. περίπου δίπυρης μαγνησίας, 61 χιλ. τον.  καυστικής μαγνησίας καθώς και 41 χιλ. τον. βασικών μονολιθικών πυριμάχων μαζών. Η συνολική παραγωγική δυναμικότητα για την καυστική και δίπυρη μαγνησία είναι περίπου 200 χιλ. τον. καθώς και 50 χιλ. τον. πυρίμαχων μαζών το χρόνο.  
Το μεταλλευτικό κέντρο Γερακινής ανήκει στην εταιρεία  ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΛΕΥΚΟΛΙΘΟΙ που κατατάσσεται μεταξύ των κορυφαίων  παραγωγών μαγνησίτη στον κόσμο, ειδικότερα σε ότι αφορά στη καυστική μαγνησία, με προσωπικό στην Ελλάδα άνω των 367 ατόμων. Τα προϊόντα εξάγονται κυρίως στις χώρες της Ευρώπης, αλλά και στις Αμερική, Ασία, Ωκεανία και Αφρική.
Στις καινοτόμες ερευνητικές και παραγωγικές πρωτοβουλίες και εφαρμογές ανήκουν η αξιοποίηση παλαιότερων αποθεμάτων, η επαναχρησιμοποίηση παραπροϊόντων και τα παραδειγματικά έργα αποκατάστασης μετά την ολοκλήρωση της εκμετάλλευσης.

Από γεωλογικής πλευράς τα κοιτάσματα του Ελληνικού χώρου φιλοξενούνται σε υπερβασικά πετρώματα, δουνιτικής, χαρζβουργιτικής, περιδοτιτικής σύστασης, και αποτελούν τμήματα οφιολιθικών συμπλεγμάτων του ωκεάνιου φλοιού της Τηθύος θάλασσας. Συχνά τα πετρώματα είναι σερπεντινιωμένα, γεγονός που σημαίνει ότι πρωτογενή μαγνησιοπυριτικά ορυκτά, όπως είναι ο ολιβίνης και  ορισμένοι πυρόξενοι, μετατρέπονται λόγω ενυδάτωσης τους σε ορυκτά της ομάδας σερπεντίνη. Οι κοιτασματολογικές συγκεντρώσεις μαγνησίτη ελέγχονται από ρηξιγενείς δομές, στους κενούς χώρους των οποίων σχηματίζονται πλέγματα φλεβών ή μεμονωμένες φλέβες σε βάθη μέχρι και 300 μέτρα. Το αρχικά εξορυσσόμενο  μετάλλευμα εμπλουτίζεται με διάφορες μεθόδους βάση των οποίων ο λευκόλιθος διαχωρίζεται από το στείρο πλευρικό πέτρωμα ξενιστή.

Ανεκμετάλλευτη παραμένει προς το παρόν η αξιοποίηση του ολιβίνη στο μεταλλείο του Βάβδου, όπου το ΙΓΜΕ έχει εντοπίσει δυναμικά αποθέματα με σημαντική προοπτική εκμετάλλευσης. Ο ολιβίνης είναι κύριο συστατικό δουνιτικών πετρωμάτων και αποτελεί  βιομηχανικό ορυκτό που χρησιμοποιείται σαν πυρίμαχο υλικό  λόγω της υψηλής του ανθεκτικότητας στην θερμότητα. Ευρείες χρήσεις του ολιβίνη είναι αυτές των άμμων χυτηρίου και αμμοβολών, καθώς και αυτές στην βιομηχανία παραγωγής πυρίμαχων υλικών καθώς και άμορφων πυρίμαχων μαζών. Επίσης χρησιμοποιείται στη μεταλλουργική βιομηχανία, την τσιμεντοβιομηχανία και την βιομηχανία γυαλιού
Περισσότερες πληροφορίες στις παρακάτω διασυνδέσεις,

Αναφορικά για το τρόπο γενεσης και σχηματισμού υπάρχουν στο.

Σχετικά με τον ολιβίνη στο,
http//www.orykta.gr/oryktes-protes-yles-tis-ellados/latomika-orykta/biomihanika-orykta/60-olivinis

Ο Βάβδος ήταν ένα από τα 12 Μαντεμοχώρια στα οποία επίσης συμπεριλάμβανονταν η Γαλάτιστα,
ο Καζαντζή Μαχαλάς (σημερινά Στάγειρα), ο Στανός, η Βαρβάρα, η Λιαρίγκοβη (σημερινή Αρναία),
το Νοβοσέλο (σημερινό Νεοχώρι), ο Ίσβορος (σημερινή Στρατονίκη), η Χωρούδα, τα Ρεβενίκια
(σημερινή Μεγάλη Παναγία) και η Ιερισσός. Οι κάτοικοί των Μαντεμοχωρίων ήταν μεταλλωρύχοι
και πολύ καλοί μεταλλουργοί, με κύρια παραγωγή μόλυβδο και άργυρο, και λιμάνι φόρτωσης το
Στρατώνι.












