Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2023

Ποιος είπε ότι ο χρυσός δεν «σκουριάζει» Νικόλαος Αρβανιτίδης, Δρ Οικονομικός Γεωλόγος

Η δραστηριότητα της σουηδικής μεταλλευτικής εταιρίας BOLIDEN αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ολοκληρωμένης λειτουργικής παρουσίας της αξιακής αλυσίδας των ορυκτών πρώτων υλών (ΟΠΥ) που καθετοποιημένα παράγει. Από την κοιτασματολογική έρευνα, την εξόρυξη και τον εμπλουτισμό μέχρι την μεταλλουργία και τα τελικά προϊόντα και παραπροϊόντα των ΟΠΥ που εμπορεύεται και προμηθεύει. Μεταλλεία όπου εξορύσσονται τα κοιτάσματα, μονάδες εμπλουτισμού όπου παράγονται τα συμπυκνώματα και εργοστάσια μεταλλουργίας που παράγουν τις μεταλλικές πρώτες ύλες κατάλληλες για τις τελικές χρήσεις που προορίζονται. Στην Σουηδία,. Φινλανδία, Νορβηγία και Ιρλανδία, όπου δραστηριοποιείται η εταιρία, επιχειρεί με τις πλέον καινοτόμες τεχνολογίες, εφαρμόζει καθόλα βιώσιμες διαδικασίες και απασχολεί συνολικά, περίπου 6 200 εργαζόμενους. Πιο συγκεκριμένα γεωγραφικά και μεταλλογενετικά, στην περιφέρεια Västerbotten της βορειοκεντρικής Σουηδίας στα τρία μεταλλεία Kristineberg, Renström Kankberg (Σχ. 1) εξορύσσονται τα πολυμεταλλικά κοιτάσματα της περιοχής σε βάθη 1350, 1500 και 650 μέτρων, αντίστοιχα (1). Απασχολούν 650 εργαζόμενους συμπεριλαμβανομένων των μονάδων εμπλουτισμού που παράγουν συμπυκνώματα ψευδαργύρου, μολύβδου, χαλκού, χρυσού, αργύρου και τελλουρίου, με το λειτουργικό κέρδος (operating profit) για το 2021 να ανέρχεται σε 101 εκ ευρώ. Δυτικότερα των μεταλλείων λειτουργεί το εργοστάσιο μεταλλουργίας Rönnskär όπου καταλήγουν τα προαναφερόμενα συμπυκνώματα, όπως και το συμπύκνωμα των 25% χαλκού από το μεταλλείο Aitik των 700 εργαζομένων, στην σουηδική Λαπωνία (Σχ. 1). Στο συγκεκριμένο εργοστάσιο μεταλλουργίας, που παράγει μεταλλικά προϊόντα (σε παρένθεση οι ποσότητες του 2021) χαλκού (223 000 τόνοι), ψευδαργύρου (34 000 τόνοι), μολύβδου (27 000 τόνοι), χρυσού (11 τόνοι) και αργύρου (483 τόνοι), απασχολούνται 865 εργαζόμενοι, ενώ το λειτουργικό κέρδος για το 2021 ανήλθε σε 97 εκ ευρώ (2).
Σχ. 1: Χάρτης που αναφέρεται στις ορυκτές πρώτες ύλες που εξορύσσονται σήμερα στην Σουηδία, και προσδιορίζει με κόκκινο περίγραμμα τα μεταλλεία στα οποία εστιάζεται το παράδειγμα που περιγράφεται στο κείμενο, ενώ βορειότερα διακρίνεται το μεταλλείο χαλκού Aitik. Με σημείο αναφοράς το παράδειγμα αυτό, όπου είναι χαρακτηριστική η βιώσιμη μεταλλευτική ανάπτυξη και η συνολικά καθετοποιημένη αξιακή εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της συγκεκριμένης περιοχής, γίνεται εύκολα αντιληπτή η στρεβλή από κάθε άποψη εξέλιξη της επένδυσης μεταλλουργίας χρυσού στην χώρα μας, όπως από την αρχή τιτλοφορήθηκε. Ένα αναπτυξιακό όραμα που όμως ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε. Στην παραπάνω από τρεις δεκαετίες πολυτάραχη και περιπετειώδη πορεία της υπήρξαν πολλές εναλλαγές και αλλαγές, πολλαπλές διαφοροποιήσεις και αναταράξεις, κυρίως σε σχέση με πρόχειρες και πρόσκαιρες κάθε φορά πολιτικές προσεγγίσεις και επιλογές, αντιφατικές κι συχνά ευκαιριακές ιδεοληπτικές αντιλήψεις, λανθασμένο επιχειρησιακό σχεδιασμό, αλλά και ανεπαρκή επιχειρηματική δεινότητα. Γιατί αν το δει κανείς από την πλευρά της οικονομικής γεωλογίας και την προοπτική υλοποίησης πρακτικών βιώσιμης ανάπτυξης, με βάση την ολοκληρωμένη πλουτοπαραγωγική αξιοποίηση των μεταλλευμάτων της ΒΑ Χαλκιδικής (Ολυμπιάδα, Στρατώνι, Μαύρες Πέτρες/Στρατονίκη, Σκουριές), τόσο η μεταξύ τους γεωγραφική θέση (Σχ. 2), όσο και τα μεταλλογενετικά χαρακτηριστικά και η πολυμεταλλικότητα τους (3, 5 και 6), καθώς και η διάταξη των υφιστάμενων υποδομών (π.χ. εργοστάσια εμπλουτισμού, δίκτυα), μοιάζουν σε μεγάλο βαθμό με τα διακρινόμενα στο σουηδικό παράδείγμα.
Σχ. 2: Τα θειούχα κοιτασματολογικά συστήματα του ψευδαργύρου-μολύβδου-αργύρου-χρυσού Ολυμπιάδας και χαλκού-χρυσού Σκουριών, βρίσκονται ιδανικά χωρικά και κατάλληλα μεταλλογενετικά, ως προς την από κοινού μεταλλουργική καθετοποιημένη αξιοποιησή τους (Διαφοροποιημένος χάρτης από Ελληνικό Χρυσό). Καθώς λοιπόν οι προϋποθέσεις στην ΒΑ Χαλικιδική υπήρχαν και υπάρχουν, και ενώ η μεταλλουργία ήταν «εξ αρχής» ο κυρίαρχος στόχος της επένδυσης, η δυνατότητα υλοποίησης της έχει απομακρυνθεί και από ότι φαίνεται μάλλον ακυρωθεί σαν αναπτυξιακή προοπτική σε σχέση και με την σταδιακή μέιωση των σχετικών αποθεμάτων. Το γεγονός ότι η μέχρι πρότινος, πολύ σωστά προκρινόμενη μεταλλουργία χαλκού, χρυσού και αργύρου* (3, 5) απορρίφθηκε με συνοπτικές διαδικασίες, επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Αυτό σημαίνει ότι η επένδυση παραμένει στάσιμη σε αυτό που συμβαίνει εδώ και δεκαετίες στην περιοχή, δηλαδή στην παραγωγή συμπυκνωμάτων, αφού πλέον δεν υπάρχει κάποιο αξιόπιστο σχέδιο προς συγκεκριμένη μεταλλουργική εξέλιξη. Έτσι λοιπόν η τοπική κοινωνία χάνει την ευκαιρία απασχόλησης περισσότερων εργαζόμενων σε θέσεις που θα δημιουργούσε η μεταλλουργία, κάτι που φαίνεται χαρακτηριστικά στο σουηδικό παράδειγμα όπου λόγω της μεταλλουργίας απασχολούνται ακόμη 865 εργαζόμενοι πέρα των 650 των γειτονικών μεταλλείων. Η χώρα με την σειρά της χάνει την δυνατότητα αναβάθμισης του «τεχνολογικού» της προφίλ, αλλά κυρίως χάνει τους πρόσθετους φόρους που θα προέκυπταν από τα περισσότερα εισοδήματα, αλλά πιο πολύ από το αυξημένο ποσό εταιρικού φόρου. Είναι επίσης στρατηγικής σημασίας για μια χώρα να ελέγχει «εξ ολοκλήρου» την αξιακή αλυσίδα των ΟΠΥ που παράγει. Η ολοκληρωμένη παραγωγική εκμετάλλευσης τους προσθέτει αναπτυξιακή αξία και οδηγεί στην μεγιστοποίηση του πολλαπλού όφελους που προκύπτει.
Σχ. 3: Ορυκτά χαλκού, με επικεφαλής τον χαλκοπυρίτη (αριστερά), που χαρακτηρίζουν το κοίτασμα Σκουριών, και θειούχα ορυκτά μολύβδου (γαληνίτη), ψευδαργύρου (σφαλερίτη) και «χρυσοφόρων» σιδηροπυρίτη-αρσενοπυρίτη (δεξιά), που κυριαρχούν στην πολυμεταλλική Ολυμπιάδα. Σε μια γενικότερη θεώρηση και πιο ρεαλιστική προσέγγιση των πραγμάτων φαίνεται πως η εφαρμογή πρακτικών βιώσιμης ανάπτυξης, που οφείλουν να διέπουν κάθε επενδυτική δραστηριότητα, παραμένει σε εκκρεμότητα και ζητούμενο στην χώρα μας. Σε κάθε περίπτωση δηλαδή να αναζητάται, να επιδιώκεται και να επιτυγχάνεται σχετική ισορροπία μεταξύ οικονομικής προόδου, περιβαλλοντικής προστασίας και κοινωνικής συνοχής. Η οικονομική διάσταση, σε σχέση με την κερδοφορία που απαιτεί κάθε επενδυτική δραστηριότητα, πρέπει απαραίτητα να συνοδεύεται από πλευράς εταιρικών σχημάτων, με την παρουσία έγκυρων επιχειρησιακών σχεδίων, αξιόπιστου και καινοτόμου τεχνογνωσιακού κεφαλαίου και λειτουργική δεινότητα που εγγυάται την διασφάλιση του αναμενόμενου εθνικού/δημόσιου οφέλους που προκύπτει. Σε ότι αφορά στην τελεσφόρο περιβαλλοντική διαχείριση και προστασία των φυσικών πόρων, και την αειφορία της βιοποικιλότητας, καθοριστικό είναι το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, αποφασιστική η τρέχουσα στρατηγική πολιτική και καταλυτικές οι αποφάσεις της αρμόδιας διοίκησης που καλέιται κάθε φορά να επιτηρεί και να ελέγχει ότι τα επενδυτικά σχήματα ανταποκρίνονται και εφαρμόζουν τους όρους που προβλέπονται από την σχετική αδειοδότηση. Από την πλευρά της η κοινωνική συνοχή προϋποθέτει διαφάνεια και σχετικές διαβουλεύσεις γύρω από τα χαρακτηριστικά της επένδυσης και το προβλεπόμενο επιχειρησιακό σχέδιο. Στην κορυφή της κοινωνικής ατζέντας βρίσκονται επίσης θέματα που αφορούν στην δημιουργία θέσεων εργασίας, την συμβολή στην τοπική και περιφερειακή οικονομία και την αρμονική συνύπαρξη με άλλες αναπτυξιακές δραστηριότητες. Στην εφαρμογή οικουμενικών πρακτικών βιώσιμης ανάπτυξης έρχονται τώρα με την σειρά τους οι εταιρίες να συμβάλλουν με προηγμένες μεθοδολογίες, εργαλεία και εφαρμογές στο πλαίσιο της πλατφόρμας Περιβαλλοντική, Κοινωνική (Διαχείριση) και Διαβούλευση (Environmental, Social, and Governance (ESG). Στην ίδια κατεύθυνση λειτουργούν επίσης οι στρατηγικές προτάσεις που εντάσσονται στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (4). Είναι φανερό ότι οι επιχειρήσεις που συντάσσονται και εφαρμόζουν τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης, επιλέγουν ένα κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο επιχειρηματικότητας που σέβεται τον άνθρωπο και την αειφορία, και σε κάθε περίπτωση θεωρούν το δημόσιο συμφέρον της χώρας όπου πραγματοποιείται η επένδυση, το ίδιο και ενίοετε σημαντικότερο από το εταιρικό. Τι πήγε λοιπόν στραβά στην περίπτωση της επένδυσης μεταλλουργίας χρυσού; Γιατί δεν κατόρθωσε ποτέ να προσεγγίσει την προοπτική βιώσιμης ανάπτυξης; Από μια πρώτη αξιολόγηση προκύπτει «εκ των πραγμάτων» ότι τα διάφορα εταιρικά σχήματα που ανέλαβαν κατά καιρούς να την υλοποιήσουν δεν λειτούργησαν με αξιόπιστο ή αποτελεσματικό αν θέλετε τρόπο απέναντι στους τρεις πυλώνες της βιώσιμης ανάπτυξης και γενικά δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων σε σχέση με τις απαιτήσεις της σημασίας και του μεγέθους του συγκεκριμένου έργου. Επιχειρησιακά σχέδια που κάθε φορά άρχιζαν και τελείωναν με διαφορετικό τρόπο, πάντα με στόχο να εξυπηρετούν περισσότερο το εκάστοτε εταιρικό ενδιαφέρον, και λιγότερο το δημόσιο συμφέρον και το γενικότερο όφελος της χώρας. Παραμένει έτσι ακόμη και σήμερα στα αζήτητα η προοπτική της μεταλλουργίας, και με αυτό η καθετοποιημένη εκμετάλλευση των κοιτασμάτων Ολυμπιάδας και Σκουριών, καθώς και ενδεχόμενα της δυνατότητας δυναμικής αξιοποίησης και άλλων παρόμοιων ελληνικών μεταλλευμάτων. Η απασχόληση εργαζομένων και η συμβολή στην εθνική οικονομία αποτελεί την μοναδική θετική εξαίρεση, αν και οι αριθμοί είναι προφανώς σαφώς υποδιαίστεροι αυτών που θα προέκυπταν στην περίπτωση καθετοποίησης. Από την δική της πλευρά η ελληνική πολιτική πρακτική, με τις ανακόλουθες επιλογές και αποφάσεις, και την αδυναμία της να οδηγήσει και να καθοδηγήσει την βιώσιμη υλοποίηση της επένδυσης προς όφελος των ελλήνων πολιτών, συνέβαλλε και αυτή διαχρονικά στην μια μετά την άλλη καθυστέρηση. Η πολιτική σκοπιμότητα προηγούνταν σχεδόν πάντα των απόψεων, προτάσεων, συστάσεων και θέσεων της αρμόδιας δημόσιας διοίκησης και της γεωεπιστημονικής κοινότητας, με αποτέλεσμα να επικρατούν σκεπτικά, μεθοδεύσεις και ενέργειες μακριά από ορθολογικές προσεγγίσεις και διεθνείς πρακτικές. Η κοινωνική συνοχή διαρηγμένη και διχασμένη ανάμεσα σε αυτούς που εργάζονται και εξαρτώνται βιοποριστικά από την λειτουργία των μεταλλείων, αλλά και άλλους που βλέπουν την πρόσθετη αναπτυξιακή αξία από την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της περιοχής, και αυτούς (όχι πάντα προερχόμενοι από τις τοπικές κοινωνίες) που για μια σειρά ανεπαρκώς αιτιολογημένους λόγους, συχνά πολιτευτικούς/αντιπολιτευτικούς και ιδεοληπτικούς, αντιδρούσαν και αντιδρούν γενικά και αόριστα, με βασική επιδίωξη να μην υπάρξει μεταλλευτική δραστηριότητα. Καμία συμμετοχή στις διαβουλεύσεις, ακόμη και στα περιβαλλοντικά ζητήματα στα οποία θα μπορούσαν να υπάρξουν κοινά αποδεκτές προσεγγίσεις, στην βάση ενός ανοιχτού δημοκρατικού διαλόγου. Φαίνεται λοιπόν πως η επένδυση μεταλλουργίας παρέκλεινε ή βγήκε έξω από τον δρόμο της βιώσιμης ανάπτυξης και της καθετοποίησης με αποτέλεσμα ο χρυσός να παραμένει έγκλειστος στα λιγότερο λαμπερά, μάλλον «ξεθωριασμέν»α και ενίοτε «σκουριασμένα» ορυκτά που τον δεσμεύουν, και μαζί με αυτόν την ίδια περίπου τύχη έχουν τόσο ο χαλκός όσο και ο άργυρος. Έτσι η Ελλάδα και στην περίπτωση δεν ανεβαίνει ούτε αυτή την φορά στο τρένο πλουροπαραγωγικής αξιοποίησης των ΟΠΥ της, σε μια περίοδο και μια εποχή που ορυκτά και μέταλλα χρειάζονται περισσότερο από κάθε φορά στη νέα ενεργειακή οικονομία. Πηγές 1. https://www.boliden.com/sv/verksamhet/gruvor/bolidenomradet 2. https://www.boliden.com/operations/smelters/boliden-ronnskar 3. https://www.euromines.org/publications/halkidiki-forged-from-land-and-sea 4. https://commission.europa.eu/strategy-and-policy/priorities-2019-2024/european-green-deal_en 5. https://www.huffingtonpost.gr/entry/poletimes-orektes-protes-eles-kai-oi-nees-anaptexiakes-prokleseis-yia-ten-ellada_gr_5f3ce531c5b6d8a917400610 6. Αρβανιτίδης Ν και Παπαβασιλείου Κ., 2011: Ελληνικός Ορυκτός Πλούτος-Νέες αναπτυξιακές δυνατότητες για βιώσιμες και παραγωγικές επενδύσεις, Έκδοση ΙΓΜΕ.

Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2022

Καιρός να πούμε την Αλήθεια στο Κλίμα

Ας δεχτούμε λοιπόν ότι διανύουμε μια από αυτές τις περίοδους της γεωλογικής ιστορίας που οι κλιματικές συνθήκες αλλάζουν και μάλιστα σε βαθμό που απειλούν φυσικό και ζωϊκό περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένου του ανθρώπινου είδους. Και το ερώτημα που τίθεται στην περίπτωση αυτή είναι πόσο ισχύει η σημερινή πρόσεγγισση που επιχειρείται στο θέμα της κλιματικής αλλαγής; Γιατί έχει επικρατήσει η άποψη ότι οι ανθρωπογενείς πηγές/εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έχουν την κύρια ευθύνη; Το σχετικό αποτέλεσμα που προκύπτει έχει καθαρά επιστημονική βάση, ανήκει στην κατηγορία της εικονικής πραγματικότητας στην οποία αρέσκεται η επικοινωνιολογική νομενκλατούρα, εξυπηρετεί την πολιτική σκοπιμότητα και συμφερον, ή είναι όλα αυτά μαζί που συντελούν στην σημερινή κατάσταση, και που εν τέλει καθοδηγούν την κοινή γνώμη; Είναι γεγονός ότι πολλές επιστήμες έχουν διαχρονικά ασχοληθεί, εξακολουθούν ακόμη και σήμερα και φυσικά θα συνεχίσουν να ασχολούνται με το κλίμα, με τον κλάδο της μετεωρολογίας να βρίσκεται κοντύτερα. Και με το δίκιο του αφού οι κλιματικές συνθήκες ενός τόπου διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό τα καιρικά φαινόμενα που επικρατούν. Για παράδειγμα οι μουσώνες που συχνά και περιοδικά συνοδεύονται από βροχές χαρακτηρίζουν τις περιοχές του πλανήτη όπου επικρατεί τροπικό κλίμα. Αλλά βέβαια στην μελέτη του καιρού εντάσσονται και άλλοι παράμετροι και διαφοροποιήσεις που απαιτούν άλλες προσεγγίσεις πέρα αυτών στις οποίες αφορά η συγκεκριμένη παρέμβαση. Αλλά και άλλες επιστήμες όπως η γεωλογία, η βιολογία, η φυσική, η χημεία έχουν μελετήσει και ερμηνεύσει το κλίμα από την δική της η κάθε μια, μεθοδολογική οπτική γωνία. Και ενώ αυτή ήταν, λίγο πολύ η τάξη πραγμάτων, έχουν εδώ και μερικά χρόνια κάνει την εμφάνιση τους οι κλιματολόγοι, κατά το climatologists, μια και δεν ξέρω πως αλλιώς να τους ονομάσω, που έχουν βαλθεί να σταματήσουν την υπό διαπίστωση ακόμη κλιματική αλλαγή. Λόγω και της δημοσιότητας που δίνεται στο θέμα, η επιρροή τους παίρνει μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές διαστάσεις σε όλα τα επίπεδα των πολιτικών αποφάσεων και διαμόρφωσης της οικονομικής ζωής. Όλες οι άλλες επιστημονικές προσεγγίσεις και ερμηνείες υποβαθμίζονται, απαξιώνονται και θεωρούνται εν πολλοίς αιρετικές. Το επιστημονικό τους δόγμα στηρίζεται στην σχεδόν μονοδιάστατη άποψη ότι η κλιματική αλλαγή και η υπερθέρμανση του πλανήτη οφείλονται στο ανθρωπογενές διοξείδιο του άνθρακα, τελεία και παύλα. Και αυτό στην βάση κυρίως μοντέλλων και εμπειρικών προσεγγίσεων. Από την άλλη πλευρά, η πολυδιάστατη οικονομική δραστηριότητα που αναπτύσσεται γύρω από το κλίμα, και στον τομέα των άφθονων κονδυλίων που διατίθενται στην έρευνα, οδηγεί στην μεταπήδηση ερευνητών άλλων κλάδων στο συγκεκριμένο θεματικό πεδίο, αλλά και παραδοσιακά πανεπιστημιακά τμήματα να βαφτίζονται μέσα σε μια νύχτα αρμόδια και εξειδικευμένα στην κλιματική έρευνα. Και αν βέβαια κανένα πρόβλημα αν το ενδιαφέρον είναι μόνο επιστημονικό. Είναι όμως μόνο αυτό; Γιατί πέρα από τους άμεσα εμπλεκόμενους και ενδιαφερόμενους εντάσσονται στον κλιματικό «αγώνα» και διάφοροι παρείσακτοι, όπως επώνυμοι πολιτικοί, γνωστοί δημοσιογράφοι, δημοφιλείς καλλιτέχνες και άλλοι που προφανώς είδαν φως και μπήκαν. Είναι προφανές ότι η υπόθεση ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα, στην βάση κυρίως του διοξειδίου του άνθρακα, μπορεί να προκαλέσει υπερθέρμανση του πλανήτη και γενικότερη κλιματική αλλαγή απαιτεί την εγκατάλειψη όλων όσων γνωρίζουμε από την ιστορία, την αρχαιολογία, τη γεωλογία, την φυσική, τη χημεία και την αστρονομία. Ρωτούν λοιπόν οι αρχαιολόγοι και οι ιστορικοί, «αν οι φυσικές δυνάμεις οδήγησαν τις θερμοκρασίες στους ρωμαϊκούς και μεσαιωνικούς χρόνους, πώς ξέρουμε ότι οι ίδιες φυσικές δυνάμεις δεν προκάλεσαν την υπερθέρμανση του τέλους του 20ού αιώνα;», και απαντούν οι κλιματολόγοι, «το κλίμα αντιδρά σε οτιδήποτε το αναγκάζει να αλλάξει εκείνη τη στιγμή, οι άνθρωποι είναι πλέον η κυρίαρχη δύναμη». Ρωτούν οι γεωλόγοι, «Αν το διοξείδιο του άνθρακα καθοδηγεί τη θερμοκρασία, γιατί υπήρχαν προηγούμενες εποχές παγετώνων όταν η περιεκτικότητα σε διοξείδιο του άνθρακα της ατμόσφαιρας ήταν πολλές φορές μεγαλύτερη από ό,τι σήμερα;», και απαντούν οι κλιματολόγοι, «το κλίμα έχει αλλάξει μαζί με τα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα στο διάβα του γεωλογικού χρόνου». Ξαναρωτούν οι γεωλόγοι, «στο παρελθόν, η κλιματική αλλαγή δεν προκλήθηκε ποτέ από το διοξείδιο του άνθρακα. Γιατί θα έπρεπε τώρα να οφείλεται στο διοξείδιο του άνθρακα όταν η ατμοσφαιρική περιεκτικότητα σε διοξείδιο του άνθρακα είναι σχετικά χαμηλή;», και απαντούν οι κλιματολόγοι, «η ισχυρή επίδραση του διοξειδίου του άνθρακα έχει παρατηρηθεί από πολλές διαφορετικές μετρήσεις». Ρωτούν οι βιολόγοι, «το διοξείδιο του άνθρακα είναι φυτική τροφή, δεν είναι ρύπος και είναι παραπλανητικό μη επιστημονικό να μιλάμε για ρύπανση από άνθρακα», και απαντούν οι κλιματολόγοι, «μέσω των επιπτώσεων του στο κλίμα, το διοξείδιο του άνθρακα αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και ευημερία, και επομένως χαρακτηρίζεται ως ατμοσφαιρικός ρύπος». Αναφέρουν στις μελέτες τους οι φυσικοί, «Τα ανθρωπογενή ηλεκτρομαγνητικά πεδία κυμαίνονται από εξαιρετικά χαμηλή συχνότητα (που σχετίζονται με προμήθειες ηλεκτρικής ενέργειας και ηλεκτρικές συσκευές) έως χαμηλή, μεσαία, υψηλή και εξαιρετικά υψηλή συχνότητα (που σχετίζονται κυρίως με την ασύρματη επικοινωνία). Οι πιθανές επιδράσεις αυτών των ανθρωπογενών ηλεκτρομαγνητικών πεδίων σε φυσικά ηλεκτρομαγνητικά πεδία, που όπως είναι γνωστό επηρεάζουν τον καιρό και το κλίμα, δεν έχουν μελετηθεί σωστά», και λογικά αναρωτιέται κανείς γιατί δεν έχει γίνει αυτό; Βάσιμες και έγκυρες λοιπόν οι ερωτήσεις, αλλά όχι το ίδιο πειστικές οι απαντήσεις. Το κλίμα πάντα άλλαζε και πάντα θα αλλάζει. Η στάθμη της θάλασσας άλλαζε πάντα. Οι παγετώνες έρχονται και φεύγουν. Η ζωή πάντα αλλάζει. Ο πλανήτης Γη είναι δυναμικός και εξελισσόμενος. Οι κλιματικές αλλαγές είναι κυκλικές και συχνά τυχαίες. Μέσα από τα δικά του μάτια ένας γεωλόγος, θα ανησυχούσε πραγματικά αν δεν υπήρχε καμία αλλαγή στη Γη με την πάροδο του χρόνου. Προκύπτει έτσι το ερώτημα, «υπό το πρίσμα των μεγάλων ραγδαίων φυσικών κλιματικών αλλαγών, πόσο πραγματική είναι η προσέγγιση που επιχειρείται, ότι οι άνθρωποι αλλάζουν το κλίμα;». Η τελευταία εποχή παγετώνων που κάλυπταν σχεδόν όλη την βόρεια Ευρώπη (Σχ. 1) ξεκίνησε την υποχώρηση της πριν από 10 000 χρόνια. Σε κάποια δεκάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια μπορεί να υπάρξει εκ νέου αλλαγή του κλίματος , αλλά όπως συνέβη και πριν, είναι σίγουρο ότι οι άνθρωποι θα φέρνουν ελάχιστη ευθύνη για αυτό. Και για να μην μονοπωλείται και συντηρείται η ψευδαίσθηση ότι ο άνθρωπος είναι αυτός που απειλεί να το αλλάξει, είναι «Καιρός να πούμε την Αλήθεια στο Κλίμα»!
Σχ. 1: Οι περιοχές του χάρτη με λευκό χρώμα δείχνουν την έκταση του στρώματος πάγου πριν από 22.000–20.000 χρόνια. Ήταν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου που το τελευταίο στρώμα πάγου είχε τη μέγιστη έκτασή του στη βόρεια Ευρώπη. Ο Βόρειος Ατλαντικός καλύπτονταν περιοδικά από πάγο (γαλάζιο χρώμα), ενώ οι πιο νότιες θαλάσσιες περιοχές, όπως η Μεσόγειος, ήταν απαλλαγμένες από πάγο (μπλε χρώμα). Λόγω των παγετώνων, η στάθμη της θάλασσας ήταν σημαντικά χαμηλότερη από τη σημερινή. Για παράδειγμα, υπήρχε χερσαία σύνδεση μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας. Οι συνθήκες τούνδρας επικρατούσαν σε μεγάλο μέρος της κεντρικής Ευρώπης (καφέ χρώμα), και η νότια Ευρώπη καλυπτόταν από βλάστηση στέπας (ανοιχτό πράσινο χρώμα). Απεικόνιση: Anna Åberg & Hinayo Masaki, Geological Survey οf Sweden. https://www.sgu.se/om-geologi/ett-klimat-i-standig-forandring/klimatets-forandringar-over-tiden/

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2022

Βιώσιμες και ανθεκτικές αξιακές αλυσίδες ΟΠΥ με συμβολή στην αυτόνομη ενεργειακή οικονομία

