Γενικό πλαίσιο
Η προστιθέμενη αναπτυξιακή αξία που προκύπτει από την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου αποτελεί σήμερα αδιαμφισβήτητο τεκμήριο σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Οι επενδύσεις αξιοποίησης των ορυκτών πρώτων υλών βρίσκονται σήμερα στο οικονομικό και αναπτυξιακό επίκεντρο της Ευρώπης. Τα ορυκτά παράγουν πλούτο, δημιουργούν απασχόληση, προσφέρουν «καθημερινές» πρώτες ύλες και προστατεύουν το περιβάλλον. Καλύπτουν βασικές κοινωνικές ανάγκες, συνεισφέρουν στην ευημερία και την πρόοδο, απελευθερώνουν εξωστρεφείς επιχειρηματικές δυνάμεις και προσθέτουν αναπτυξιακή αξία στο σύνολο της παραγωγικής οικονομίας. Συγκεκριμένα ο στενός μεταλλευτικός κύκλος της Ευρώπης απασχολεί σήμερα 1,2 εκ. εργαζόμενους και παράγει πρόσθετη οικονομική αξία ύψους 470 εκ. ευρώ. Και βέβαια ζήτηση των ΟΠΥ τείνει διαρκώς αυξανόμενηνη. Κάθε ευρωπαίος πολίτης καταναλώνει σήμερα 16 τόνους ορυκτών. Από την άλλη πλευρά το 70% των αναγκαίων ορυκτών πρώτων υλών για την ευρωπαϊκή βιομηχανία εισάγονται από τρίτες χώρες, και ενώ η Ευρώπη καταναλώνει το 30% της παγκόσμιας παραγωγής ορυκτών παράγει μόνο το 3%.
Στο πλαίσιο είναι αναμφίβολο το γεγονός ότι ο Ελληνικός Ορυκτός Πλούτος μπορεί να είναι βιώσιμος, ανταγωνιστικός και αναπτυξιακός. Η νέα αυτή "μεταλλευτική" εποχή χαρακτηρίζεται από εντατικοποίηση της κοιτασματολογικής έρευνας και εφαρμογή νέων καινοτόμων τεχνολογιών λειτουργίας και παραγωγής, καθώς και την θέσπιση και τήρηση αυστηρών περιβαλλοντικών κανόνων, και επιχειρησιακών επιλογών. Βασικό ζητούμενο είναι όλα τα στάδια της εξορυκτικής διαδικασίας να γίνονται με όρους βιώσιμης ανάπτυξης. Στην πορεία αυτή πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν οι χώρες του ευρωπαϊκού βορρά με χαρακτηριστικά παραδείγματα την Φινλανδία την Νορβηγία και την Σουηδία. Η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου είναι καθοριστική στην σημερινή κατάταξη των χωρών αυτών σε θέσεις με τον υψηλότερο βαθμό ευημερίας. Τον ίδιο δρόμο προσπαθούν σήμερα να χαράξουν και να βαδίσουν οι χώρες του νότου, όπως η Ισπανία, και η Πορτογαλία ( 100 περίπου άδειες μεταλλευτικών ερευνών δόθηκαν μέσα στο 2011), και της κεντροανατολικής Ευρώπης, όπως είναι η Ρουμανία, η Πολωνία και η Βουλγαρία, με την ελπίδα η επιλογή αυτή να αποτελέσει το βασικό εφαλτήριο και μοχλό νέας οικονομικής δραστηριότητας και αναπτυξιακής επανεκκίνησης. Στο κατεύθυνση σημαντική συμβολή έχουν πλέον οι νέες τεχνολογίες παραγωγής που αλλάζουν μέρα με τη μέρα τα δεδομένα.