Παρασκευή 20 Μαΐου 2016

Χαλκιδική 6: Ρήγμα Στρατωνίου-Βαρβάρας πλουτίζει τη γη και παράγει δημιουργία

Το ρήγμα Στρατωνιου-Βαρβαρας έχει κυρίαρχο γεωλογικό και μεταλλογενετικό ρόλο, αλλά αποτελεί κυρίως δημιουργικό σημείο αναφοράς με κοινωνική διάσταση και συμβολή στην ανάπτυξη. Με λίγο «φάλτσο» ανατολικό-δυτικό προσανατολοσμό ή το ανάποδο, φέρνει σε ασύμφωνη επαφή δύο γεωλογικούς σχηματισμούς με διαφορετική πετρογενετική προέλευση, ανόμοια  λιθοστρωματογραφικά χαρακτηριστικά και αλλοιώτικη γεωχημική σύσταση. Βόρεια του ρήγματος, στην ανώτερη/υψηλότερη πλευρά του, βρίσκεται ο σχηματισμός Κερδυλλίων που αποτελείται από βιοτιτικούς και πλαγιοκλαστικούς-μικροκλινικούς γνευσίους με ενστρώσεις οριζόντων μαρμάρου. Ο σχηματισμός Κερδυλλίων θεωρείται τμήμα του ηπειρωτικού φλοιού της λεγόμενης Ροδοπικής μάζας. Νότια του ρήγματος, στη κατώτερη/χαμηλότερη πλευρά του, βρίσκεται ο σχηματισμός του Βερτίσκου  που αποτελείται κυρίως από αμφιβολίτες, αμφιβολιτικούς γνευσιοσχιστόλιθους και υπερβασικά πετρώματα. Ο σχηματισμός Βερτίσκου περιλαμβάνει στη πλειοψηφία του τμήματα του ωκεάνιου φλοιού της Τηθύος θάλασσας. Η γεωλογική αυτή δυσαρμονία, μαζί με την παρουσία των ρηγμάτων, των μαρμάρινων στρωμάτων, του νεώτερης ηλικίας γρανοδιορίτη Στρατωνίου και λαμπροφυρικών φλεβών, δημιούργησε από την άλλη πλευρά  το μεταλλογενετικό πλεονέκτημα της περιοχής με αποτέλεσμα τα πλούσια κοιτάσματα και το μεγάλο μεταλλευτικό δυναμικό της περιοχής. Τα μέταλλοφορα διαλύματα  χρησιμοποιούν τον ανοιχτό χώρο που τους προσφέρουν το ρήγμα Στρατωνίου-Βαρβάρας και άλλες ρηξιγενείς ζώνες/δομές, όπου κυκλοφορούν, μεταφέρουν, μοιράζουν και αποθέτουν μέταλλα με τη μορφή θειούχων ορυκτών, κυρίως, σιδήρου, μολύβδου και ψευδαργύρου. Η διαδικασία μεταλλόγενεσης εξελίσσεται από την επιφάνεια μέχρι τα βαθύτερα τμήματα του ρήγματος και διαφοροποιείται σε όλο του το μήκος που ξεπερνάει τα 10  χλμ. 