Είναι πολύ σημαντικό για την ορθολογική αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών (ΟΠΥ), οι αξιακές τους αλυσίδες (minerals value chains) να αποδίδονται με την πλήρη τους διάρθρωση και δομή, αλλά και στην σωστή παραγωγική τους διάσταση. Κάθε διαφοροποίηση ή απόκλιση από την ολοκληρωμένη λειτουργική τους παρουσία και εξέλιξη επηρεάζει την αποτελεσματική εφαρμογή περαιτέρω αναλύσεων σχετικών με τον κύκλο ζωής της παραγωγής, αλλά και αυτών που αναφέρονται στην προσέγγιση της ιχνηλασιμότητας. Ακόμη παραποιείται σε μεγάλο βαθμό η ακριβής αναγνώριση και προσδιορισμός των ρόων αποβλήτων συνολικά, τόσο αυτών που συνδέονται με τον μεταλλευτικό κύκλο, όσο και αυτών που προκύπτουν στο πλαίσιο της βιομηχανικής παραγωγής. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τον ελλειματικό τους χαρακτηρισμό τόσο από περιβαλλοντικής πλευράς, όσο και σε σχέση με την προοπτική και δυναμική κοιτασματολογικής τους αξιοποίησης. Είναι λοιπόν απαραίτητη η ολοκληρωμένη και πλήρης ανάπτυξη της αξιακής αλυσίδας των ΟΠΥ, κυρίως όταν αυτή καλείται να λειτουργήσει με τις πρακτικές της κυκλικής οικονομίας (Σχ. 1).
Σχ. 1: Η κυκλική προσέγγιση της αξιακής αλυσίδας ορυκτών πρώτων υλών (ΟΠΥ) έχει στην αφετηρία της την ολοκληρωμένη τελεσφόρηση του μεταλλευτικού κύκλου (mining life cycle), που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τις εκάστοτε βιομηχανικές εφαρμογές τελικών χρήσεων (End use manufacturing), καθώς και τις τυχόν περαιτέρω δυνατότητες ανακύκλωσης χρησιμοποιημένων προϊόντων (Recycling of End-of- Life/EoL products). Σε μια καθολική λοιπόν εξέλιξη της κάθε αξιακής αλυσίδας ΟΠΥ ξεχωριστά, η αρχή γινεται με την κοιτασματολογική έρευνα, και καταλήγει με τις εκάστοτε βιομηχανικές εφαρμογές. Πιο συγκεκριμένα, στην ανάντη πλευρά (upstream) της αλυσίδας βρίσκεται η κοιτασματολογική έρευνα με την εξόρυξη, το ενδιάμεσο της τμήμα (midstream) αποτελείται από τις εφαρμογές επεξεργασίας και η κατάντη πλευρά (downstream) περιλαμβάνει την βιομηχανοποίηση των τελικών χρήσεων. Η κοιτασματολογική έρευνα (mineral exploration) με την οποία ξεκινά ο μεταλλευτικός κύκλος (Σχ. 1), εντοπίζει τον κοιτασματολογικό στόχο, μελετά την οικονομική του γεωλογία και αναδεικνύει την οικονομοτεχνική του ετοιμότητα και προοπτική αξιοποίησης. Στην εξόρυξη (mining) που ακολουθεί εντάσσονται η διαμόρφωση του μεταλλείου και η λειτουργική διευθέτηση των υποδομών του. Οι εφαρμογές επεξεργασίας (processing) υλοποιούνται με την διεκπεραίωση τεχνολογιών εμπλουτισμού και μεταλλουργίας που παράγουν τις κατάλληλες πρώτες ύλες (raw materials) για κάθε βιομηχανική χρήση. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα των αξιακών αλυσίδων τεχνολογιών μπαταρίας λιθίου ηλεκτρικών αυτοκινήτων και μαγνητών νεοδυμίου ανεμογεννητριών. Στην πρώτη περίπτωση, την κοιτασματολογική έρευνα και εξόρυξη ΟΠΥ λιθίου, κοβαλτίου και γραφίτη που είναι απαραίτητες, διαδέχεται η εξαγωγική μεταλλουργική επεξεργασία στην βάση της οποίας παράγονται πρώτες ύλες (π.χ., ανθρακικό λίθιο ή/και οξέιδιο λιθίου, ανθρακικό κοβαλτίου, σφαιροποιημένος γραφίτης), στην μορφή που απαιτούνται από την βιομηχανία μπαταρίας (Σχ. 2). Στην περίπτωση των μαγνητών νεοδυμίου, την κοιτασματολογική έρευνα και εξόρυξη ΟΠΥ σπανίων γαιών διαδέχεται η εξαγωγική μεταλλουργική επεξεργασία στην βάση της οποίας παράγονται πρώτες ύλες (π.χ., οξείδια ή/και μέταλλα σπανίων γαιών), στην μορφή που απαιτεί η βιομηχανία μαγνητών (Σχ. 2).
Σχ. 2: Ολοκληρωμένες και βιώσιμες αξιακές αλυσίδες, που από την κοιτασματολογική έρευνα, την εξόρυξη και την επεξεργασία ΟΠΥ λιθίου, κοβαλτίου, γραφίτη, σπανίων γαιών, και άλλων, οδηγούν στην παραγωγή μπαταριών, μόνιμων μαγνητών και ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Στην βάση εφαρμογής πρακτικών κυκλικής οικονομίας, καθώς και της λειτουργίας βιώσιμων και ανθεκτικών άξιακών αλυσίδων ΟΠΥ, ιδιαίτερα σημαντική είναι η περιβαλλοντική διάσταση (π.χ., παρεμβάσεις αποκατάστασης και νέων χρήσεων γης), αλλά πάνω από όλα κυρίαρχο ενδιαφέρον παρουσιάζει η προοπτική δευτερογενούς κοιτασματολογικής αξιοποίησης δυναμικών αποθεμάτων ροών αποβλήτων (waste flows/streams) που παράγονται, τόσο σε σχέση με τον μεταλλευτικό κύκλο όσο και με τα διάφορα στάδια βιομηχανικής δραστηριότητας. Είναι πλέον ευρύτερα αποδεκτό ότι οι δευτερογενείς πηγές ΟΠΥ (secondary mineral resources), όπως είναι τα στείρα εξόρυξης (waste rocks) και τα τέλματα εμπλουτισμού (processing tailings) που συνδέονται με τον μεταλλευτικό κύκλο, παρουσιάζουν ολοένα και μεγαλύτερο επενδυτικό ενδιαφέρον, κυρίως σε σχέση με την κοιτασματολογική επαναξιολόγηση εγκαταλειμμένων μεταλλευτικών περιοχών, η επανεκτίμηση των οποίων περιλαμβάνει πλέον και την δυνατότητα επαναξιοποίησης συσσωρευμένων ιστορικών μεταλλευτικών αποβλήτων (mining wastes). Στην ίδια κατηγορία δευτερογενών πηγών ΟΠΥ εντάσσεται και η προοπτική ανακύκλωσης «εν γένει» βιομηχανικών αποβλήτων (π.χ., ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά απόβλητα) και χρησιμοποιημένων προϊόντων (π.χ. μπαταρίες, τηλεοράσεις, υπολογιστές, κινητά τηλέφωνα). Να σημειωθεί εδώ ότι η για την κάλυψη της ζήτησης κρίσιμων ΟΠΥ, όπως σπάνιες γαίες, γάλλιο ή ίνδιο, η ανακύκλωση και άλλη σχετική δευτερογενής παραγωγή, συμβάλλουν ελάχιστα. Είναι προφανές ότι οι κοινωνίες που διαθέτουν σήμερα βιώσιμες και ανθεκτικές αξιακές αλυσίδες ΟΠΥ, έχοντας σε μεγάλο βαθμό τον έλεγχο της καθολικής τους εφαρμογής και εξέλιξης, είναι και βασικοί ρυθμιστές της νέας ενεργειακής οικονομίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Κίνα (μάλλον είναι και η μοναδική χώρα), που μέσα από παραγωγικά ολοκληρωμένες και αυτόνομες αξιακές αλυσίδες (εξόρυξη και επεξεργασία ΟΠΥ, τεχνολογική ανάπτυξη, βιομηχανική παραγωγή), επικρατεί γεωπολιτικά στην παγκόσμια αγορά (σχεδόν μονοπωλιακή εμπορική διακίνηση και προμήθεια) μπαταριών λιθίου και μαγνητών νεοδυμίου, και ελέγχει έτσι την πορεία προς την ενεργειακή μετάβαση.

Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2021

Επενδυτικές μεταλλάξεις εμποδίζουν την αναπτυξιακή βιωσιμότητα

Οι μεταλλάξεις αναφέρονται συνήθως στην διαφοροποιημένη εξέλιξη επιδημικών εξάρσεων όπως είναι για παράδειγμα οι μεταλλάξεις άλφα και δέλτα που αναφέρονται στην τρέχουσα πανδημία. Βέβαια στην χώρα μας, εδώ και δεκαετίες, παρατηρούνται μεταλλάξεις στα επιχειρησιακά και επιχειρηματικά σχέδια κομβικών επενδύσεων, γεγονός που εγκυμονεί σημαντικούς κινδύνους για την εθνική οικονομία και την ανάπτυξη. Μάλιστα οι μεταλλάξεις αυτές είναι τόσο πολλές και διαφορετικές, που για να τις ξεχωρίσει κανείς θα χρειαζόταν όλο το αλφάβητο. Μεταλλάξεις που συνδέονται με αλλαγές χρονοδιαγραμμάτων και ακυρώσεων δημοσίων έργων, όπως το μετρό, η υποθαλάσσια αρτηρία και η εξωτερική περιφερειακή της Θεσσαλονίκης, μεταλλάξεις που αφορούν σε συνεχείς αλλαγές επιχειρησιακών σχεδίων, και άλλες που οφείλονται σε οικονομική ανεπάρκεια και κακό εταιρικό προγραμματισμό, με αποτέλεσμα την καθυστέρηση ή/και αλλοίωση υφιστάμενων συμβάσεων. Έτσι χάνεται το μομέντουμ αξιοποίησης βασικών συγκριτικών αναπτυξιακών πλεονεκτημάτων και δυνατοτήτων που διαθέτει η Ελλάδα, πολλές φορές με ευθύνη και την ανοχή του ίδιου του κράτους. Αυτή την εποχή γίνεται πολύ συζήτηση για τις υψηλές πτήσεις που κάνει η τιμή του χρυσού, με τάσεις περαιτέρω αύξησης της τάξης του 3,1% στο διάστημα 2021-2026. Από την άλλη πλευρά, όπως φαίνεται και στην εικόνα, δεν έχει αλλάξει και πολύ η παραγωγική σχέση και κατανομή μεταξύ των κύριων χρυσοπαραγωγικών χωρών, με την Κίνα επικεφαλής στην Ασία, αλλά και παγκόσμια, τις ΗΠΑ και τον Καναδά στην Αμερικανική ήπειρο, την Γκάνα στην Αφρική, την Αυστραλία στην Ωκαιανία και την Ρωσία στην ηπειρωτική Ευρώπη, και με την Ευρωπαϊκή Ένωση απούσα σε πολύ μεγάλο βαθμό. Ποια είναι όμως η σημερινή κατάσταση και η πιθανή εξέλιξη της πολυτάραχης μεταλλουργίας χρυσού στην Ελλάδα; Εκ των πραγμάτων, ένα όνειρο απατηλό, τουλάχιστον για όσους πιστέψαμε ότι η ολοκληρωμένη και συνολική (εφόλης της ύλης θα λέγαμε) αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών (του ορυκτού πλούτου πιο απλά) αποτελεί μια σημαντική αναπτυξιακή ευκαιρία για την χώρα και την πορεία της προς μία βιώσιμη οικονομία. Το έργο της μεταλλουργίας χρυσού εξελίσσεται σε ένα παραμύθι της χαλιμάς. Μόνο που ενώ τα παραμύθια έχουν συνήθως καλό τέλος, αυτό της μεταλλουργίας χρυσού, μέσα από τις διαδοχικές και διαρκείς αλλαγές επενδυτών και πολιτικών διαχειριστών, παρουσιάζει μια ξεχωριστή πλοκή και δράση, που ενίοτε μοιάζει με θρίλερ, άλλωτε με ταινία επιστημονικής φαντασίας, με το εν γένει μυθοπλαστικό σενάριο να προβλέπει πολλές ανατροπές αλλά τελικά κάθε φορά να καταλήγει στο ίδιο αποτέλεσμα. Στα ίδια και τα ίδια λοιπόν, όπως εδώ και δεκαετίες τώρα, με τα τρία συμπυκνώματα γαληνίτη (μολύβδου), σφαλερίτη (ψευδαργύρου) και σιδηροπυρίτη-αρσενοπυρίτη, σαν βασικά προϊόντα. Και τον χρυσό, από την πώληση του σαν μέταλλο, αν υπήρχε η μεταλλουργία, να πωλείται σήμερα με την μορφή του συμπυκνώματος πυρίτη-αρσενοπυρίτη. Με λίγα λόγια «τι είχες Γιάννη τι είχα πάντα». Και προφανώς, αν κάποτε ξεκινήσει η εξόρυξη του κοιτάσματος χαλκού, και εκεί ο χρυσός που υπάρχει στο μετάλλευμα θα πωλείται σαν συμπύκνωμα χαλκοπυρίτη (χαλκού). Και φυσικά το παραμύθι τελειώνει με την μεταλλουργία χρυσού να μπαίνει στο πιο απόκρυφο συρτάρι, και οριστικά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Και έτσι, έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα. Πριν από περίπου ένα χρόνο στο άρθρο μου <Μεταλλουργία Χρυσού «μένει» Ελλάδα: Η μεταλλουργία χρυσού πρέπει και μπορεί να είναι η σημαία της αναπτυξιακής Ελλάδας>, είχα επιχειρηματολογήσει επικοδομητικά και με θετικό τρόπο στην βάση, την προοπτική και την ελπίδα πραγματοποίησης της μεταλλουργίας χρυσού στην Ελλάδα. Βλέπω τώρα ότι όχι μόνο δεν πρόκειται να γίνει πραγματικότητα, αλλά και ότι ο ελληνικός χρυσός, σε «συμπυκνωμένη» πλέον και όχι μεταλλική μορφή, «μετακομίζει» σταδιακά εκτός χώρας, με την αξιακή αλυσίδα χρυσού να μην ολοκληρώνεται και να μένει στη μέση της πλουτοπαραγωγικής της διαδρομής. Γεγονός που συνεπάγεται και σημαίνει ότι έτσι χάνεται ακόμη μια αναπτυξιακή ευκαιρία και δυνατότητα. *https://www.huffingtonpost.gr/entry/e-metalloeryia-chresoe-menei-ellada_gr_5f50bd8dc5b6946f3eadcc61?ncid=other_facebook_eucluwzme5k&utm_campaign=share_facebook&fbclid=IwAR0XM78LgcAK5eEaaXV3VnIF9IfMb6xueVX8ZoLNR0p45yGljhPvpsM8Btc

Σάββατο 12 Ιουνίου 2021

Μπαταρίες λιθίου και μαγνήτες νεοδυμίου, ανανεώνουν την ενέργεια στην ηλεκτροκίνηση