Νέο επενδυτικό περιβάλλον για τις ΟΠΥ
Μετά από πολλά χρόνια επιχειρηματικής εσωστρέφειας και εγκλωβισμού, μακριά από τις αξίες και την σιγουριά της πραγματικής οικονομίας, η δυναμική και το περιεχόμενο των επενδύσεων, σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλάζουν χαρακτηριστικά επιλέγοντας ολοένα και περισσότερο τους παραδοσιακά πλέον αξιόπιστους αναπτυξιακούς κλάδους όπως είναι αυτός της μεταλλευτικής βιομηχανίας. Το σχετικά θετικό επενδυτικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί στην Ευρώπη βρίσκεται ακόμη σε πλήρη εξέλιξη και οι περισσότεροι συμφωνούν ότι η προοδευτικά ανοδική πορεία θα συνεχισθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η τρέχουσα αύξηση στην ζήτηση, , σε συνδυασμό με την εξαρτημένη παραγωγική σχέση και τους εμπορικούς περιορισμούς που επιβάλλονται στην διάθεση, ανεβάζουν τις τιμές των μετάλλων σε διαρκώς υψηλότερα επίπεδα. Μαζί με το αποθεματικό δυναμικό πολυτίμων μετάλλων, άλλων κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών, όπως του αντιμονίου και των σπανίων γαιών, αλλά και των βασικών μετάλλων μολύβδου, ψευδαργύρου, χαλκού, νικελίου και αλουμινίου, η παραγωγική αξιοποίηση της συνολικής μεταλλευτικής αξίας του ορυκτού πλούτου της χώρας μας αποτελεί ίσως την μοναδική, την αποδοτικότερη και την πιο ρεαλιστική δυνατότητα εξόδου από το σημερινό αναπτυξιακό «τέλμα». Η εθνική, περιφερειακή και τοπική οικονομία θα έχουν πολλαπλά ανταποδοτικά οφέλη με την μορφή είσπραξης φόρων, θεσμοθέτησης ειδικών τελών, δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας και έμμεσης απασχόλησης, αύξησης της παράπλευρης επιχειρηματικότητας και ενίσχυσης των σχετικών προγραμμάτων εκπαίδευσης και έρευνας. Είναι σίγουρο ότι οι επενδύσεις αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου και οι συντεταγμένες κινήσεις του κράτους για πιθανή αξιοποίηση των δημόσιων μεταλλευτικών χώρων διαμορφώνουν συνθήκες και προοπτικές αναπτυξιακής βιωσιμότητας, και εγγυώνται ότι, και στην περίπτωση της Ελλάδας, το μέλλον που διαγράφεται μπορεί και πρέπει να είναι δυναμικό.
Ο ελληνικός ορυκτός πλούτος
Η αξιοποίηση του ελληνικού ορυκτού πλούτου αποτελεί σημαντικό οικονομικό τομέα της χώρας με πολλές και ελπιδοφόρες αναπτυξιακές προοπτικές. Ακόμη η ελληνική εξορυκτική βιομηχανία αποτελεί δομικό στοιχείο απαραίτητο για την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη πολλών άλλων κλάδων της εθνικής οικονομίας, προμηθεύοντας πρώτες ύλες για τις ανάγκες της ελληνικής βιομηχανίας ευρύτερα αλλά και της καθημερινής ζωής. Η Ελλάδα κατέχει κλαδικά σημαντική θέση στην Ευρωπαϊκή και παγκόσμια αγορά όσον αφορά συγκεκριμένες ΟΠΥ. Συγκεκριμένα, στις πρώτες θέσεις μαζί με τον λιγνίτη, τα αδρανή υλικά και τα μάρμαρα, βρίσκονται ο βωξίτης, τα νικελιούχα σιδηρομεταλλεύματα, οι ποζολανικές γαίες, ο μπεντονίτης, ο περλίτης, ο γύψος και η κίσσηρις. Είναι βέβαια σαφές πως εξορυκτική δραστηριότητα χωρίς πρόσβαση σε νέα κοιτάσματα δεν μπορεί να υπάρξει. Η παραγωγική εκμετάλλευση των ελληνικών ΟΠΥ, είναι σημαντική για την εθνική οικονομία. Η προβλεπόμενη αύξηση ζήτησης στο μέλλον, απαιτεί τον εντοπισμό και αξιοποίηση περισσότερων κοιτασμάτων στην χώρα. Βέβαια η πορεία αυτή προϋποθέτει αποτελεσματικές και δυναμικές παρεμβάσεις και λύσεις σε κρίσιμα θέματα αξιοποίησης των ΟΠΥ στην Ελλάδα σε σχέση με τις συνθήκες που διαμορφώνονται από τις τρέχουσες ευρωπαϊκές και διεθνείς εξελίξεις.
Βασικός προσανατολισμός και προορισμός ενός ευρύτερα αποδεκτού οδικού χάρτη είναι η κοιτασματολογική αναβάθμιση και ολοκληρωμένη αποθεματική διαχείριση του ελληνικού ορυκτού πλούτου, η ανάδειξη και εφαρμογή συγκεκριμένων αναπτυξιακών πολιτικών και τεχνολογικών εργαλείων και η τήρηση όρων και δεικτών σχετικών με την βιώσιμη εκμετάλλευση των ΟΠΥ. Στην κατεύθυνση αυτή κύρια επιδίωξη είναι η συνθετική αξιολόγηση και παροχή αξιόπιστων επιστημονικών και αναπτυξιακών δεδομένων σχετικά με το κοιτασματολογικό δυναμικό των ΟΠΥ με αποδέκτες δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς χωροταξικού σχεδιασμού, επενδυτικού προγραμματισμού και κοινωνικού ενδιαφέροντος.