Οι Μαύρες Πέτρες που συχνά εμφανίζονται στην επιφάνεια του ρήγματος είναι αποτέλεσμα υπεργενετικων διεργασιών που έχουν σαν αποτέλεσμα την οξείδωση του αρχικά αποτιθέμενου θειούχου μεταλλεύματος.  Συγκεκριμένα τα περιεχόμενα θειούχα ορυκτά σιδήρου (σιδηροπυρίτης), μολύβδου (γαληνίτης), ψευδαργύρου(σφαλερίτης), αρσενικού(αρσενοπυρίτης), μαγγανίου (αλαβανδίτης) και ανθρακικού μαγγανίου (ροδοχρωσίτης) σχηματίζουν χημικές ενώσεις οξειδίων (υδρο-) σιδήρου και μαγγανίου, με αυξημένες πάντα συγκεντρώσεις βασικών και πολύτιμων μετάλλων. Οι υπεργενετικές αυτές μαύρες αυτές πέτρες συνδέονται στο βάθος, σχεδόν πάντοτε, με πλούσια, συχνά χρυσοφόρα θειούχα κοιτάσματα όπως συμβαίνει και στο ομώνυμο ενεργό μεταλλείο κάτω από τη Στρατονίκη, στην πολυμεταλλική Ολυμπιάδα, αλλά και στη δυναμική Πιάβιτσα, που επίσης ελέγχεται μεταλλογενετικά από το ρήγμα Στρατωνίου-Βαρβάρας. Μέσα από την φυσική διεργασία της υπεργενέσης επιτυγχάνεται και απόλυτη αδρανοποίηση και εξουδετέρωση της θειούχου μεταλλοφορίας, αφού τα οξείδια που παράγονται είναι αδρανείς ενώσεις σε σύγκριση με τις αρχικές θειούχες χημικές ενώσεις που παρουσιάζουν δυναμικότερη αποπλυντική συμπεριφορά και πιο κινητική έκπλυση και διάχυση των περιεχόμενων μετάλλων.   
       
Η  δυναμική τεκτονική λειτουργία του ρήγματος είχε σαν αποτέλεσμα την παραμόρφωση και αλλοίωση παλαιότερων πετρωμάτων της περιοχής, και το σχηματισμό καινούριων που μαζί τους έφεραν πληθώρα ορυκτών και μετάλλων. Για το λόγο αυτό προέκυψε πολύ γρήγορα οικονομικό ενδιαφέρον σε συνδυασμό με τις δυνατότητες αξιοποίησης τους σαν πρώτες ύλες. Η αξία και η ευρεία χρήση τους δημιούργησε κοντά και γύρω από το ρήγμα μικρότερες ή/και μεγαλύτερες κοινωνίες ανθρώπων. Πάνω και κατά μήκος και σε όλη την έκταση του ρήγματος. Στρατώνι, Στρατονίκη, Στάγειρα, Νεοχώρι, Παλαιοχώρι, Βάρβαρα, όλα τους χωριά που συνδεόμενα με το μεταλλοφόρο ρήγμα, έφτιαξαν μεταλλεία, δούλεψαν και δουλεύουν εκεί, και δεν αρνήθηκαν ποτέ να αποκαλούνται ξεχωριστά και όλα μαζί, Μαντεμοχώρια. Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που εκμεταλλεύονται την παρουσία του ρήγματος κινδυνολογικά και καταστροφολογικά για να εμποδίσουν την αξιοποίηση των ελληνικών κοιτασμάτων, να αποτρέψουν τη μεταλλευτική δραστηριότητα και να κλείσουν τα μεταλλεία. Να ανατρέψουν και να αντιστρέψουν δηλαδή τη διαχρονική και ιστορική σχέση που συνδέει αρμονικά ανθρώπους, γεωλογία και ορυκτό πλούτο. Ξεχνούν βέβαια και δεν λαμβάνουν υπόψη τους ότι είναι αυτό το ρήγμα που δημιούργησε τα μέταλλα, έφερε κοντά του τους ανθρώπους και τους έδωσε ζωή και ελπίδα. Για το λόγο αυτό πήγαν να ζήσουν δίπλα του, να φτιάξουν τα σπίτια τους στην «αγκαλιά» του, αλλά και να τρέξουν να το κάνουν φίλο και συνοδοιπόρο τους, αντί για αντίπαλο και εχθρό τους. Είναι για τον ίδιο λόγο που οι άνθρωποι ζουν και προοδεύουν στην ηφαιστειακή Ισλανδία, στη σεισμική Ιαπωνία, δίπλα στην εκρηκτική Αίτνα και πάνω στο ανήσυχο ρήγμα του Αγίου Ανδρέα.

(http: // greenminerals.blogspot.se/2016_05_05_archive.html)

Επόμενη αρθογραφική παρέμβαση

Χαλκιδική 7: Λευκόλιθος- από τη Γερακινή και το Βάβδο πολίτης του κόσμου














  