Νικόλαος Αρβανιτίδης Δρ Οικονομικός Γεωλόγος, Συντονιστής Ευρωπαϊκών Θεμάτων Ορυκτών Πρώτων Υλών Γεωλογική Έρευνα της Σουηδίας "Η δυσκολία ή η παρεμπόδιση πρόσβασης και παροχής ορισμένων μετάλλων, ιδίως σπάνιων γαιών, λιθίου και κοβαλτίου, μπορούν να προκαλέσουν απρόβλεπτες συνέπειες και εξελίξεις στις αλυσίδες προμήθειας τους, με αποτέλεσμα την διακοπή ή ακόμη και την ακύρωση παραγωγής μπαταριών λιθίου και ανεμογεννητριών, και κατ’επέκταση την αδυναμία επίτευξης της προβλεπόμενης μείωσης εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα." Νέο τοπίο για τις ορυκτές πρώτες ύλες της Ευρώπης Τόσο η ευρωπαϊκή πράσινη συμφωνία, με τον γενικό στόχο να καταστεί η Ευρώπη κλιματικά ουδέτερη, όσο και η νέα βιομηχανική στρατηγική της ΕΕ, θεωρούν ότι η διαθεσιμότητα και διασφάλιση επάρκειας των ορυκτών πρώτων υλών αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση και θέμα στρατηγικής σημασίας, προκειμένου να πετύχουν και να εκπληρώσουν τους στόχους τους. Οι πρακτικές κυκλικής οικονομίας και οι αποτελεσματικές αλυσίδες αξίας, που βασίζονται σε κρίσιμα και άλλα ορυκτά και μέταλλα, έχουν αποφασιστική συμμετοχή και σημαντική συμβολή στην προώθηση και εφαρμογή τεχνολογιών και βιομηχανικών οικοσυστήματων που υποστηρίζουν την υλοποίηση της ενεργειακής μετάβασης (Σχ.1). Στην κατέυθυνση αυτή, η δυναμική, υπέυθυνη και αξιόπιστη αξιοποίηση ευρωπαϊκών κοιτασμάτων, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την τεχνολογική καινοτομία, την κλιματικά φιλική βιομηχανία και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της γρήγορα αυξανόμενης ζήτησης, απαιτείται παραγωγή ορυκτών πρώτων υλών τόσο από πρωτογενείς, όσο και από δευτερογενείς κοιτασματολογικές πηγές.
Σχ. 1: Οι κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες αναπτύσσουν και ενεργοποιούν τις τεχνολογίες που θέτουν σε παραγωγική λειτουργεία τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, και ηλεκτροκινούν γη, ουρανό και θάλασσα. Αυξανόμενες ανάγκες σε αλυσίδες αξίας ορυκτών πρώτων υλών Η διαρκώς και σταθερά αυξανόμενη ζήτηση για ορυκτές πρώτες ύλες συνδέεται κυρίως με την αναδυόμενη ψηφιακή επανάσταση, την καινοτομία στην ηλεκτρονική βιομηχανία και την ηλεκτροκίνηση, την τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης και τη μετάβαση σε ένα μέλλον με χαμηλές εκπομπές άνθρακα και μειωμένη παραγωγή αποβλήτων. Νέες ορυκτές πρώτες ύλες, όπως το γερμάνιο, το γκάλιο, το ίνδιο, το δυσπρόσιο, το βανάδιο, έρχονται στο παραγωγικό και τεχνολογικό προσκήνιο. Η εξορυκτική βιομηχανία καλείται να τροποποιήσει υφιστάμενες ή να δημιουργήσει νέες αλυσίδες αξίας, ξεκινώντας από την κοιτασματολογική έρευνα μέχρι την μεταλλευτική παραγωγή των ορυκτών πρώτων υλών που απαιτούν οι καινοτόμες τεχνολογίες (π.χ. μπαταρίες λιθίου, μαγνήτες νεοδυμίου, ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά), για να είναι έτσι εφικτή η υλοποίηση των νέων βιομηχανικών οικοσυστημάτων (π.χ. ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ηλεκτροκίνηση, ψηφιακή διακυβέρνηση). Η ένταση της οικονομίας και της κοινωνίας για την εξασφάλιση του αναγκαίου αποθεματικού δυναμικού και της απαιτούμενης προμήθειας θα συνεχίσει να είναι εξαιρετικά υψηλή, ειδικά για κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες που συνδέονται σχεδόν κατά 60% με επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας. Η Κίνα παράγει σήμερα περίπου τις περισσότερες ορυκτές πρώτες ύλες που απαιτούνται για στρατηγικές αλυσίδες αξίας και σχετικά βιομηχανικά οικοσυστήματα της ΕΕ, όπως αυτά που αναφέρονται παραπάνω. Στην πραγματικότητα, η Κίνα κυριαρχεί σε όλα τα στάδια και τομείς (εξόρυξη, επεξεργασία, μεταλλουργία, τελικά προϊόντα) των αλυσίδων αξίας για τις περισσότερες από τις κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες. Η εξαρτημένη αυτή σχέση εισαγωγών ορυκτών πρώτων υλών (π.χ. λίθιου, κοβαλτίου, σπάνιων γαιών) μπορεί να επηρεάσει βιομηχανικές μονάδες μπαταριών και μόνιμων μαγνητών που σχεδιάζονται στην ΕΕ, με προβλεπόμενη έναρξη παραγωγικής τους λειτουργίας στα επόμενα 1 με 3 χρόνια. Μαγνήτες νεοδυμίου για ανανεώσιμη ενέργεια και ηλεκτροδότηση «Από τα κοιτάσματα ορυκτών σπάνιων γαιών και τα οξείδια νεοδυμίου και δυσπρόσιου, στην τεχνολογία μόνιμων μαγνητών.» Τα ορυκτά και τα μέταλλα είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη και παροχή τεχνολογιών παραγωγής χαμηλών εκπομπών άνθρακα μέσα από εφαρμογές και χρήσεις «πράσινης» ενέργειας. Τα ορυκτά και τα μέταλλα είναι επίσης θεμελιώδη για να καταστήσουν τις κοινωνίες πιο ανθεκτικές στην κλιματική αλλαγή, στη βάση τεχνολογικών αλυσίδων αξίας που υποστηρίζουν την εφαρμογή βιομηχανικών συστημάτων ανανεώσιμης ενέργειας και ηλεκτροκίνησης (Πιν. 1). Η ταχεία αντικατάσταση κινητήρων αυτοκινήτων εσωτερικής καύσης με ηλεκτρική τεχνολογία, στην βάση χρήσης μόνιμων μαγνητών, καθώς και η ευρύτερη εφαρμογή της αιολικής και ηλιακής ενέργειας οδηγούν στην διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση για εξόρυξη και παραγωγή ορυκτών πρώτων υλών, όπως είναι το νεοδύμιο, το δυσπρόσιο και αλλα μέταλλα της ομάδας σπάνιων γαιών (Σχ.2). Η διασφάλιση πρόσβασης και προμήθειας τους στηρίζεται σήμερα σε μεγάλο βαθμό, στην εξορυκτική αξιοποίηση πρωτογενών κοιτασμάτων.
Είναι λοιπόν φανερό ότι για την κάλυψη μελλοντικών ενεργειακών αναγκών μέσω ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ο τομέας της ενέργειας θα βρεθεί μπροστά στην ανάγκη μαζικής χρήσης ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών. Κατά συνέπεια, η κατανάλωση ορυκτών πρώτων υλών που απαιτούνται για την κατασκευή ανεμογεννητριών και ηλιακών συλλεκτών αναμένεται να αυξηθεί δραστικά τις επόμενες δεκαετίες. Όπως σημειώθηκε, η βιομηχανία της ΕΕ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές για πολλές πρώτες ύλες ορυκτών και σε ορισμένες περιπτώσεις είναι ευάλωτη σε κάθε γεγονός που επηρεάζει την ομαλότητα πρόσβασης και προμήθειας τους. Σε κάθε περίπτωση, όλα αυτά εγείρουν ανησυχίες σχετικά με τη διαθεσιμότητα ορισμένων από τις ορυκτές πρώτες ύλες που απαιτούνται για την επίτευξη των μελλοντικών στόχων ανάπτυξης τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Σε μια από τις πιο αξιόπιστες προσεγγίσεις, η ετήσια ζήτηση της ΕΕ για τις σπάνιες γαίες μόνιμων μαγνητών θα αυξηθεί 6 φορές το 2030 και μέχρι 15 φορές το 2050 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2018. Έτσι, σύμφωνα με τους στόχους της ΕΕ για την απαλλαγή από τον άνθρακα, η ανάπτυξη ανεμογεννητριών από μόνη της θα απαιτεί το μεγαλύτερο μέρος του νεοδυμίου, πρασεοδύμιου, δυσπροσίου και του τερβίου που διατίθενται σήμερα στην αγορά της ΕΕ. Για την τεχνολογία φωτοβολταϊκών, αναμένεται αύξηση της ζήτησης για όλες τις ορυκτές πρώτες ύλες που χρειάζονται (Πιν. 1). Για παράδειγμα προβλέπεται τετραπλάσια αύξηση του αργύρου και έως 12 φορές αύξηση του πυριτίου το 2050. Για το κάδμιο, το γάλλιο, το ίνδιο, το σελήνιο και τελλούριο η ζήτηση θα αυξηθεί έως και 40 φορές το 2050. Η υψηλότερη ζήτηση το 2050 αναμένεται για το γερμάνιο, το οποίο μπορεί να αυξηθεί μέχρι και 86 φορές σε σύγκριση με τις τιμές του 2018. Δεδομένων των τεχνολογιών αιολικής και ηλιακής ενέργειας που σχετίζονται με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μια τόσο υψηλή αύξηση της ζήτησης θα ασκήσει περαιτέρω πίεση στη μελλοντική διαθεσιμότητα ορισμένων ορυκτών πρώτων υλών. Προκύπτει γενικά ότι η μετάβαση της ΕΕ στις τεχνολογίες πράσινης ενέργειας ενδέχεται να απειληθεί από την δυνατότητα πρόσβασης, παραγωγής και διασφάλισης επάρκειας για τις ορυκτές πρώτες ύλες, όπως είναι το γερμάνιο, το τελλούριο, το γάλλιο, το ίνδιο, το σελήνιο και το πυρίτιο για φωτοβολταϊκές κυψέλες, και οι σπάνιες γαίες για ανεμογεννήτριες (Σχ. 2).
Σχ. 2: Σχηματική προσέγγιση αλυσίδων αξίας με αναφορά στις ορυκτές πρώτες ύλες που χρειάζονται οι τεχνολογίες μαγνητών νεοδυμίου και μπαταριών λιθίου, που καθιστούν εφικτή την παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας και την δυνατότητα ηλεκτροκίνησης. Μπαταρίες λιθίου για ενεργειακή αυτονομία στην ηλεκτροκίνηση «Από τα κοιτάσματα ορυκτών λιθίου, νικελίου, κοβαλτίου και γραφίτη, στην τεχνολογία μπαταριών ιόντων λιθίου». Οι μπαταρίες λιθίου αποτελούν βασική τεχνολογία στην πράσινη Ευρώπη. Η ευρωπαϊκή αλυσίδα αξίας ηλεκτρικών οχημάτων είναι στρατηγικής σημασίας για την ΕΕ και το βιομηχανικό οικοσύστημα ηλεκτροκίνησης (Σχ. 2). Οι μπαταρίες λιθίου μαζί με τους μαγνήτες νεοδυμίου συμβάλλουν, περισσότερο ίσως από κάθε τεχνολογική καινοτομία, στην ενεργειακή μετάβαση και στην κατεύθυνση προς μια ουδέτερη από το κλίμα οικονομία. Έτσι λοιπόν, βρίσκονται σήμερα στο στάδιο κατασκευής, περίπου 143 μεγάλα εργοστάσια μπαταριών ιόντων λιθίου σε όλο τον κόσμο, από τα οποία 107 θα γίνουν στην Κίνα, 14 στην ΕΕ και 9 στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ήδη στην Ευρώπη η παρουσία τους αναμένεται να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα ανταγωνιστικής δυναμικής της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, μέσα από την δημιουργία θέσεων εργασίας και την στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης. Στην κατεύθυνση αυτή προωθείται μια διευρωπαϊκή προσέγγιση που μπορεί να ανταποκρίνεται σε ολοκληρωμένη και συνολική παραγωγική λειτουργία των τεχνολογικών αλυσίδων αξίας μαγνητών και μπαταριών, ξεκινώντας από την κοιτασματολογική εξόρυξη και επεξεργασία μέχρι την παραγωγή και την χρήση των ορυκτών πρώτων υλών που χρειάζονται για την κατασκευή τους. Συγκεκριμένα οι μπαταρίες χρειάζονται γραφίτη, κοβάλτιο, λίθιο και νικέλιο για την αποθηκεύση της ενέργειας, ενώ οι μόνιμοι μαγνήτες θέλουν νεοδύμιο, δυσπρόσιο, καθώς και περισσότερο χαλκό και ψευδάργυρο (Πίν. 2) για την ηλεκτροδότηση του κινητήρα αυτοκινήτου.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της νέας ευρωπαϊκής λίστας κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών για το 2020, για τις μπαταρίες που θα απαιτήσει η προβλεπόμενη ανάγκη αποθήκευσης ενέργειας, η ΕΕ θα χρειαστεί μέχρι και 18 φορές περισσότερο λίθιο και πέντε φορές περισσότερο κοβάλτιο μέχρι το 2030 και σχεδόν 60 φορές περισσότερο λίθιο και 15 φορές περισσότερο κοβάλτιο το 2050, σε σύγκριση με τις σημερινές ανάγκες για ολόκληρη την οικονομία της ΕΕ (Σχ. 3). Νέες προβλέψεις αναφέρουν ότι η ζήτηση για μέταλλα σπάνιων γαιών μόνιμων μαγνητών θα αυξάνεται με 9,7% τον χρόνο. Το νεοδύμιο, το τέρβιο, το δυσπρόσιο και το πρασεοδύμιο θα πρέπει να εξορυχθούν και να ανακυκλωθούν σε μεγαλύτερες ποσότητες, και η παραγωγή θα πρέπει να αυξηθεί μέχρι και δώδεκα φορές το 2050, σε σύγκριση με την σημερινή.