Το μεταλλογενετικό περιβάλλον στην Β. Ελλάδα είναι ιδιαίτερα ευνοϊκό για τον σχηματισμό εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων μεταλλικών ορυκτών. Η ακαθάριστη/μικτή μεταλλευτική αξία των βεβαιωμένων αποθεμάτων νικελίου, ψευδαργύρου, μολύβδου, χαλκού, χρυσού και αργύρου στην Μακεδονία και Θράκη, με βάση την ενεργό μεταλλευτική παραγωγή, τις επενδύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη και τις τρέχουσες τιμές των μετάλλων, ανέρχεται περίπου σε 28 δισ. ευρώ. Ένα πολύ μικρό μέρος της αξίας αυτής αξιοποιείται σήμερα παραγωγικά. Τα δυναμικά αποθέματα που φιλοξενούνται στις υπάρχουσες μεταλλευτικές αλλά και σε νέες περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος είναι σε θέση να πολλαπλασιάσουν το προαναφερόμενο οικονομικό μέγεθος. Είναι άλλωστε διαπιστωμένο ότι η ακαθάριστη/μικτή αξία του μεταλλικού περιεχομένου στο σύνολο των μετρημένων αποθεμάτων της χώρας ανέρχεται περίπου σε 80 δισ. ευρώ, γεγονός που καθιστά την Ελλάδα και ειδικότερα την Β. Ελλάδα μία από τις πλουσιότερες κοιτασματολογικές περιφέρειες της Ευρώπης ικανή να αποτελέσει σταθερή πλουτοπαραγωγική πηγή μετάλλων και να συμβάλλει στην βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας. Τα αποθέματα και το μεταλλικό περιεχόμενο σε άργυρο, χαλκό, μόλυβδο, ψευδάργυρο και το βεβαιωμένο αποθεματικά δυναμικό 420 περίπου τόνων χρυσού στην Μακεδονία και Θράκη αποτελούν τους κυρίαρχους οικονομικούς στόχους.
Χρυσοπαραγωγικές δραστηριότητες
Σε ότι αφορά στις χρυσοπαραγωγικές μεταλλευτικές δραστηριότητες η οικονομική διάσταση, συμπεριλαμβανομένης της απασχόλησης και της διαρκώς αυξανόμενης ζήτησης στις «πράσινες» τεχνολογίες, εμφανίζεται ιδιαίτερα ελκυστική κυρίως σε ότι αφορά στην ανάληψη νέων επενδυτικών πρωτοβουλιών. Συγκεριμένα, σε παγκόσμια κλίμακα λειτουργούν σήμερα ή πρόκειται να ξεκινήσουν 439 μεταλλεία εξόρυξης χρυσοφόρων κοιτασμάτων και παραγωγής χρυσού, σε περίπου 64 χώρες. Ο μεταλλευτικός κύκλος του χρυσού δημιουργεί εκατομμύρια θέσεις εργασίας και πρόσθετες ευκαιρίες απασχόλησης, εκτείνεται γεωγραφικά σε όλες τις ηπείρους , στις περισσότερες χώρες και γενικότερα σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Η χρυσοπαραγωγική δραστηριότητα είναι το ίδιο θετική και δυναμική ανεξάρτητα από το αναπτυξιακό επίπεδο της χώρας όπου λειτουργούν τα μεταλλεία. Τραγική εξαίρεση αποτελεί η Ελλάδα, που ενώ διαθέτει τα μεγαλύτερα βεβαιωμένα αποθέματα χρυσού στην Ευρώπη, ύψους 420 τόννων και ακαθαριστής μεταλλευτικής αξίας πλέον των 16 δισ. ευρώ (μαζί με τον άργυρο), η αξιοποίηση του ορυκτού της πλούτου δοκιμάζεται ακόμη και σήμερα από την ατολμία ή την ανακολουθία των πολιτικών, την γραφειοκρατία της διοίκησης, αλλά κυρίως από την αναχρονιστική και καταστροφική λειτουργία συγκεκριμένων ομάδων που καλλιεργούν γενικά και αόριστα την μεταλλειοφοβία. Διότι είναι σαφές ότι στους κοιτασματολογικούς τύπους που απαντούν στην Ελλάδα ο χρυσός είναι βασικός οικονομικός στόχος στα επιθερμικά (π.χ. Πέραμα, Σάππες) και ορογενετικά μεταλλεύματα, ενώ συνοδεύει την οικονομικότητα των μετασωματικών πολυμεταλλικών (π.χ. Ολυμπιάδα) και πορφυρικών χαλκού (π.χ. Σκουριές, Γερακαριό, Ποντοκερασιά). Γεγονός που σημαίνει διαφορετικές γεωλογικές και γωχημικές συνθήκες, ξεχωριστή ορυκτολογική σύσταση και «ως εκ τούτου» διαφοροποιημένες σε κάθε περίπτωση διαδικασίες εμπλουτισμού, μεταλλουργίας και γενικότερα παραγωγής, διαφορετικό χημισμό τελμάτων, αλλά και αντίστοιχα άλλες περιβαλλοντικές επιπτώσεις και μεθόδους διαχείρισης αποβλήτων.