Σάββατο 14 Μαΐου 2016

Χαλκιδική 4: Γεω-τουριστική Σιθωνία – όπου και και να πας συναντάς το Γρανίτη

Οι γρανίτες δημιουργούνται και σχηματίζονται στο γεωτεκτονικό περιβάλλον σύγκλισης και σύγκρουσης λιθοσφαιρικών πλακών. Συγκεκριμένα εντοπίζονται στην πλευρά της πλάκας που «δέχεται» την σύγκρουση και όχι στη βυθιζόμενη. Εκεί διαμορφώνονται ευνοϊκότερες από κάθε άποψη συνθήκες, κυρίως σε σχέση με την παρουσία ρηξιγενών ζωνών που διευκολύνουν την ανοδική μεταφορά λιωμένης μάζας της πλάκας που βυθίζεται, σε βάθη με θερμοκρασίες τήξης. Στην Ελλάδα εδώ και περίπου 50 εκ. χρόνια, αμέσως μετά το κλείσιμο του ωκεανού της Τυθήος, που υπήρχε στην περιοχή για περισσότερα από 150 εκ. χρόνια, λειτουργεί το γεωτεκτονικό καθεστώς σύγκλισης και βύθισης της αφρικανικής λιθοσφαιρικής πλάκας κάτω από την ευρασιατική.  Στη ζώνη επαφής και σύγκλισης των δύο πλακών, που τοθετείται νότια της Κρήτης, η πρώτη βυθίζεται με ταχύτητα περίπου 4,5 εκατοστών το χρόνο. Η Β. Ελλάδα λοιπόν είναι τμήμα της ευρασιατικής πλάκας όπου, όπως αναφέρεται παραπάνω, είναι γεωλογικά απόλυτα αναμενόμενος και φυσιολογικός ο σχηματισμός  ηφαιστειακών και γρανιτικών πετρωμάτων με διαχρονική παρουσία εδώ και περίπου 50 εκ. χρόνια. Στην πρώτη ομάδα γρανιτών, με ηλικία μεγαλύτερη των 40 εκ. χρόνων, ανήκει και ο γρανίτης Σιθωνίας, όπως και αυτός της Ιερισσού.

Η γεωλογία χαρακτηρίζει και αναδυκνύει σε μεγάλο βαθμό την μορφολογία, το υπόβαθρο και γενικά τη φυσιογνωμία ενός τόπου. Στη Σιθωνία η σχέση αυτή είναι περισσότερο από εμφανής. Ο γρανίτης και η γεωλογική  παρέα του βρίσκονται παντού. Στην αρχή, στο κέντρο, στα πλάγια και στις άκρες της χερσονήσου. Φτιάχνει βουνά, ομαλές πλαγιές, βραχονησίδες και αμμουδιές. Χτίζει σπίτια, στρώνει δρόμους, και τεχνοτροπεί δημιουργώντας γλυπτά καλλιτεχνήματα. Και όλα μέσα από μια άναρχη και συχνά βίαιη γρανιτένια σχέση με τη θάλασσα, την βιοποικιλότητα και τον άνθρωπο. Με τις διάσημες και δημοφιλείς ακτές, το γνωστό διεθνώς κρασί και τα χωριά της. Είναι στη Σιθωνία που μάλλον ταιριάζει στο καθομιλούμενο, «λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και το αγόρι μου». Και όλα αυτά λόγω της γεωλογίας. Γιατί η Σιθωνία είναι ο γρανίτης της και χωρίς αυτόν δεν θα ήταν ποτέ η ίδια. Και βέβαια αν και δυναμικός και γεωλογικά πάντα απαιτητικός και διεκδικητικός, ο γρανίτης έδωσε σκληρή μάχη με τα παλαιότερα πιο «γέρικα» και κάπως ταλαιπωρημένα πετρώματα, πήρε τον χώρο και τον όγκο που χρειαζότανε και τελικά επικράτησε με κυριαρχικό τρόπο. Μια επισοδειακή αντιπαράθεση που ξεκίνησε με όχι και τόσο φιλκές διαθέσεις και προθέσεις, αλλά που στη συνέχεια έγινε αρμονικότερη φαίρνοντας το γρανίτη σε διακριτική επαφή με σχηματισμούς και πετρώματα που τα περισσότερα αποτελούν διαρρηγμένα, κατακερματισμένα και τεκνονικά επωθημένα τμήματα ωκεάνιου φλοιού της Τυθήος.