Σχ. 3: Η Ευρώπη σχεδιάζει την δυναμική παραγωγή μπαταριών λιθίου παρά το γεγονός ότι η σχετική αλυσίδα αξίας παραμένει ευάλωτη αφού η αυξημένη ζήτηση ορυκτών πρώτων υλών παραμένει σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από εισαγωγές (ΟΠΥ=Ορυκτές Πρώτες Ύλες) Κοιτασματολογικό δυναμικό κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών εντός της Ευρώπης Πρωτογενείς κοιτασματολογικές πηγές Η Ευρώπη διαθέτει αξιοποιήσιμο δυναμικό πρωτογενών κοιτασμάτων κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών (Σχ. 4). Το γεωλογικό της υπόβαθρο και περιβάλλον ευνοούν και συμβάλλουν στον σχηματισμό μεταλλοφόρων συστημάτων και την παρουσία μεταλλογενετικών περιοχών με έντονο ενδιαφέρον κοιτασματολογικής έρευνας για κρίσιμες και άλλες ορυκτές πρώτες ύλες. Το πρόβλημα λοιπόν παραγωγικής υστέρησης δεν είναι γεωλογικό, ούτε μεταλλογενετικό. Οι νέες τεχνολογίες γεωλογικής και κοιτασματολογικής έρευνας, με έμφαση στις κρίσιμες και άλλες στρατηγικές ορυκτές πρώτες ύλες, εφαρμόζονται και λειτουργούν πλέον αποτελεσματικά, κυρίως σε ότι αφορά στην υπεύθυνη εξόρυξη, καθώς και στην βιώσιμη εκμετάλλευση τους. Φυσικά, η όποια προοπτική αξιοποίησης τους οφείλει να επιταχυνθεί με δεδομένη την χρονική περιόδο των περίπου 10 χρόνων που απαιτούνται, από την κοιτασματολογική έρευνα μέχρι την εξόρυξη, για να μπορέσει να υπάρξει η παραγωγή κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών από ευρωπαϊκά κοτάσματα.
Σx. 4: Το κοιτασματολογικό δυναμικό κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών εντός της Ευρώπης παρουσιάζεται ιδιαίτερα πρόσφορο με την Ελλάδα να αναζητά την δική της συμβολή. Οι μεγαλύτεροι παραγωγοί λιθίου στον κόσμο είναι η Αυστραλία, η Χιλή, η Αργεντινή και η Κίνα. Η ΕΕ, αν και δεύτερη στην κατανάλωση λιθίου στον κόσμο, δεν έχει στο εσωτερικό της κάποιες δραστηριότητες εξόρυξης λιθίου, εκτός από μια πολύ περιορισμένη παραγωγή στην Ιβηρική χερσόνησο. Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές κοιτασματολογικές δυνατότητες σε σχέση με την παρουσία ορυκτών λιθίου σε πηγματιτικά πετρώματα (Σχ. 5) που θα μπορούσαν να καλύψουν σε μεγάλο βαθμό τις ανάγκες της ευρωπαϊκής βιομηχανίας μπαταριών. Προηγμένα έργα κοιτασματολογικής έρευνας και παραγωγικής αξιοποίησης λιθίου βρίσκονται σε εξέλιξη στην Αυστρία, την Τσεχική Δημοκρατία, την Πορτογαλία, την Γερμανία, τη Φινλανδία, την Ισπανία και τη Σουηδία.
Σχ. 5: Η ΕΕ είναι σε θέση να καλύψει σε μεγάλο βαθμό την αυξανόμενη ζήτηση και ανάγκες λιθίου, κοβαλτίου και γραφίτη μέσα από την παραγωγική αξιοποίηση των δικών της κοιτασμάτων. Το κοβάλτιο εξάγεται κυρίως σαν παραπροϊόν της εξόρυξης νικελίου ή χαλκού. Περίπου το 50% της παγκόσμιας παραγωγής κοβαλτίου προέρχεται από τη βιομηχανία εξόρυξης νικελίου, ενώ το 44% προέρχεται από την εξόρυξη χαλκού και μόνο το 6% από την εξόρυξη όπου το κοβάλτιο είναι ο κύριος κοιτασματολογικός στόχος εξόρυξης. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το κοβάλτιο εξορύσσεται σε 19 χώρες, με τους μεγαλύτερους παραγωγούς να είναι η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (με περισσότερο από 60% της συνολικής παγκόσμιας παραγωγής), η Κίνα (6%) και ο Καναδάς (5%). Στην περίπτωση της ΕΕ, το 2% της παγκόσμιας παραγωγής καλύπτεται από τη Νέα Καληδονία (λόγω της εδαφικής σχέσης με την Γαλλία) και 1% από τη Φινλανδία, όπου συνπαράγεται μαζί με την εξόρυξη νικελίου ή χαλκού σε τέσσερα ορυχεία (Sotkamo, Kevitsa, Hitura και Kylylahti) (Σχ. 5). Τα λατεριτικά κοιτάσματα νικελίου αποτελούν σημαντική πηγή δυνητικής παραγωγής κοβαλτίου, γεγονός που ενδεχομένως να ενδιαφέρει και την Ελλάδα, κυρίως ως προς την διενέργεια περαιτέρω έρευνας προς την ίδια κατεύθνση τόσο στο πλαίσιο των μεταλλείων της ΛΑΡΚΟ (Σχ. 5), όσο και των νικελιούχων μεταλλοφοριών στο ανατολικό και δυτικό Βέρμιο (Σχ. 6).
Σχ. 6: Στην βόρεια Ελλάδα η δυναμικότητα των μεταλλοφόρων συστημάτων περιλαμβάνει και την προοπτική περαιτέρω κοιτασματολογικής έρευνας με στόχο την παρουσία κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών όπως είναι το κοβάλτιο και το αντιμόνιο. Σημαντικά ορυχεία εξόρυξης μεταλλεύματος με θειούχο νικέλιο βρίσκονται στη Βόρεια Αμερική, την Αυστραλία, την Κίνα, τη Ρωσία και τη Γροιλανδία. Στην ΕΕ, κοιτάσματα νικελίου εξορύσσονται στη Φινλανδία, την Ελλάδα και σε μικρότερη κλίμακα στην Ισπανία. Όπως στην περίπτωση του κοβαλτίου, η Νέα Καληδονία (Γαλλία) είναι ένας σχετικά μεγάλος παραγωγός και νικελίου. Από το συνολικό παραγόμενο νικέλιο, περίπου το 60% προέρχεται από λατερίτες, όπως είναι τα κοιτάσματα στην Ελλάδα, και το 40% από θειούχα μεταλλεύματα, όπως στη Φινλανδία. Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός γραφίτη στον κόσμο με σχεδόν το 70% της παγκόσμιας ετήσιας παραγωγής, ακολουθούμενη από την Ινδία και τη Βραζιλία. Υπάρχει πολύ μικρή παραγωγή στην ΕΕ, στην Αυστρία και τη Γερμανία, η οποία αντιπροσωπεύει το 0,05% της παγκόσμιας παραγωγής. Στη Σουηδία, πραγματοποιείται προχωρημένη κοιτασματολογική έρευνα γραφίτη με τις πρώτες αποθεματικές εκτιμήσεις να ανέρχονται περίπου στα τρία εκατομμύρια τόνους. Στην Ελλάδα το ΙΓΜΕ έχει στο παρελθόν πραγματοποιήσει γεωτρητική έρευνα στις Θέρμες της Ξάνθης, καθώς και σε άλλες περιοχές της δυτικής κυρίως Ροδόπης. Οι σπάνιες γαίες, που ήταν πολύ κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες πριν από μια δεκαετία, βρίσκονται για άλλη μια φορά στο γεωπολιτικό επίκεντρο και διεμπορική αντιπαράθεση. Αυτό μπορεί να έχει αντίκτυπο στις βιομηχανικές αλυσίδες αξίας της ΕΕ, ιδίως σε αυτές που έχουν σχέση με την ηλεκτροκίνηση και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Είναι συνεπώς ανάγκη, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, η διασφάλιση βιώσιμης και ολοκληρωμένης λειτουργίας της αλυσίδας αξίας τεχνολογίας μόνιμων μαγνητών νεοδυμίου, από την εξόρυξη, το μεταλλείο και τη μονάδα επεξεργασίας μέχρι τα προϊόντα τελικής χρήσης. Οι σπάνιες γαίες είναι μια ομάδα από 17 χημικά παρόμοια στοιχεία, που διαχωρίζονται σε μέταλλα της υπο-ομάδας ελαφρών σπάνιων γαιών και σε μέταλλα της υπο-ομάδας βαριών σπάνιων γαιών. Στον περιοδικό πίνακα στοιχείων ελαφριές είναι αυτές, από το λανθάνιο μέχρι το σαμάριο, και βαριές αυτές, από το ευρώπιο μέχρι το λουτίσιο, συν το ύττριο. Ορισμένα μέταλλα στην υπο-ομάδα των βαριών είναι σημαντικές ορυκτές πρώτες ύλες σε εφαρμογές τεχνολογίας αιχμής, όπως το νεοδύμιο, το δυσπρόσιο και το πρασεοδύμιο για μόνιμους μαγνήτες υψηλής αντοχής που χρησιμοποιούνται σε ανεμογεννήτριες, σκληρούς δίσκους και κινητήρες σε ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Η ζήτηση για αυτά τα μέταλλα αναμένεται να αυξηθεί με ρυθμό περίπου 10% τον χρόνο, αν και ο ξέφρενος ρυθμός τεχνολογικής εξέλιξης και ανάπτυξης σημαίνει ότι η ακριβής πρόβλεψη είναι πολλές φορές δύσκολη. Η εξόρυξη πρωτογενών κοιτασμάτων ορυκτών σπάνιων γαιών προβλέπεται ότι θα συνεχίσει να είναι η πιο σημαντική πηγή παραγωγής τους. Το περίπου 60 % (το χαμηλότερο μερίδιο από πλευράς Κίνας μέχρι σήμερα λόγω της αυξανόμενης παραγωγής εξόρυξης στην Αυστραλία που σήμερα ανέρχεται στο 10% της παγκόσμιας παραγωγής) όλων των μετάλλων σπάνιων γαιών που εισέρχονται στην παγκόσμια αγορά παράγεται στην Κίνα. Πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της ΕΕ, πρέπει να εισάγουν σχεδόν όλα τα μέταλλα σπάνιων γαιών, είτε σαν ορυκτές πρώτες ύλες είτε σαν τελικά προϊόντα, όπως σε μορφή οξειδίων για τους μαγνήτες. Για το λόγο αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προσδιορίσει τα μέταλλα σπάνιων γαιών σαν κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες με αυξημένο τον κίνδυνο ως προς τον βαθμό δυνατότητας πρόσβασης και προμήθειας τους. Πρόσφατη έρευνα επισημαίνει ότι το νεοδύμιο, το πρασεοδύμιο, το δυσπρόσιο, το ευρώπιο, το τέρβιο και το ύττριο είναι οι πιο κρίσιμες σπανιες γαίες λόγω της χρήσης τους στους μόνιμους μαγνήτες, τις μπαταρίες και άλλες εφαρμογές υψηλής τεχνολογίας. Όπως αναφέρθηκε, οι μόνιμοι μαγνήτες, για αποδοτικούς ηλεκτρικούς κινητήρες, είναι η πιο σημαντική εφαρμογή μετάλλων σπάνιων γαιών, ιδίως νεοδυμίου, πρασεοδύμιου και δυσπροσίου. Για παράδειγμα, πάνω από το 90% όλων των νέων ηλεκτρικών οχημάτων θα είναι εξοπλισμένα με ηλεκτροκινητήρα μόνιμου μαγνήτη που περιέχει περίπου 2 κιλά μεταλλικό νεοδύμιο και πρασεοδύμιο. Κάθε γεννήτρια αιολικής ενέργειας απαιτεί περίπου 200 κιλά σπάνιων γαιών ανά 1 MW ενεργειακής δυναμικότητας. Αναφέρεται ότι ένα ετήσιο έλλειμμα 65.000 τόνων μεταλλεύματος σπάνιων γαιών αναμένεται από το 2030 και μετά. Επιπλέον, νέες προβλέψεις αναφέρουν ότι το νεοδύμιο, το τέρβιο, το δυσπρόσιο και το πρασεοδύμιο θα πρέπει να εξαχθούν και να ανακυκλωθούν σε μεγαλύτερες ποσότητες, και ότι η παραγωγή τους θα πρέπει να αυξηθεί μέχρι και δώδεκα φορές έως το 2050 σε σύγκριση με τηνσημερινή. Οι όποιες αναταράξεις στην διαθεσιμότητα τους θα απειλούσε τη μετάβαση της ΕΕ στην πράσινη ενέργεια και σε μια ουδέτερη από το κλίμα βιομηχανία. Η ΕΕ δεν έχει κάποια εξορυκτική δραστηρίότητα σπάνιων γαιών. Η πρωτοβουλία της ΕΕ για τη νέα λίστα κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών αυξάνει το ενδιαφέρον αξιοποίησης σουηδικών κοιτασμάτων, όπως στη περιοχή Norra Kärr, αλλά και παρόμοιων ερευνητικών στόχων στην Φινλανδία, όπως στην περιοχή Sokli (Σχ. 7). Στην Ελλάδα ενδεχόμενο ενδιαφέρον περαιτέρω κοιτασματολογικής έρευνας παρουσιάζουν οι μοναζιτικοί παράκτιοι άμμοι στην Νέα Πέραμο Καβάλας, καθώς και τα λατεριτικά και βωξιτικά μεταλλοφόρα συστήματα στην Στερεά Ελλάδα.
Σχ. 7: Σημερινή κοιτασματολογική κατάσταση και «εν δυνάμει» προοπτική παραγωγικής αξιοποίησης σπάνιων γαιών στην ΕΕ και την Γροινλανδία. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του έργου ReeMap στην Σουηδία που προβλέπει την δευτερογενή ανάκτηση τους από παραπροϊόντα απατίτη, που απορρίπτονται στο πλαίσιο μεταλλευτικής παραγωγής σιδήρου. Δευτερογενείς κοιτασματολογικές πηγές Η αυξανόμενη κατανάλωση κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών δημιουργεί την ανάγκη για αποτελεσματική αντιμετώπιση της μεγάλης ζήτησης τους, τόσο από πρωτογενείς όσο και από δευτερογενείς πηγές. Βέβαια, παρά το γεγονός ότι ο βαθμός ανακύκλωσης και επανάχρησης τείνει αυξανόμενος, οι ποσότητες που προκύπτουν δεν είναι, ούτε θα είναι σε θέση ποτέ, από μόνες τους να καλύψουν το μεγάλο κενό που προβλέπεται να υπάρξει μεταξύ ζήτησης και διαθέσιμων ορυκτών πρώτων υλών μέχρι το 2050. Όσον αφορά στη δευτερογενή εξόρυξη από μεταλλευτικά απόβλητα (π.χ. στείρα εξόρυξης, τέλματα εμπλουτισμού), καθώς και άλλα απόβλητα που παράγονται κατά τη διάρκεια της αλυσίδας αξίας ορυκτών πρώτων υλών, αυτή την περίοδο διεξάγονται έρευνες σχετικά με την γεωλογία, κοιτασματολογία, ορυκτολογία και γεωχημία σωρών μεταλλευτικών αποβλήτων που σχετίζονται κυρίως με ιστορικές κυρίως εξορυκτικές δραστηριότητες σε ολόκληρη την ΕΕ. Υπολογίζεται ότι υπάρχουν περίπου 3.500 ενεργοί χώροι μεταλλευτικών αποβλήτων σε όλο τον κόσμο, ενώ οι πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των αντίστοιχων ιστορικών χώρων δεν είναι είναι επί του παρόντος γνωστός. Για παράδειγμα, σύμφωνα με σχετική έρευνα, η ποσότητα των στείρων εξόρυξης που παράγονται κάθε χρόνο μόνο από τη βιομηχανία χαλκού, ανέρχεται σε 2,9 δις τόνους, ενώ η μεταλλευτική παραγωγή προσθέτει με τη σειρά της επιπλέον 1,6 δις τόνους τελμάτων. Υποθέτοντας, για παράδειγμα, ότι ένα ορυχείο χαλκού παρήγαγε 1 εκ τονους μετάλλου κατά τη δεκαετία του 1990 με ποσοστό ανάκτησης 90%, τότε το υπόλοιπο 10% του χαλκού, περίπου 111 000 τόνοι, κατέληξε και βρίσκεται στους σωρούς των αποβλήτων. Σε κάθε περίπτωση, η βελτίωση της αποτελεσματικής και ολιστικής εκμετάλλευσης κοιτασμάτων στην κατεύθυνση αξιοποίησης κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών περιλαμβάνεται επίσης στο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία, αλλά και στην οδηγία της ΕΕ για τα απόβλητα εξόρυξης. Επιπλέον, η οδηγία ορίζει συγκεκριμένες απαιτήσεις και κανόνες τόσο για την ελαχιστοποίηση όσο και για την ανακύκλωση των εξορυκτικών αποβλήτων. Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή προτείνει την χαρτογράφηση διαθεσιμότητας δευτερογενών κοιτασματολογικών πηγών κρίσιμων και άλλων ορυκτών πρώτων υλών, τόσο σε ιστορικά απόβλητα εγκατελειμμένων μεταλλείων και λατομείων, όσο και σε αποθέσεις ενεργών σήμερα δραστηριοτήτων εξόρυξης, με στόχο να εντοπίσει εφικτά και βιώσιμα έργα ανακύκλωσης και επανάχρησης ορυκτών πρώτων υλών μέχρι το 2022. Η Επιτροπή τονίζει επίσης ότι η εξόρυξη και η επεξεργασία πρέπει να γίνονται με πιο πράσινες διαδικασίες. Η Σουηδία βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της κυκλικής οικονομίας και έχει ήδη αυξήσει τη χρήση δευτερογενών πηγών, βάση της οποίας μετατρέπει τα απόβλητα σε εκμεταλλεύσιμες ορυκτές πρώτες ύλες. Για παράδειγμα, η μεταλλευτική εταιρεία LKAB προβλέπει ήδη το 2027, μέσα από την ανακλυκλωση αποβλήτων/παραπροϊόντων απατίτη που προκύπτουν από την εξόρυξη και επεξεργασία σιδηρομεταλλεύματος, να παράγει το 30% σπάνιων γαιών που χρειάζεται η ευρωπαϊκή βιομηχανία και 5 φορές περισσότερο φώσφορο από την ποσότητα που καταναλώνει σήμερα η Σουηδία (Σχ. 7). Επίσης, η σουηδική κυβέρνηση, στο πλαίσιο της μεταλλευτικής στρατηγικής της χώρας, ανέθεσε στον εθνικό φορέα Γεωλογικής Έρευνας Σουηδίας να χαρτογραφήσει το δυναμικό των μεταλλευτικών και εξορυκτικών αποβλήτων της χώρας σε σχέση κυρίως με την κοιτασματολογική παρουσία κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών, και πιο συγκεκριμένα αυτών που υποστηρίζουν τις τεχνολογίες μπαταριών λιθίου και μαγνητών νεοδυμίου (Σχ. 2). Στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί και περιγραφεί, σε σχετική βάση δεδομένων, 127 θέσεις σωρών μεταλλευτικών αποβλήτων που ενδεχόμενα χρήζουν περαιτέρω κοιτασματολογικής έρευνας (Σχ. 8).
Σχ. 8: Σωροί μεταλλευτικών αποβλήτων στην Ελλάδα και σχετικό κοιτασματολογικό ενδιαφέρον. Η ΕΕ, στο πλαίσιο εφαρμογής πρακτικών κυκλικής οικονομίας εξετάζει επίσης το δυναμικό δευτερογενών πηγών κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών που συνδέονται με την ανακύκλωση ηλεκτρονικών και ηλεκτρικών αποβλήτων «ξοφλημένων» προϊόντων μετά το τέλος του κύκλου ζωής τους. Σε αυτήν την περίπτωση, η δυνατότητα εφαρμογής τεχνολογικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά δόκιμων μεθόδων ανακύκλωσης είναι ζωτικής σημασίας. Για παράδειγμα, πάνω από το 50% ορισμένων μετάλλων, όπως ο σίδηρος, ο ψευδάργυρος ή η πλατίνα, είναι ανακυλώσιμα και μπορούν να συμβάλλουν στην κάλυψη του 25% της κατανάλωσης τους στην ΕΕ. Για άλλες ορυκτές πρώτες ύλες, ειδικά εκείνες που απαιτούνται και είναι κρίσιμες σε τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή εφαρμογές υψηλής τεχνολογίας, όπως μέταλλα σπάνιων γαιών, το γάλλιο και το ίνδιο, η δευτερογενής παραγωγή τους συμβάλλει οριακά στην διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση τους και πολύ λίγο στην μείωση εξάρτησης της ΕΕ από εισαγωγές (Σχ. 9). Σύμφωνα με τα διαθέσιμα δεδομένα, λιγότερο από το ένα τρίτο των περίπου 60 μετάλλων ανακυκλώνονται σε ποσοστό πάνω από 50% από δευτερογενείς πηγές, ενώ 34 στοιχεία πολύ χαμηλό βαθμό ανακύκλωσης, με ποσοστό λιγότερο από 1%. Γενικά, η πολυπλοκότητα και η περιβαλλοντικά επικίνδυνη διαδικασία διαχωρισμού και ανακύκλωσης παραμένουν οι μεγαλύτερες προκλήσεις σε ότι αφορά στην δευτερογενή αξιοποίηση ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών αποβλήτων.
Σχ. 9: Η ραγδαία αυξανόμενη ζήτηση και η εξάρτηση από τις εισαγωγές δεν μπορούν να καλυφθούν μόνο με την ανακύκλωση, κυρίως για τις κρισιμές ορυκτές πρώτες, όπως είναι οι σπάνιες γαίες, για τις οποίες η ΕΕ είναι 100% εξαρτημένη από εισαγωγές (αριστερό διάγραμμα), ενώ την ίδια στιγμή ο βαθμός ανακύκλωσης τους βρίσκεται γύρω ή κάτω από το 1% (δεξιό διάγραμμα) Συνοψίζοντας με χρονικό ορίζοντα το 2030 H εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας σημαίνει αντιμετώπιση του διττού στόχου της ανθεκτικότητας της Ευρώπης σε ότι αφορά στην βιώσιμη αυτάρκεια της σε ορυκτές πρώτες ύλες, καθώς και την επίτευξη των προβλεπόμενων στόχων για την μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα προς μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία. Η εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας απαιτεί τεράστιες ποσότητες ορυκτών πρώτων υλών. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι απαραίτητη η στενή συνεργασία των κρατών μελών, όσον αφορά την πλήρη διερεύνηση και, κατά συνέπεια, εκμετάλλευση του ενδοευρωπαϊκού δυναμικού πρωτογενών και δευτερογενών κοιτασμάτων. Οι απαιτούμενες δράσεις πρέπει να στοχεύουν στην ολοκληρωμένη και βιώσιμη υλοποίηση αλυσίδων αξίας που θεωρούνται στρατηγικής σημασίας. Η ένταση σχετικά με την διαθεσιμότητα και επάρκεια των απαραίτητων ορυκτών πρώτων υλών είναι ιδιαίτερα υψηλή αφού πολλοί από τους στόχους της Πράσινης Συμφωνίας πρέπει να επιτευχθούν μέχρι το 2030. Η ΕΕ εκτιμά ότι 7-8 εκ νέα ηλεκτρικά αυτοκίνητα θα κυκλοφορούν κάθε χρόνο στους δρόμους. Αυτό σημαίνει, ότι έως το 2030, θα χρειαστούμε πολύ περισσότερο μαγγάνιο, λίθιο, κοβάλτιο, σπάνιες γαίες, νικέλιο και χαλκό, για να μπορέσουν οι βιομηχανίες αυτοκινήτων να πετύχουν αυτούς τους πολύ φιλόδοξους στόχους παραγωγής. Για παράδειγμα, η ζήτηση του λιθίου έχει αυξηθεί πολύ τους τελευταίους μήνες και αναμένεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο, αφού είναι σίγουρο ότι πολλά από τα νέα εργοστάσια μπαταριών θα βρεθούν στο στάδιο παραγωγής στους επόμενους 12 μέχρι 36 μήνες. Στην πραγματικότητα, το 2030 απέχει μόνο εννέα χρόνια. Εννέα χρόνια είναι περίπου και ο χρόνος που απαιτείται για να ξεκινήσει την παραγωγική του λειτουργία ένα μεταλλείο, από την στιγμή που έχει εντοπιστεί και αξιολογηθεί οικονομοτεχνικά το κοίτασμα. Έτσι, το βασικό ερώτημα και η σχετική πρόκληση που προκύπτουν είναι από πού και πως θα βρεθούν οι ορυκτές πρώτες ύλες μπαταρίας που χρειάζονται. Ή κατά πόσο οι συχνά μη βιώσιμες εισαγωγές, μπορεί να είναι από μόνες τους αρκετές για να τροφοδοτήσουν και να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες της βιομηχανίας ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Επίσης, στόχος είναι η παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας από ανεμογεννήτριες ,να αυξηθεί από ένα δυναμικό της τάξης των 210 γιγαβατώρων στο αντίστοιχο των 350 γιγαβατώρων το 2030, καλύπτοντας από το 14% σήμερα, το 24% της ζήτησης και κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη. Και μόνο αυτό προξενεί «σεισμικές δονήσεις» σχετικά με την δυνατότητα να υπάρξει πρόσβαση και επαρκείς ποσότητες των σπάνιων γαιών που θα είναι απαραίτητες, και μάλιστα σε μορφές κατάλληλες για χρήση στους μόνιμους μαγνήτες. Επισημαίνοντας λοιπόν τα παραπάνω, προτείνονται τα παρακάτω: • Οι μπαταρίες, φωτοβολταϊκά και οι ανεμογεννήτριες χρειάζονται πυρίτιο, γερμάνιο, κοβάλτιο, λίθιο και νικέλιο για την αξιοποίηση και την αποθήκευση της κάθε ανανεώσιμης πηγής ενέργειας • Η πρόσβαση στα τεχνολογικά μέταλλα είναι αποφασιστικής σημασίας για την ενεργειακή μετάβαση. Οι μπαταρίες λιθίου είναι βασική τεχνολογία στην πράσινη Ευρώπη! • Η υπεύθυνη παραγωγική αξιοποίηση ενδοευρωπαϊκών κοιτασμάτων ΟΠΥ αποτελεί βασική προϋπόθεση για την τεχνολογική καινοτομία, τα νέα βιομηχανικά οικοσυστήματα και τη βιώσιμη ανάπτυξη. • Η περιορισμένη και ανεπαρκής πρόσβαση ορυκτών πρώτων υλών δεν επιτρέπει ή καθυστερεί την ανάπτυξη μιας κλιματικά ουδέτερης οικονομίας. Φτάνει μια πανδημία για να αποσταθεροποιήσει ακόμη περισσοτερο τις αξιακές αλυσίδες κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών. • Η διττή παραγωγή ορυκτών πρώτων υλών από πρωτογενείς και δευτερογενείς κοιτασματολογικές πηγές, είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος για να καλυφθεί η ζήτηση. • Απαιτείται ευρωπαϊκή συνεργασία για την διασφάλιση παραγωγής ορυκτών πρώτων υλών μπαταριών, μαγνητών και γενικά τεχνολογικών μετάλλων. • Βασικός στόχος πρέπει να είναι η παροχή ολοκληρωμένων λύσεων σε μια κυκλική, αποτελεσματική χρήση ορυκτών πρώτων υλών, και προς μια βιώσιμη βιομηχανία έτοιμη να αντιμετωπίσει τις σημερινές κοινωνικές προκλήσεις και απαιτήσεις, όπως η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. • Η ανάγκη δημιουργίας μιας γενικότερης κοινωνικής αντίληψης που δέχεται ότι τα ορυκτά και τα μέταλλα είναι απαραίτητα για την επίτευξη των κλιματικών στόχων, με την υπέυθυνη πάντα δέσμευση ότι παράγονται βιώσιμα, και στην βάση πρακτικών κυκλικής οικονομίας. Λαμβάνοντας υπόψη την ταχύτητα των εξελίξεων και στη βάση των αυστηρών προθεσμιών που προβλέπονται, θα πρέπει όλοι μας να αναλάβουμε την ευθύνη που μας αναλογεί, προκειμένου να δρομολογήσουμε και να πετύχουμε την ενεργειακή μετάβαση και μετασχηματισμό, καθώς επίσης και την βιώσιμη διαθεσιμότητα και επάρκεια των ορυκτών πρώτων που χρειάζονται, ώστε ο στόχος προς μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία, να γίνει πράξη, και η πράξη να γίνει εφαρμογή και αποτέλεσμα. Σχετική βιβιογραφία και πηγές https://ec.europa.eu/info/strategy/priorities-2019-2024/european-green-deal_en https://ec.europa.eu/growth/industry/policy_en https://ec.europa.eu/environment/strategy/circular-economy-action-plan_en https://ec.europa.eu/environment/resource_efficiency/about/roadmap/index_en.htm https://ec.europa.eu/growth/sectors/raw-materials/specific-interest/critical_en https://www.birmingham.ac.uk/documents/college-eps/energy/policy/policy-comission-securing-technology-critical-metals-for-britain.pdf https://ec.europa.eu/growth/sectors/raw-materials/specific-interest/critical_en https://ec.europa.eu/jrc/en/publication/eur-scientific-and-technical-research-reports/critical-raw-materials-and-circular-economy-background-report https://ec.europa.eu/jrc/en/publication/raw-materials-demand-wind-and-solar-pv-technologies-transition-towards-decarbonised-energy-system https://ec.europa.eu/growth/industry/policy/european-battery-alliance_en https://ec.europa.eu/commission/presscorner/detail/en/ip_20_1542 https://eitrawmaterials.eu/permanent-magnet-recycling-to-secure-the-critical-raw-materials-supply/ https://www.worldbank.org/en/news/press-release/2020/05/11/mineral-production-to-soar-as-demand-for-clean-energy-increases https://documents.worldbank.org/en/publication/documents-reports/documentdetail/207371500386458722/the-growing-role-of-minerals-and-metals-for-a-low-carbon-future https://www.worldbank.org/en/topic/extractiveindustries/brief/climate-smart-mining-minerals-for-climate-action https://www.oecd.org/environment/global-material-resources-outlook-to-2060-9789264307452-en.htm https://www.oecd.org/environment/waste/highlights-global-material-resources-outlook-to-2060.pdf https://www.resourcepanel.org/reports Alves Dias, P., Blagoeva, D., Pavel, C. and Arvanitidis, N., Cobalt: demand-supply balances in the transition to electric mobility, EUR 29381 EN, Publications Office of the European Union, Luxembourg, 2018, ISBN 978-92-79-94311-9 (online), doi:10.2760/97710 (online), JRC112285. Arvanitidis N. (2020): Review of global potential of REE mineral resources, changing criticality, and related supply and value chains. SGU. Contribution to project MaREE- Seabed mining and Blue growth: Exploring the potential of the marine mineral deposits as a sustainable source of Rare Earth Elements.

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2021

Αρχαία Εγνατία και μεταλλεία στην Παλιά Καβάλα δείχνουν σιδηρομαγγάνια αλλά κρύβουν χρυσό και άργυρο

Παλιά η Καβάλα και αρχαία η Εγνατία, υπό την εξουσία της γεωλογίας Την χρονική περίοδο 1986-1990, ο προγραμματισμός έργων του ΙΓΜΕ, σε συνδυασμό με την αναζήτηση ερευνητικών στόχων με δυναμικό γεωλογικό και κοιτασματολογικό ενδιαφέρον, με έφερε μαζί με άλλους συναδέλφους, στην περιοχή Παλιάς Καβάλας. Τρία με τέσσερα χρόνια που ήταν από τα καλύτερα σε σχέση με την καλή συνεργασία που υπήρξε, αλλά και με την σύνθετη ερευνητική διάσταση και πρόκληση που έκρυβε, μαζί με τις ενδείξεις μιας «χρυσής» προοπτικής. Σε απόσταση αναπνοής από την «Νέα» Καβάλα, δίπλα στην αρχαία Εγνατία οδό (η νέα δεν υπήρχε ακόμη) και εύκολη πρόσβαση σε μεγάλο αριθμό αρχαίων μεταλλείων, και πολλών και διαφόρων μεταλλευμάτων. Από αυτά που όλοι όταν τα βλέπουν, λένε ότι «εδώ πρέπει να υπάρχουν μέταλλα, και εννούν βέβαια τον χρυσό». Και γιατί να νοιαστεί κανείς για την σημερινή νέα Εγνατία όταν υπάρχει στην περιοχή η αρχαία. Γιατί μπροστά στην αρχαία Εγαντία οδό η νέα δεν πιάνει φράγκο. Αυτό το ξεχωριστό έργο καταπληκτικής κατασκευαστικής και αρχιτεκτονικής τελειότητας. Με λιθόστρωτο δρόμο, φτιαγμένο με πλάκες από τα διπλανά μάρμαρα. Αποτέλεσμα των καινοτόμων προσεγγίσεων και τεχνοτροπικών ικανοτήτων τόσο των αρχαίων ελλήνων που τον ξεκίνησαν όσο και των Ρωμαίων που τον ολοκλήρωσαν. Με την παρουσία καλοδιατηρημένων τμημάτων της αρχαίας Εγνατίας οδού που πέφτεις πάνω τους μόνο αν είσαι βοσκός ή γεωλόγος. Που σκαρφαλώνει από εδώ και από εκεί, και γράφει άπειρα χιλόμετρα, για να γνωρίσει τα πετρώματα, να δει προς τα που στρίβουν και πόσο απότομα βυθίζονται οι γεωλογικοί σχηματισμοί, αν τους ανεβοκατέβασε κανένα ρήγμα, και φυσικά αν και που υπάρχουν άφθονα μεταλλικά κυρίως ορυκτά. Και όλα αυτά για να φτιάξει ένα γεωλογικό χάρτη που διαβάζοντας τον απεικονόζει και διαχωρίζει με τον πλέον ακριβή τρόπο την εξάπλωση και τα όρια των διαφόρων πετρωμάτων, τόσο στην επιφάνεια όσο και στο υπέδαφος. Ένας καλός γεωλογικός χάρτης παρέχει πολλές και χρήσιμες πληροφορίες, που μεταξύ άλλων συμβάλλουν καθοριστικά στον καλύτερο δυνατό σχεδιασμό της κοιτασματολογικής έρευνας, που ήταν και ο βασικός λόγος που μαζί με τους συναδέλφους βρεθήκαμε στην Παλιά Καβάλα. Αρχαία Εγνατία οδός λοιπόν κατασκευασμένη από τα μάρμαρα της περιοχής, με δίπλα τα αρχαία μεταλλεία και πάντα υπαρκτό το δυναμικό κοιτασματολογικό ενδιαφέρον. Με την γεωλογία δηλαδή, από την μια να ενώνει πολιτισμούς, από την ανατολή και το Βυζάντιο μέχρι την δύση και την Ρώμη, και από την άλλη να κινεί την μεταλλευτική οικονομία, συμπεριλαμβανομένης της σχετικής απασχόλησης και δημιουργικής προόδου. Τι το καλύτερο να ζητήσει κάποιος από το να βρεθεί και να δουλεύει για μερικά χρόνια σε μια περιοχή με το πολύπλευρο και πολυδιάστατο αυτό ενδιαφέρον. Να γνωρίσει, μαζί με όλα αυτά, την Παλιά Καβάλα και τα γύρω χωριά του Χαλκερού, της Κορυφής, της Λεκάνης, του Ζυγού, του Κρυονερίου, έχοντας και αυτά από την πλευρά τους την δική τους κοιτασματολογική σημασία και αξία. Το κοιτασματολογικό ενδιαφέρον της ευρύτερης περιοχής Παλιάς Καβάλας, σχεδόν στο σύνολο του εντοπίζεται στις περιεκτικότητες χρυσού και αργύρου που μπορεί να υπάρχουν στα σιδηρομαγγανιούχα μεταλλεύματα που καλύπτουν ένα μεγάλο μέρος, και που το καθένα ταυτίζεται μεταλλευτικά με κάποιο από τα ιδιαίτερα τοπωνύμια, όπως Μάνδρα Καρή, Γκορίζο Λόφος, Γκιόλια, Κόκαλλα, Κάστρο Χαλκερού, Θυμαριά, Μαύρη Τρύπα, Αγία Ελένη. Με την ερευνητική ομάδα του ΙΓΜΕ να αναφέρεται σε ένα αρκετά μεγάλο εύρος ειδικοτήτων από γεωλόγους-χαρτογράφους, κοιτασματολόγους, γεωχημικούς, γεωφυσικούς, ορυκτολόγους και μηχανικούς μεταλλείων. Έχοντας στην επιστημονική διάθεση και δυναμική του έργου τα χαρτογραφικά «κεντήματα» του Γιάννη Χατζηπαναγή, αλλά και του Λευτέρη Δημάδη σε περισσότερο καθολική κλίμακα, τις νέες κοιτασματολογικές προσεγγίσεις από εμένα, τον Νίκο Επιτρόπου, τον Δημήτρη Ηλιόπουλο, τον Χρήστο Κοσμά, τον Μίλτο Νυμφόπουλο, τον Νίκο Φάβα, αλλά και τους ξένους συνεργάτες James Baker και Pier de Groot, τον γεωχημικό χάρτη του Κ. Κούβελου και Γιάννη Αγγελικάκη, την γεωφυσική έρευνα του Σωτήρη Νικολάου και του Γιώργου Σκιάνη, την ορυκτολογική μελέτη από τους Μαρίνα Δημήτρουλα, Ελευθερία Δήμου, Γιάννη Ζάννα, Βασίλη Περδικάτση και Γιώργο Οικονόμου, καθώς και το έργο μηχανικού του Γιώργου Γιαλόγλου. Και είμαι απόλυτα σίγουρος ότι θα έχω ξεχάσει τα ονόματα και άλλων συναδέλφων που συμμετείχαν, και φυσικά ζητώ την κατανόηση τους για αυτό. Και βέβαια θα ακολουθήσει και το δεύτερο μέρος που αναφέρεται κυρίως στο περιεχόμενο και τα αποτελέσματα του έργου Παλιάς Καβάλας. «Σκουριασμένο» μετάλλευμα Ολυμπιάδας είναι τα σιδηρομαγγάνια της Παλιάς Καβάλας Είναι συχνή και εύκολα αναγνωρίσιμη, η μεταλλογενετική εξέλιξη και η σχετική μεταλλοχημική διαφοροποίηση συγκεκριμένων μεταλλοφόρων τύπων της Σερβομακεδονικής και δυτικής Ροδόπης, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τις εντυπωσιακές κοιτασματολογικές «μεταλλάξεις» που παρατηρούνται και διαπιστώνονται στην ΒΑ Χαλικιδική (Ολυμπιάδα, Μαύρες Πέτρες, Πιάβιτσα), στο Παγγαίο (Πιλάφ Τεπέ, Μεσορόπη), στην Δράμα (25 χιλιόμετρο, Ταρτάνα, Καρπουζλούκ) και στην Παλιά Καβάλα που ίσως αποτελεί και την κλασσικότερη περίπτωση. Με τα θειούχα κοιτάσματα βαθειά στο υπέδαφος των μεταλλείων Ολυμπιάδας και Μαύρων Πετρών να οξειδώνονται (να "σκουριάζουν" δηλαδή) άμεσα και έντονα κάθε φορά που προσεγγίζουν και κάνουν την εμφάνιση τους στην επιφάνεια, όπου έρχονται σε επαφή με το οξυγόνο της ατμόσφαιρας. Έτσι προκύπτουν τα καφέ, κόκκινα και μαύρα μεταλλεύματα, τις «Μαύρες Πέτρες» δηλαδή, που βλέπει κανείς να ξεπροβάλλουν δίπλα στην Στρατονίκη, και σε όλο το μήκος του επιβλητικού μεταλλοφόρου ρήγματος της περιοχής από το Στρατώνι ανατολικά, την Πιάβιτσα κεντρικά μέχρι την Βαρβάρα δυτικά. Οξείδια μεταλλεύματα εμπλουτισμένα σε σίδηρο και μαγγάνιο που όμως εξακολουθούν να διατηρούν την πολυμεταλλικότητα των αρχικών πρωτογενών θειούχων κοιτασμάτων από τα οποία προέρχονται. Πιο συγκεκριμένα, σε συνθήκες υπεδάφους τα μέταλλα βρίσκονται σχεδόν πάντοτε με την μορφή θειούχων ορυκτών. Για παράδειγμα, ο σιδηροπυρίτης, που είναι κιτρινωπό θειούχο ορυκτό του σιδήρου, μόλις βρεθεί σε συνθήκες αυξημένης παρουσίας οξυγόνου, «μεταμορφώνεται» κυρίως σε κόκκινο και καφέ λειμονί.τη, που είναι οξείδιο ορυκτό του σιδήρου. Στα ίδια κοιτάσματα της Ολυμπιάδας και των Μαύρων Πετρών, το αρχικό μαγγάνιο βρίσκεται σαν αλαβανδίτης, που είναι θειούχο ορυκτό του μαγγανίου και σαν ροδοχρωσίτης, που είναι ανθρακικό ορυκτό του μαγγανίου, που και τα δύο στην επιφάνεια «μεταλλάσσονται» κυρίως σε πυρολουσίτη, χαρακτηριστικό οξείδιο (υδρο-) ορυκτό του μαγγανίου. Ακριβώς αυτή είναι και η μεταλλογενετική σχέση και προέλευση των σιδηρομαγγανιούχων μεταλλευμάτων που εμφανίζονται και απλώνονται γεωγραφικά σε όλες τις πλευρές και χώρους της ευρύτερης περιοχής Παλιάς Καβάλας. Αποτελούν όλα τα μεταλλεύματα, σε μεγάλο βαθμό, οξειδωμένα ισοδύναμα θειούχων μεταλλικών ορυκτών επιφανειακά εκτεθειμένων μέσα από την γεωτεκτονική εξέλιξη της περιοχής. Μια διεργασία χημικής διάβρωσης που μετατρέπει τον αρσενοπυρίτη, που είναι θειούχο ορυκτό αρσενικού και σιδήρου με υψηλές περιεκτικότητες χρυσού, σε σκοροδίτη, οξείδιο (υδρο-) ορυκτό του αρσενικού. Μέσα από αυτή την διαδικασία οξείδωσης ο δυσκατέργαστος μεταλλουργικά αρσενοπυρίτης, «απελευθερώνει» τον χρυσό και μεταβάλλεται σε σκοροδίτη που έχει απόλυτα αδρανή χημική συμπεριφορά στη σχέση του με το περιβάλλον. Το ΙΓΜΕ άρχισε το 1984 να διεξάγει βασική γεωλογική και κοιτασματολογική έρευνα. Από τα αποτελέσματα των ερευνών αυτών προκύπτουν θετικά συμπεράσματα σχετικά με την ποιότητα και την ποσότητα του μεταλλεύματος. Ερευνητικές εργασίες (18 γεωτρήσεων μέσου βάθους 150 μέτρων) που έγιναν από την Μεταλλευτική Βορείου Ελλάδος (1972-1973) παρέχουν θετικές πληροφορίες για την ύπαρξη σημαντικών μεταλλικών συγκεντρώσεων πολύτιμων μετάλλων στην θέση Γκιόλια που αποτελεί το ΒΑ άκρο της ζώνης Μάνδρα Καρή-Γκιόλα. Συγκεκριμένα αναφέρεται η παρουσία 2.500.000 τόνων πιθανών αποθεμάτων με μέση περιεκτικότητα 2-2,5 γρ/τον χρυσό. Υπολογίζεται ότι το 20% δηλαδή περίπου 400.000 τόνοι έχουν μια μέση περιεκτικότητα σε 7 γρ/τον χρυσό. Στην ευρύτερη περιοχή, επιφανειακές παρατηρήσεις σε συνδυασμό με γεωτρήσεις (8 γεωτρήσεις την περιοχή Κόκκαλα και 1 στη Μ. Καρή) δείχνουν την ύπαρξη 10.000.000 τόνων δυνατών αποθεμάτων. Τα μεταλλοφόρα σώματα εντοπίζονται στους ανώτερους μαρμαροσχιστολιθικούς ορίζοντες και σε βάθος μέχρι 100 μέτρα από την επιφάνεια και το πάχος τους κυμαίνεται από 0,50-13,50 μέτρα. Οι περιεκτικότητες του χρυσού, που παρουσιάζουν συμπαθητική σχέση με το αρσενικό, αυξάνουν με το βάθος. Σχετικά με την ανάκτηση των πολύτιμων μετάλλων, για τον χρυσό φθάνει μέχρι 99%, για τον άργυρο 78% και για το αρσενικό περίπου 60%. Με βάση τα αποτελέσματα των γεωφυσικών ερευνών, καθώς και της συστηματικής δειγματοληψίας του ΙΓΜΕ, σε επιφανειακά και υπόγεια τμήματα της μεταλλοφορίας στις θέσεις Γκορίζο Λόφου και Μάνδρα Καρή, οι προοπτικές για εντοπισμό σημαντικών μεταλλοφόρων σωμάτων παρουσιάζονται ενθαρρυντικές. Στη βάση των συμπερασμάτων αυτών το ΙΓΜΕ επανήλθε στην περιοχή γύρω στο 1987-1990, με νέα ομάδα γεωλόγων, τα ονόματα των οποίων αναφέρονται στο προηγούμενο πρώτο μέρος της ιστορικής αυτής αναφοράς και παρέμβασης, καθώς και με διαφορετικούς κοιτασματολογικούς στόχους και προσέγγιση. Οι συγκεντρώσεις σιδηρομαγγανιούχων οξειδώσεων, που αποτελούν τις χαρακτηριστικές μεταλλοφόρες εμφανίσεις της περιοχής, ερευνήθηκαν αυτή τη φορά με έμφαση στο κοιτασματολογικό ενδιαφέρον που παρουσιάζουν οι περιεκτικότητες μολύβδου, ψευδαργύρου, χαλκού, χρυσού και αργύρου. Να διερευνηθεί δηλαδή κατά πόσο σίδηρος και μαγγάνιο, κρύβουν μέσα τους χρυσό και άργυρο. Πολύ γρήγορα προσδιορίστηκε η ορυκτολογική σύσταση που λίγο πού είναι η ίδια σε όλες τις μεταλλοφόρες εμφανίσεις της Παλιάς Καβάλας, αποτελούμενη από αρσενοπυρίτη, σιδηροπυρίτη, χαλκοπυρίτη, μαγνητοπυρίτη, γαληνίτη, σφαλερίτη, γκαιτίτη, ενσουτίτη, ολενίτη, χαλκοφανή, σιδερίτη, αιματίτη, λεπιδοκροκίτη, τοντοροκίτη, λειμονίτη, καθώς και ασβεστίτη και χαλαζία. Πιο συγκεκριμένα, η περιοχή της Παλιάς Καβάλας καταλαμβάνει έκταση 250 τ.χλμ και συμπεριλαμβάνει περισσότερες από 70 εμφανίσεις οξειδωμέμου μεταλλεύματος, περισσότερο σιδηρούχου και λιγότερο μαγγανιούχου. Οι πιο σημαντικές μεταλλοφόρες συγκεντρώσεις βρίσκονται στις περιοχές Μάντρα Καρή, Γκιόλια, Γκορίζο Λόφος και Θυμαριά. Οι μεταλλοφορίες είναι τεκτονικά ελεγχόμενες και περιορίζονται από ΒΑ και ΒΔ ζώνες διάτμησης μεταξύ σχιστολίθων (γνεύσιοι, αμφιβολίτες) και μαρμάρων της σειράς του Παγγαίου. Η μεταλλοφορία συναντάται σε μορφή φλεβών ή συμπαγών σωμάτων με κύρια ορυκτά τον αρσενοπυρίτη, σιδηροπυρίτη, ήλεκτρο, χαλκοπυρίτη, μαγνητοπυρίτη, γαληνίτη, χαλαζία και ασβεστίτη. Οι τεκτονικές επαφές μεταξύ μαρμάρων και σχιστολίθων φαίνεται ότι είναι οι πιο ευνοϊκές θέσεις εναπόθεσης της μεταλλοφορίας. Τα μεταλλοφόρα σώματα έχουν φακοειδή, στρωματόμορφη ή ακανόνιστη μορφή. Ο χρυσός βρίσκεται συχνά σε αυτοφυή μορφή μέσα σε γκαιτίτη που είναι αποτέλεσμα οξέιδωσης του σιδηροπυρίτη. Οι θειούχες μεταλλοφορίες των βασικών μετάλλων της Παλιάς Καβάλας, που προηγήθηκαν της οξείδωσης, δημιουργήθηκαν από υδροθερμικά διαλύματα μεταμορφικής προέλευσης που εγκλωβίστηκαν σε ρηξιγενείς ζώνες. Σε μεταγενέστερο στάδιο τα διαλύματα αυτά επανακινητοποιήθηκαν και εμπλουτίσθηκαν με μαγματικά ρευστά που έχουν σχέση με τον Τριτογενή μαγματισμό της περιοχής. Αναλύσεις που έγιναν σε δείγματα χαλαζιακών φλεβών με ασβεστίτη, χαλκοπυρίτη και σιδηροπυρίτη, έδωσαν περιεκτικότητες σε χρυσό πάνω από 9,5 γρ/τον. Αναλύσεις σε φλέβες οξειδωμένου σιδηροπυρίτη έδωσαν περιεκτικότητες από 0,1 έως 14 γρ/τον χρυσό. Αναλύσεις από την περιοχή Μάντρα Καρί έδωσαν περιεκτικότητα σε χρυσό λιγότερη από 1 γρ/τον, όμως αυξημένη περιεκτικότητα σε άργυρο (>160 γρ/τον). Το μετάλλευμα της περιοχής Μάνδρα Καρή χαρακτηρίζεται γενικά από υψηλές περιεκτικότητες σε άργυρο και χαμηλές περιεκτικότητες σε χρυσό. Οι περιεκτικότητες του σίδηρου ανέρχονται σε 30%, του μαγγανίου 25,1%, του μολύβδου 0,5% και του ψευδαργύρου 0,3%. Τα βέβαια αποθέματα στη περιοχή Μάντρα Καρή υπολογίζονται σήμερα σε 500.000 τόνους σιδηρομεταλλεύματος με 0,1 γρ/τον χρυσό. Στο παρελθόν υπήρξε εξόρυξη 100.000 τόνων. Τα μεταλλοφόρα σώματα της περιοχής Γκιόλια θεωρούνται ότι βρίσκονται σε βαθύτερο επίπεδο διάβρωσης. Παρατηρήθηκαν πρωτογενή ορυκτά (σιδηροπυρίτης, αρσενοπυρίτης, χαλκοπυρίτης) μέσα σε χαλαζιακές φλέβες. Αρσενοπυρίτης, σιδηροπυρίτης, χαλκοπυρίτης, μαγνητοπυρίτης, γαληνίτης, χρυσός και χαλαζίας είναι η χαρακτηριστική ορυκτολογική σύσταση για τις μεταλλοφορίες της περιοχής Γκιόλια. Ο χρυσός εντοπίζεται σε υπομικροσκοπική μορφή (1,5-2,5 μικρά) μέσα στο χαλαζία σε λατυποποιημένες χαλαζιακές φλέβες. Στη περιοχή Γκιόλια τα βεβαιωμένα αποθέματα ανέρχονται σε 300.000 τόνους με 7 γρ/τον χρυσό, 50% σίδηρο και 7,5% μαγγάνιο. Στο παρελθόν υπήρξε εξόρυξη 50.000 τόνων μεταλλεύματος. Στη περιοχή Μαύρη Τρύπα – Αγία Ελένη τα βέβαια αποθέματα ανέρχονται σε 10.000 τόνους σιδηρούχου μεταλλεύματος με 5,5 γρ/τον χρυσό. Η περιεκτικότητα του σιδήρου και του μαγγανίου είναι 40% και 25 % αντίστοιχα. Σημειώνεται επίσης και η παρουσία βασικών μετάλλων μολύβδου, ψευδαργύρου με περιεκτικότητες και των δύο στοιχείων περίπου 3%. Στην περιοχή Χαλκερού-Κάστρου τα βέβαια αποθέματα ανέρχονται σε 5.000 τόνους σιδηρομεταλλεύματος με χαμηλή περιεκτικότητα γύρω στα 0,5 γρ/τον, όμως πλούσιο σε χαλκό που ανέρχεται σε 2,8%. Βέβαια, ακόμη και αν το αποτέλεσμα έδειχνε ότι υπήρχαν δυνατότητες αξιοποίησης και εκμετάλλευσης των χρυσοφόρων σιδηρομαγγανιούχων μεταλλευμάτων Παλιάς Καβάλας, το γεγονός της κοντινής απόστασης από την πόλη της Καβάλας μειώνε σε μεγάλο βαθμό τις όποιες πιθανότητες. Πόσο μάλλον σήμερα που την περιοχή διαπερνά επίσης η νέα Εγνατία οδός. Σε κάθε περίπτωση, η γεωλογική-κοιτασματολογική-γεωχημική-γεωφυσική-ορυκτολογική έρευνα που πραγματοποιήθηκε συνέβαλλε καθοριστικά , και εξακολουθεί να συμβάλλει και να συνεισφέρει σε μια πιο τεκμηριμένη και ολοκληρωμένη προσέγγιση της μεταλλογενετικής εξέλιξης στις ζώνες Σερβομακεδονικής και Ροδόπης.
Γεωλογική-κοιτασματολογική έρευνα στην περιοχή Παλιάς Καβάλας με στόχο τα χρυσοφόρα σιδηρομαγγάνια, με την αρχαία Εγνατία οδό να κάνει την διαφορά
Τμήματα της αρχαίας Εγνατίας οδού με τη μαρμάρινη λιθόστρωση ασορτί με το γεωλογικό περιβάλλον
Εμφανίσεις χρυσοφόρου σιδηρομαγγανιούχου μεταλλεύματος στη θάση Γκορίζο Λόφος με φόντο την Θάσο
Η γεωλογική-κοιτασματολογική χαρτογράφηση βρέθηκε στο επίκεντρο της έρευνας που πραγματοποίησε το ΙΓΜΕ στην περιοχή Παλιάς Καβάλας