Ο γρανίτης λοιπόν, πιο «νέος» και  δυνατός, αλλά και πιο συνεκτικός και διεισδυτικός, λόγω της γεωλογικής του προέλευσης, σπρώχνει συχνά για να περάσει με την έπαρση ενός ιμπεριαλιστή κατακτητή. Γιατί ο γρανίτης όταν πάρει φόρα παίρνει και παρασέρνει ότι βρει μπροστά του και στο δρόμο του. Δεν τον σταματά τίποτα. Με άλλα λόγια επιβάλλει και επιβάλλεται. Στην περίπτωση της Σιθωνίας αυτό βγήκε βέβαια σε καλό γιατί είναι αυτός που κάνει τα πράγματα διαφορετικά και τελικά προσθέτει την τουριστική αξία που έχει η περιοχή.  Γιατί  λόγω αυτής της συμπεριφοράς του, αναπτύσσονται και εμφανίζονται εντυπωσιακές δομές και κάθε είδους λιθολογικές επαφές που χαρακτηρίζουν και ανάγονται στη γεωλιογική ιστορία και εξέλιξη της περιοχής. Με τα πετρώματα αυτά στο υπέδαφος της, αλλά και τον γρανιτογενή εδαφολογικό της πλούτο η Σιθωνία ξεχωρίζει τόσο για τις ιδιαίτερες φυσικές ομορφιές που χαρίζει ο γρανίτης, όσο για παράδειγμα και τους αμπελώνες της, καθώς και τα πέρίφημα κρασιά που αυτοί παράγουν.

Λίγοι είναι οι έλληνες, αλλά και πολλοί ξένοι, που δεν γνωρίζουν τις Καβουρότρυπες, τη Τορώνη και το κάστρο της, το Μαρμαρά, τον Αρμενιστή, τον παραδοσιακό Παρθενώνα. Το Πόρτο Καρράς και τα γειτονικά κρασιά.

Και βέβαια ακόμη και κοιτασματολογικά ο γρανίτης Σιθωνίας είναι ένας απο τους καλύτερους διακοσμητικούς γρανίτες στην Ελλάδα, και φιλοξενεί στο εσωτερικό του πετρώματα με βιομηχανικά ενδιαφέροντες αστρίους. 


















Σάββατο 7 Μαΐου 2016

Χαλκιδική 3: Στην Άθυτο η «Πέτρα» κάνει τη διαφορά

Η γνωστή πέτρα Αθύτου θα μπορούσε κάποιος να πει ότι είναι ο «χρυσός» της χερσονήσου Κασσάνδρας. Χτίζει, «ντύνει» κια διακοσμεί ολόκληρους οικισμούς, τα περισσότερα σπίτια και μεγάλο αριθμό δρόμων. Μια κλασσική περίπτωση της συμβολής και επίδρασης της γεωλογίας στην καθημερινή κοινωνική λειτουργία, τον πολιτισμό, την οικονομική δραστηριότητα και το τρόπο ζωής των κατοίκων της περιοχής. Τι θα ήταν για παράδειγμα η Άθυτος χωρίς την παρουσιά της πέτρας της; Είναι ακριβώς η «πέτρινη» εικόνα και όψη κτιρίων, δρόμων και άλλων κατασκευών που αυξάνουν το τουριστικό ενδιαφέρον και φέρνουν επισκέπτες στο χωριό.  Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλους οικισμούς της Κασσάνδρας, όπου η πέτρα Αθύτου χρησιμοποιείται ολοένα και περισσότερο και σε μεγαλύτερη έκταση. Αυτός είναι και ο λόγος που κοινωνία και λατομική δραστηριότητα έχουν διχρονικά βρει το δικό τους κωδικό αρμονικής συνύπαρξης.







Χαλκιδική 5: Μεταλλοφόρες «Σκουριές» στην επιφάνεια, χαλκός σαν χρυσός στο βάθος


Επειδή η επικαιρότητα συμβαίνει να προηγείται και τα γεγονότα «κλέβουν» ήδη χρόνο από τις εξελίξεις, δίνεται προτεραιότητα στην 5η αρθρογραφική παρέμβαση με θέμα τις Σκουριές, και την 3η για την Άθυτο και την 4η για τη Σιθωνία να ακολουθούν σύντομα.