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2021

Παγγαίο- από τα Χρυσωρυχεία στις Ασημότρυπες

Τα αρχαία χρυσωρυχεία μας φέρνουν κοντά του Παγγαίο, το βουνό που κουβαλάει πάνω του όλη την γη, που του φόρτωσαν όλο το βάρος της «Πανγαίας»! Με τα πλούσια σε χρυσό και άργυρο ορυχεία του που έκαναν τον Ηρόδοτο να αναφέρει «..το Πάγγαιον ούρος, εόν μέγα τε και υψηλόν, εν τώ χρύσεά τε και αργύρεα ένι μέταλλα..», τον Στράβωνα να λέει «..Και αυτό δε το Παγγαίον χρυσεία και αργυρεία έχει μέταλλα..», τον Ευρυπίδη να το ονομάζει «..όρος με τους όγκους χρυσού, του οποίου η γη κρύβει άργυρο..» και τον Θουκιδίδη να επικαλείται τα μεταλλεία της Σκαπτής Ύλης, στην διπλανή κοιλάδα των Φιλίππων. Ακόμη ο Πεισίστρατος, τον 6ο αιώνα π.Χ., χάρη στα πλούτη που απέκτησε στα μεταλλεία του Παγγαίου κατά την εξορία του, ανακατέλαβε την εξουσία στην Αθήνα. Ο Αισχύλος στην τραγωδία «Πέρσαι» αναφέρει το όρος Παγγαίο στην περιγραφή της πορείας των ηττημένων Περσών: «...φτάσαμε στη Μακεδονία, στον Αξιό, και στους βάλτους και τις καλαμιές της Βόλβης και στο Παγγαίο όρος». Με δεδομένη την στρατηγική σημασία του Παγγαίου δεν ήταν τυχαίο που ο Μακεδόνας βασιλιάς Φίλιππος κατέλαβε την περιοχή και ίδρυσε στην σκιά του βουνού την πόλη των Φιλίππων. Βλέποντας νότια έχει μπροστά του το Σύμβολο, ένα βουνό γνωστό και για τον γρανίτη του. Ανάμεσα τους η Πιέρια κοιλάδα, που πήρε το όνομα της από τους χρυσωρύχους Πίερες, Θρακικός λαός της αρχαίας Μακεδονίας, και που από τον Στρυμώνα μέχρι την Ελευθερούπολη την διασχίζουν τόσο η παλιά εθνική οδός όσο και η Εγνατία οδός. Χαρακτηριστικό της κοιλάδας τα πολλά και κοντά, το ένα στο άλλο, χωριά, που όλα μαζί φέρνουν το όνομα «Ηνωμένες Πολιτείες»! Θυμάμαι σαν παιδί, γύρω στα 8 με 10 χρονών, συνέβαινε να ταξίδευω αρκετά συχνά προς την Δράμα και την Καβάλα. Δεν έβλεπα λοιπόν την ώρα και τη στιγμή που το λεωφορείο θα περνούσε δίπλα από το λεοντάρι της Αμφίπολης, θα βρισκότανε πάνω στην μεταλλική γέφυρα του Στρυμώνα και θα έβλεπα από τόσο κοντά αυτό το πανύψηλο βουνό που το έλεγαν Παγγαίο. Που να ήξερα τότε ότι 30 χρόνια μετά, ότι όχι μόνο θα ανέβαινα στην κορυφή του, αλλά ότι σαν γεωλόγος θα πατούσα στα μονοπάτια και θα βρισκόμουν στις ίδιες μικρές μεταλλευτικές στοές από τις οποίες οι αρχαίοι Έλληνες, πήραν τον χρυσό που υπήρχε, και δημιούργησαν οικουμενικό πολιτισμό αλλά και ισχυρή πολιτική δύναμη. Και για να πάμε στα δικά μας χρόνια, γύρω στο 1990 μια ομάδα γεωλόγων του ΙΓΜΕ βρέθηκε στην περιοχή παίρνοντας στα χέρια της την σκυτάλη από όλους αυτούς που προγενέστερα, από το πολύ μακρινό παρελθόν, συμμετείχαν στον ίδιο μεταλλευτικό αγώνα δρόμου.΄Εχοντας δηλαδή σαν στόχο την κοιτασματολογική έρευνα χρυσού και άλλων μεταλλικών ορυκτών στο Παγγαίο και ευρύτερα στην περιοχή. Μαζί στην προσπάθεια αυτή ο αξέχαστος συνάδελφος μας Δημήτρης Ηλιόπουλος, ο Γιάννης Χατζηπαναγής, ο Χρήστος Κοσμάς, ο Νίκος Επιτρόπου, η Ελευθερία Δήμου, που με το μικροσκοπικό της «μάτι», όπου και αν «κρυβότανε» ο χρυσός θα τον έβρισκε. Με την ένταξη της περιοχής σε κάποια ευρωπαϊκά προγράμματα, στην ερευνητική ομάδα προστέθηκαν περιστασιακά και οι James Baker και Rob Hellingwerf, δύο εξαιρετικοί επιστήμονες, και με τον καιρό καλοί φίλοι, που μέσα από την συνεργασία μας διατηρούν ακόμη και σήμερα τη άριστη σχέση τους με την ελληνική γεωλογία. Σίγουρα συνέβαλλαν και άλλοι Έλληνες αλλά και ξένοι συνάδελφοι που η κακή μου μνήμη δεν με βοηθάει να θυμηθώ τα ονόματα τους. Χρυσός και ασήμι υπάρχουν, το κοίτασμα λείπει Το μονοπάτι στη βόρεια πλαγιά του Παγγαίου, με σημείο εκκίνησης την Νικήσιανη και τελικό προορισμό και άφιξη στις Ασημότρυπες μετά από περίπου 1,5 ώρα, ήταν από μόνο του μια ξεχωριστή εμπειρία. Ήδη από την αρχή του ιδιαίτερη εντύπωση κάνει η παρουσία αρχαίων σκουριών, διάσπαρτα εδώ και εκεί αλλά και σε σωρούς. Αν τα αποθέματα τους ήταν πολλά θα μπορούσαν ίσως να συμβάλλουν στην κοιτασματολογική δυναμική της περιοχής με δεδομενο ότι η χημική ανάλυση τους φανερώνει υψηλές περιεκτικότητες χρυσού. Όσο και αν ήταν καλοί μεταλλουργοί οι αρχαίοι χρυσωρύχοι, οι κάμινοι, τα λεγόμενα χωνευτήρια τήξης του χρυσού, που επίσης σώζονται «εν μέρει», δεν κατόρθωναν να πάρουν όλο τον χρυσό του αρχικού μεταλλεύματος. Ανεβαίνοντας το σκεπασμένο από πανέμορφες καστανιές μονοπάτι, και φθάνοντας στις Ασημότρυπες, όσο τρομάζεις από την εικόνα της παλιάς στοάς (από το 1977), τόσο εντυπωσιάζεσαι από τα δομικά χαρακτηριστικά των μεταλλοφόρων πετρωμάτων που βλέπεις μπροστά σου. Χρήζει πραγματικά εκπαιδευτικής αξιοποίησης στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης φοιτητών από τα γεωλογικά τμήματα των πανεπιστημίων της χώρας. Αναπτύσσεται με συμπαγή μορφή σε βάρος στρωμάτων μαρμάρων της μεταβατικής ζώνης (γεωλογικός σχηματισμός με ευρεία παρουσία στην δυτική Ροδόπη), με κύρια ορυκτά τον αρσενοπυρίτη, τον χαλκοπυρίτη, τον σιδηροπυρίτη, τον σφαλερίτη, τον γαληνίτη αλλά και ορυκτά του χρυσού και του αργύρου. Με πολυμεταλλική σύσταση που περιέχει 2,1 % χαλκό, 0,6 % μόλυβδο, 0,2 % ψευδάργυρο, αλλά κυρίως 47 γρ/τον ασήμι και 7 γρ/τον χρυσό. Από τις Ασημότρυπες, αν υπάρχει κουράγιο, καλή φυσική κατάσταση και αναρριχητική δεινότητα, μπορεί να συνεχίσει κανείς πεζοπορικά μέχρι την κορυφή Πιλάφ Τεπέ (μετονομάστηκε ελληνικά σε Αυγό ή Μαυροκορυφή), θέση που επίσης είναι πολύ εύκολα προσβάσιμη με αυτοκίνητο λόγω κυρίως των πρόχειρων χιονοδρομικών εγκαταστάσεων που υπήρχαν τουλάχιστον τότε. Η παρακείμενη μεταλλοφορία χαρακτηρίζεται κυρίως από οξείδια αλλά και άλλα δευτερογενή ορυκτά, με κυρίαρχη την παρουσία του λειμονίτη, μαγγανιούχων ορυκτών, μαλαχίτη, και υπολείμματα θειούχω ορυκτών όπως χαλκοπυρίτη που φαίνεται πως γλύτωσε την σαρωτική επιβολή της οξείδωσης. Χαμηλές οι περιεκτικότητες χρυσού με την μεγαλύτερη στα 0,35 γρ/τον. Γενικά η συγκεκριμένη διαδρομή, αν φυσικά είστε του «βουνού» ή του «ορειβατικού», προτείνεται και σε μη γεωλόγους έχοντας φυσικά μαζί νερό, ένα θερμό με καφέ και κάτι φαγόσιμο. Ερχόμενοι στην νοτιοανατολική-νότια πλευρά του Παγγαίου και ξεκινώντας από το Χορτοκόπι προς την Αυλή είναι εντυπωσιακη η παρουσία των μικρών σε μέγεθος αρχαίων στοών εξόρυξης χρυσού. Τεκτονικές ζώνες πυριτιωμένων και σερικτιωμένων γνευσίων, με ένα εύρος 100 μέτρων, συνοδεύονται από την παρουσία φλεβών σιδηροπυρίτη και υδροθερμικού χαλαζία, που στην λειμονιτική κυρίως έκφραση τους περιέχουν πάνω από 4 γρ/τον χρυσό. Νοτιοδυτικότερα στο χωριό Μεσορόπη η εμφανώς οξειδωμένη μεταλοφορία θυμίζει περισσότερο την κοιτασματολογική εικόνα στις Ασημότρυπες, με χαρακτηριστικά ορυκτά τον χαλκοπυρίτη, τον σιδηροπυρίτη, τον μαλαχίτη, τον λειμωνίτη, αλλά και ορυκτά του χρυσού. Στην επαφή της μεταλλοφορίας με τα μάρμαρα παρατηρείται ζώνη σκαρνούχων ορυκτών, όπως επίδοτου, κεροστίλβης και γρανάτη. Οι τιμές του χρυσού φθάνουν μέχρι 84,5 γρ/τον, με την μέση τιμή να υπολογίζεται σε περίπου 5,9 γρ/τον. Στο νοτιοδυτικό τμήμα του Παγγαίου, στη Μεσολακκιά, ανάμεσα στη Νέα Φυλή βόρεια και το Οφρύνιο νότια, η μεταλλοφορία θυμίζει τις καλαμίνες στα Λιμενάρια, όπως αποφάνθηκε και ο Νίκος Επιτρόπου που δούλεψε για πολλά χρόνια στα αντίστοιχα κοιτάσματα της Θάσου. Η μεταλλοφορία εντοπίζεται σε μια χαρακτηριστικά λατυποποιημένη επωθητική ζώνη με κύρια ορυκτά τον σμισθονίτη, μαλαχίτη, αζουρίτη, λειμονίτη, καθώς και ανκερίτη, βαρίτη, ροδοχρωσίτη και σιδερίτη. Πολύ ενδιαφέρον έχει εδώ η παλιά εγκατελειμμένη Μεσολακκιά, ένα χωριό πραγματικό φάντασμα, με τα σπίτια να βρίσκονται μόνα και ερμητικά στη θέση τους. Η περιεκτικότητα μολύβδου-ψευδαργύρου με την μορφή καλαμινών ανέρχεται σε περίπου 20%, ενώ η τιμή του χρυσού είναι πολύ χαμηλή δεν ξεπερνάει τα 0,07 γρ/τον. Στό ύψος της Ελευθερούπολης και στη πλευρά του Συμβόλου, λίγο έξω από το χωριό Κοκκινόχωμα εμφανίζεται μεταλλοφορία χρυσού αντίστοιχης αυτής στο Χορτοκόπι, στην απέναντι πλευρά του Παγγαίου. Πρόκειται για φλέβες σιδηροπυρίτη και υδροθερμικού χαλαζία, με την παρουσία λειμονιτίωσης, που περιέχουν μέχρι 38,8 γρ/τον χρυσό, με την μέση τιμή στα 7,3 γρ/τον. Όπως φαίνεται και στην τομή, ανάμεσα στα δύο βουνά, Παγγαίο και Σύμβολο, υπάρχει η Πιέρια κοιλάδα, που αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα τεκτονικού βυθίσματος, με τις δικές του γεωλογικές ιδαιτερότητες και δυνατότητες. Γενικά, τόσο ο χρυσός, όσο και το ασήμι, αλλά και άλλα μέταλλα υπάρχουν απανταχού στο Παγγαίο.’Αλλες όμως ήταν οι αποθεματικές απαιτήσεις των αρχαίων, από αυτές που ισχύουν σήμερα για να φτιάξεις ένα κοίτασμα! Την ιστορία την γράφουν οι άνθρωποι Η γεωλογία είναι ίσως η πιο δημοκρατική από τις επιστήμες. Κάτι σαν πολίτης του κόσμου. Δεν αναγνωρίζει σύνορα, δεν κάνει κοινωνικές διακρίσεις, φέρνει κοντά διαφορετικούς κόσμους, αλλά κυρίως ενώνει ανθρώπους. Στο Παγγαίο βλέπουμε ότι δύο διαφορετικές γεωλογικά ζώνες, η Σερβομακεδονική στην πλευρά της κεντρικής Μακεδονίας και η ζώνη της Ροδόπης στην πλευρά της Ανατολικής μακεδονίας, έρχονται σε επαφή έστω και τεκτονικά, δηλαδή κάπως ανορθόδοξα, αλλά και ότι η κοντινή αυτή σχέση και συνάντηση, επιτρέπει την άμεση σύγκριση, που τελικά αναδεικνύει μεταξύ τους ομοιότητες, τόσο στα είδη των πετρωμάτων και τους γεωλογικούς σχηματισμούς, όσο και στους κοιτασματολογικούς τύπους. Και όπως φαίνεται στην τομή, οι διάφοροι κοιτασματολογικοί τύποι, που κανονικά ο καθένας τους εντάσσεται μεταλλογενετικά, είτε στη γεωλογική ζώνη της Σερβομακεδονικής είτε σε αυτήν της Ροδόπης, μπορούν να χωρέσουν από κοινού στο ίδιο εικονικό μοντέλλο. Και όχι μόνο αυτό, αλλά στο ίδιο μοντέλλο πίσω από κάθε περιοχή, τοποθεσία, κοίτασμα υπάρχει η παρουσία, έστω νοητή ή συμβολική, των ανθρώπων που έχουν συμβάλλει καθοριστικά στην ανάδειξη και καθιέρωση τους. Τα παραγωγικά μαγγάνια Δράμας φέρνουν στο μυαλό Γιάννη Χατζηπαναγή, οι θρυλικές Ασημότρυπες θυμίζουν Δημήτρη Ηλιόπουλο, η ιστορική Μαρλού της Θάσου δεν θα υπήρχε χωρίς Νίκο Επιτρόπου, τα σιδηρομαγγάνια Παλιάς Καβάλας οδηγούν την σκέψη στο Χρήστο Κοσμά. Όσο για την πολυμεταλλική Ολυμπιάδα και τις χαλκούχες Σκουριές, είναι πολλοί αυτοί που διαχρονικά έχουν συνδεθεί μαζί τους. Και βέβαια το κοίτασμα πετρελαίου φέρνει στο νου μου τον Γιάννη Χατζηεμανουήλ από την Θάσο, που εργάστηκε για πολλά χρόνια στη Δημόσια Επιχείρηση Πετρελαίου (ΔΕΠ), και υπήρξε συμφοιτήτης μου στη Σουηδία, συμπαίκτης στις ομάδες μπάσκετ και ποδοσφαίρου στην Ακρόπολη Στοκχόλμης, και παραμένει πολύ καλός φίλος. Η όποια επιστημονική και επαγγελματική σχέση συναδέλφων με αντικείμενα που έχουν διαχρονικά υπηρετήσει, είναι θέμα δεοντολογίας, αναγνώρισης και ιστορικής πραγματικότητας. Γιατί η ιστορία πρέπει πάντοτε να γράφεται σωστά! Εικόνες, συμβάντα, δεδομένα, αποτελέσματα που έχουν κοινό σημείο αναφοράς την σχέση τους με ιστορικά έργα κοιτασματολογικής έρευνας του ΙΓΜΕ. Τόσο εθνικά στοχευμένα στη βάση δημόσιας χρηματοδότησης, όσο και στο πλαίσιο ευρωπαϊκών προγραμμάτων, που από την πλευρά τους συνέβαλλαν επίσης τόσο στην οικονομική ενίσχυση του Ινστιτούτου όσο και στην ανύψωση του ευρωπαϊκού του προφίλ. Ακόμη, στην δεκαετία του 1980 κυρίως, λειτούργησαν οι Ομάδες Βασικής Κοιτασματολογικής Έρευνας (ΟΒΚΕ), υποδιαιρούμενες στις Υποομάδες Βασικής Κοιτασματολγικής Έρευνας (ΥΒΚΕ), δύο από τις οποίες ήταν αυτές της Σερβομακεδονικής και της Ροδόπης.
Είναι γεγονός ότι η καραντίνα μας έχει στερήσει την δυνατότητα να ζούμε κανονικά, όμως έχει από από την πλευρά δημιουργήσει ευκαιρίες για νέες απασχολήσεις και δραστηριότητες, κυρίως τα σαββατοκύριακα. Έχω από την πλευρά μου, σχεδόν με την έναρξη της πανδημίας, ξεκινήσει την συγγραφή βιβλίου με αναφορά σε διάφορες στιγμές και γεγονότα στα οποία συμμετείχα προσωπικά, δίνοντας έμφαση στους ανθρώπους που γνώρισα και που έφερε η ζωή να βρεθώ κοντά και μαζί τους. Οπωσδήποτε η γεωλογία και τα 29 όμορφα χρόνια που ήμουν στο ΙΓΜΕ αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι. Όλη η διαδρομή Ελλάδα-Σουηδία-Ελλάδα-Σουηδία, δοσμένη με απλό αφηγηματικό, περιγραφικό και απόλυτα ιστορικό τρόπο. Από το δοκίμιο λοιπόν ένα διαφοροποιημένο απόσπασμα που αφορά στην γεωλογική-κοιτασματολογική έρευνα του Παγγαίου.