Το μετάλλευμα στις Σκουριές είναι μοναδικό μεταξύ των «Πορφυρικού Τύπου» κοιτασμάτων στην Βαλκανική, αλλά και ευρύτερα στην Ευρώπη. Το μεταλλοφόρο σύστημα των Σκουριών είναι πλουσιότερο σε χαλκό και χρυσό από όλα τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά κοιτάσματα όπως είναι τα Asarel και Elatsite στη Βουλγαρία, Bucim στα Σκόπια, Bor στη Σερβία και Aitik στη Σουηδία. Για το μεταλλευτικό κέντρο Β.Α. Χαλκιδικής είναι το  «κερασάκι στη τούρτα», αφού η παρουσία του προσθέτει πολυμεταλλική και αποθεματική αξία στα κοιτάσματα/μεταλλεία Ολυμπιάδας κα Μαύρων Πετρών, διευρύνει έτσι την οικονομική και λειτουργική τους βιωσιμότητα και απογειώνει την αναπτυξιακή δυναμική της περιοχής. Το χρυσοφόρο χαλκούχο μετάλλευμα των Σκουριών αναμιγνυόμενο με αυτό της Ολυμπιάδας κάνει δυνατή τη μεταλλουργία χρυσού στη βάση της πολυσυζητημένης μεθόδου ακαριαίας τήξης. Με ένα σμπάρο δύο τριγώνια θα μπορούσε κάποιος να πει. Ένα μετάλλευμα που από τη μια πέρα από το χρυσό δίνει και χαλκό, και από την άλλη «βοηθάει» να παρθεί και ο χρυσός από το μετάλλευμα Ολυμπιάδας. Με άλλα λόγια οι Σκουριές αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για την διασφάλιση βιώσιμης αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου της περιοχής και την πραγματοποίηση της απαραίτητης για τη χώρα μεταλλουργία χρυσού. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για ένταξη και παραγωγική λειτουργία μιας καινοτόμου τεχνολογικής παρέμβασης με υψηλή γνωσιακή αξία, και μεγάλο εκπαιδευτικό και επαγγελματικό ενδιαφέρον για την ελληνική γεωεπιστημονική κοινότητα και όχι μόνον. Στο τομέα της κοιτασματολογικής έρευνας η περίπτωση των Σκουριών ανοίγει το «μεταλλευτικό» δρόμο για τα ανάλογα μεταλλοφόρα συστήματα Γερακαριού, Βάθης και Ποντοκερασιάς στο Κιλκίς.  
   
Brief summary

The Skouries ore deposit is part of the NW trending Serbomacedonian porphyry copper belt (Serbomacedonian zone) extending through FYROM to Serbia and Romania. The Skouries porphyry intrusion consists of a series of rhyodacitic, dioritic to andesitic dykes and stocks emplaced into Vertiskos amphibolitic basement rocks in association with ultrabasic lithologies. It forms a pipe-like, mineralized subvolcanic body with surface dimensions of 180 m N-S and 200 m E-W and a vertical extent of at least 700 m.


The total estimated resources are 191,2 Mt at 0,82 g/t Au and 0,55 wt.% Cu, equivalent to 5,03 Moz Au and 1,043 Mt Cu. Current reserves are estimated at 129,5 Mt, at 0,89 g/t Au and 0,56 wt.% Cu, corresponding to 3,71 Moz Au and 725 000 t Cu.





Πέμπτη 5 Μαΐου 2016

Χαλκιδική 2: Από τις μεταλλοφορίες του χθες στα πλούσια κοιτάσματα του σήμερα

Χαλκιδική 2: Από τις μεταλλοφορίες του χθες στα πλούσια κοιτάσματα του σήμερα

Η πρώτη παρέμβαση, «Χαλκιδική 1: Οι ορυκτές πρώτες ύλες κοντά στον άνθρωπο και την ανάπτυξη του- http://greenminerals.blogspot.se/2016/05/1_2.html», στην αρθογραφική σειρά που ξεκίνησε για τον πολυ-αναπτυξιακό  χαρακτήρα της Χαλκιδικής, γίνεται αναφορά στην διαχρονική συμβολή των ορυκτών πρώτων υλών στην ανάπτυξη και τον πολιτισμό του ανθρώπου ξεκινώντας από την αρχαιότητα. Η πρόοδος, η εξέλιξη, η διαβίωση και τελικά η ίδια η ζωή διατηρούν μόνιμη και στενή σχέση με την καθημερινή χρήση ορυκτών και μετάλλων.

Στην δεύτερη αρθογραφία, Χαλιδική 2, αναδεικνύεται ο μεταλλογενετικός πλουραλισμός, η προέλευση και η δυναμική του ορυκτού πλούτου που προκύπτει, και η παρουσία πρότυπων μεθοδολογικών εργαλείων, με ευρύτερες σφαιρικά εφαρμογές στην κοιτασματολογική έρευνα. Το μεταλλοφόρο σύστημα που λειτούργησε στην περιοχή «νομοτελειοποιείται» γεωλογικά, και η τυπολογία του συγκεντρώνει μαζί με το οικονομικό και εκπαιδευτικό ενδιαφέρον. Το μεταλλευτικό κέντρο Ολυμπιάδας-Στρατωνίου-Σκουριών γίνεται εξίσου σημαντικό εκπαιδευτικό κέντρο, με ιδιαίτερη παρουσία, συμβολή και αξία στην εκμάθηση, εξάσκιση και κατάρτιση νέων γεωεπιστημόνων, αλλά και σημείο  αναφοράς για τεκμηριωμένη και πραγματική ενημέρωση της κοινής γνώμης. Αυτός είναι και ο βασικός στόχος αυτής της 2ης παρέμβασης. Δηλαδή με όσο το δυνατόν απλό τρόπο να γίνει κατανοητό και στον πιο απλό, ανυποψίαστο, τελευταίο πολίτη της χώρας, η πολύπλευρη αναπτυξιακή και πλουραλιστική κοινωνικά αξία που προκύπτει από τον ορυκτό πλούτο της Χαλκιδικής.  

Ο μηχανισμός που λειτούργησε στην διαδικασία σχηματισμού της μεταλλοφορου εμφάνισης στο Ζέπκο αποτυπώνει και περιγράφει σε μεγάλο βαθμό το μεταλλογενετικό μοντελο που ισχύει στην περίπτωση του συμπαγούς θειούχου μεταλλεύματος Ολυμπιάδας. Οι περιορισμένης κλίμακας δηλαδή αρχαίες μεταλλευτικές εργασίες, εκμεταλλεύσεις και στοές στο Ζέπκο και τη Βίνα (Εικ.1) αφορούσαν στην εξόρυξη χρυσού από την εκμετάλλευση μικρών επιφανειακών και "ρηχών" μεταλλοφορων σωμάτων τύπου Ολυμπιάδας. Ο "επιφανειακός" και " μικρός" Ζεπκος δεν είναι παρά μόνο  μία μικρογραφία του μεταλλογενετικου συστήματος που έδωσε το πλούσιο σε χρυσό, άργυρο, μόλυβδο, ψευδάργυρο και χαλκό, κοίτασμα Ολυμπιάδας.

Πέρα από την σημασία που έχει η διαπίστωση αυτή στη κοιτασματολογικη έρευνα, ιδιαίτερα υψηλή είναι και η εκπαιδευτική αξία, τόσο στους σπουδάζοντες όσο και στους επαγγελματίες γεωεπιστημονες. Συγκεκριμένα προκύπτει με απόλυτο και ξεκάθαρο τρόπο ο τεκτονικός, στρωματογραφικος και λιθολογικος έλεγχος κυκλοφορίας, αντίδρασης και παγίδευσης μεταλλοφορων υδροθερμικων διαλυμάτων. Τα τελευταία έχοντας θερμοκρασίες μεγαλύτερες των 300 βαθμών κελσίου, αφού βρήκαν διάδρομους στα βαθιά ρήγματα της περιοχής, είχαν καθοριστικό ρόλο στην συγκέντρωση, μεταφορά και απόθεση χρυσοφόρων θειουχων ορυκτών. Η παρουσία ανθρακικών πετρωμάτων συνέβαλε στην γεωμετρική επέκταση και ανάπτυξη της ιδιαίτερα ογκώδους αποθεματικης διάστασης που καταγράφεται.

Για τον έμπειρο και ικανό οικονομικό γεωλόγο/κοιτασματολόγο, χαρτογραφώντας τις περιοχές Βίνας και Ζέπκου (Εικ. 1), λίγα χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της θέσης του μεταλλείου και του δημοτικού διαμερίσματος Ολυμπιάδας, και μελετώντας τις μεταλλοφόρες εμφανίσεις και αρχαίες στοές που υπάρχουν εκεί, το μεταλλογενετικό μοντέλλο που προκύπτει είναι συγκεκριμένο και γίνεται σχετικά εύκολα αντιληπτό. Είναι γι’ αυτόν σαν να διαβάζει βουλωμένο γράμμα. Η συνέργεια και διαδραστική λειτουργία μεταξύ ρηξιγενών δομών, έντονης και δυναμικής υδροθερμικής δραστηριότητας, και παρουσίας οριζόντων ανθρακικών πετρωμάτων/μαρμάρων στη λιθοστρωματογραφία της περιοχής, αποπτελούν καθοριστικούς παράγοντες στο σχηματισμό πλούσιων κοιτασμάτων τύπου Ολυμπιάδας. Συγκεκριμένα, υδροθερμικά διαλύματα (λιγότερο ή περισσότερο υφάλμυρα και με παρουσία θείου) από το «εσωτερικό» της γης, στην ανοδική τους πορεία μέσω σχεδόν κατακόρυφων ρηξιγενών ζωνών, εκχυλίζουν, εμπλουτίζονται και μεταφέρουν μέταλλα , που αποθέτουν με τη μορφή φλεβικών και κυρίως συμπαγών συγκεντρώσεων θειούχων ορυκτών στις τομές ρηγμάτων/διακλάσεων με ανθράκικα πετρώματα. Έχοντας λοιπόν σαν ερευνητικό εργαλείο το «μικρογραφικό» μοντέλο του Ζέπκου, ελέγχοντας τη γεωλογία της περιοχής και γνωρίζοντας την ανάπτυξη οριζόντων μαρμάρου/ανθρακικών πετρωμάτων σε βαθύτερα τμήματα του υποβάθρου, ο εντοπισμός δυναμικότερων και πλουσιότερων κοιτασμάτων είναι απόλυτα εφικτός και ρεαλιστικός στόχος. Με άλλα λόγια η πληροφορία που συλλέγει κάποιος στην επιφάνεια, σε συνδυασμό με συστηματική παρατήρηση, ανάλυση και ερμηνεία των δεδομένων αξιοποιείται στην περίπτωση αυτή, όπως και σε πολλές άλλες, στην κοιτασματολογική έρευνα βάθους και τον εντοπισμό οικονομικά εκμεταλλεύσιμων μεταλλεύματων, τύπου Ολυμπιάδας.

Στα σημεία λοιπόν  επαφής και τομής τους με ανθρακικά πετρώματα και μέσα από μια δυναμική διαδικασία διεκδικητικών φυσικοχημικών αντιδράσεων, τα υδροθερμικά διαλύματα παγιδεύονται και αποθέτουν πολυμεταλλικά θειούχα ορυκτά που αντικαθιστούν και καταλαμβάνουν μεγάλα τμήματα και χώρους που οριοθετούν γεωμετρικά οι στρωματογραφικά δομημένοι ορίζοντες μαρμάρου. Σημειώνεται ότι μάρμαρα και ανθρακικά πετρώματα,  είναι λιθογεωχημικά απόλυτα ταυτόσημοι όροι. Η χρήση του ενός ή του άλλου όρου στο κείμενο γίνεται αποκλειστικά για λόγους αποφυγής της ίδιας κάθε φορά ονοματολογικής επανάληψης.

Χαλκιδική 3: Στην Άθυτο η «Πέτρα» κάνει  τη διαφορά (υπό δημοσίευση)

English summary

Ancient artisanal mining and metallogenetic modelling of exposed mineralised structures guided mineral exploration to further prospect for new potential targets in the brownfields area of Olympias mining field in Halkidiki, northern Greece.  Generating successful new projects is mainly based on the ability of exploration geologist to identify new mineralization features overlooked before and to explore in areas of known mineralization based on geological knowledge gained from previous prospecting and mining activities. The construction of ore deposit models in exploration has a great value and contributes in better understanding of why mineral deposits occur where they do, and where they are expected to be found.

The Olympias deposit is a polymetallic (Pb, Zn, Ag, Au) massive sulphide replacement ore body hosted by Kerdylia marbles. The mineralization is emplaced in deep-seated fault zones and their intersections with marble beds giving place to replacement and formation of lateral stratabound mantos, very often deposited at the contact zone between marbles and overlying gneisses. (http://link.springer.com/chapter/10.1007%2F978-3-319-17428-013)

The depositional mechanism and structural setting of the ore bodies is genetically related to fault-controlled mineralizing fluids ascending and interacting with reactive carbonate rocks interbedded within crystalline basement of the Kerdyllia formation. The respective fault-related fracture zone extends over 1.500 m, strikes to NNW and dips towards SW down to a depth of more than 300m, with an average thickness of 12m. The ore bodies are stratabound and develop normally at the contact zone between marble and gneiss, making respectively the footwall and hanging wall rocks. The contacts between the ore and host marble are sharp, concordant or discordant to the foliation. Sulphide mineralisations comprises pyrite, arsenopyrite, sphalerite, galena, tetrahedrite – tenantite, boulangerite and chalcopyrite. Gold values are associated almost exclusively with arsenopyrite and pyrite. The total resources and nearly reserves, were estimated to 14.528.000 tonnes, with 9,31 g/t gold, 128,6 g/t silver, 4,18 wt.% lead and 5,58 wt.% zinc. Corresponding total amounts of metal contents are 4,35 Moz gold, 60,06 Moz silver, 607.000 tonnes Pb and 810.000 tonnes zinc. The 3D model created shows the structure of the deposit and the fault-controlled setting of the ore-bodies, as well as the stratabound replacement mantos on behalf and inside the marbles. A deeper-seated extension of the west ore body is indicated and makes a potential target to further underground surveys and exploration drilling (a. 3D lithological map of Olympias ore deposit b. Stratabound replacement mantos mineralization on the contact and inside the marbles).