Τρέχουσες μεταλλευτικές επενδύσεις
Μεταλλεύματα νικελίου και αλουμινίου, με κυρίαρχη βιομηχανική παρουσία σε παγκόσμιο επίπεδο, μολύβδου, ψευδαργύρου, χαλκού, χρυσού και αργύρου, καθώς και δυναμικές κοιτασματολογικές πηγές αντιμονίου και σπανίων γαιών, συνθέτουν στο σύνολο τους ένα αποθεματικό και πλουτοπαραγωγικό μέγεθος του οποίου η ακαθάριστη/μικτή μεταλλευτική αξία ξεπερνά τα 80 δισ. ευρώ. Με δεδομένη την συγκεκριμένη οικονομική διάσταση, η αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών μπορεί να συμβάλλει άμεσα και αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση της σημερινής κρίσης, και να δημιουργήσει νέες θέσεις απασχόλησης. Οι ευνοϊκές κοινωνικό-οικονομικές συνθήκες που αναμφίβολα προκύπτουν θα συνεισφέρουν πολλαπλάσια και πολύπλευρα στην ευημερία των πολιτών. Σήμερα η ελληνική εξορυκτική βιομηχανία ΟΠΥ απασχολεί περίπου 15.000 εργαζόμενους, ενώ στις νέες μεταλλευτικές επενδύσεις της Χαλκιδικής, του Έβρου, της Ροδόπης και μελλοντικά του Κιλκίς, θα προστεθούν στα επόμενα πέντε χρόνια, πέρα των 700 περίπου που απασχολούνται τώρα, άλλες 2.500 θέσεις εργασίας. Και βέβαια, σύμφωνα με την διεθνή πρακτική και εμπειρία προβλέπεται και αναμένεται να προκύψουν ακόμη άλλες 4-5.000 ευκαιρίες έμμεσης απασχόλησης. Δημιουργούνται έτσι οι προϋποθέσεις μιας άλλης βιώσιμης και δυναμικής αναπτυξιακής προοπτικής της χώρας, συμπεριλαμβανομένου του υπέρτατου δικαιώματος εργασίας πολλών ανέργων πολιτών, αλλά και επαγγελματικής αποκατάστασης νέων επιστημόνων και τεχνικών.
Η βάσιμη λοιπόν προοπτική αξιοποίησης του ελληνικού Ορυκτού Πλούτου, και αυτό δεν αποτελεί μια θεωρητική και αποσπασματική προσέγγιση, αλλά είναι αποτέλεσμα συστηματικής και μεθοδολογικής ενασχόλησης με εργασίες πεδίου, εργαστηριακές αναλύσεις και μελέτες οικονομικής γεωλογίας, στο πλαίσιο υλοποίησης έργων κοιτασματολογικής έρευνας του ΙΓΜΕ σε πολλές περιοχές της Β. Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένης της ΒΑ Χαλκιδικής, όπου με τις σημερινές τιμές και τα εμπορεύσιμα μέταλλα και προϊόντα εμπλουτισμού που θα προκύψουν η συνολική αξία των γνωστών μεταλλευμάτων ξεπερνά τα 13 δισ. ευρώ. Γενικά το βεβαιωμένο μεταλλευτικό δυναμικό, αλλά πολύ περισσότερο τα προγνωστικά και «εν δυνάμει» κοιτασματολογικά αποθέματα, αποτελούν μία βιώσιμα αξιοποιήσιμη και ανταγωνιστική πλουτοπαραγωγική πηγή για την Ελλάδα, ικανή να αλλάξει γρήγορα και αποτελεσματικά τα αναπτυξιακά της δεδομένα, προσδίδοντας μεταξύ άλλων χαρακτηριστικά υψηλής προστιθέμενης αξίας στην περιφερειακή οικονομία και την τοπική κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση σε πολύ λίγα σημεία του πλανήτη, ή αν θέλετε πολύ λίγες χώρες, θα άφηναν αναξιοποίητα ανάλογα μεταλλευτικά μεγέθη ή ακόμη και λιγότερο πλούσια κοιτάσματα, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με την έντονη παραγωγική εκμετάλλευση μικρότερων κοιτασμάτων που παρατηρείται στην Σουηδία και την Φινλανδία. Το πρόβλημα σήμερα δεν είναι τόσο η διαχείριση και αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων αλλά ο εντοπισμός κοιτασμάτων με πλούσιο μεταλλευτικό δυναμικό που διασφαλίζει εκμεταλλεύσιμα αποθέματα. Η πολυδιάστατη αναπτυξιακή προοπτική μιας περιοχής με την δυνατότητα να αξιοποιεί όλα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει αποτελεί βέλτιστη πράκτική παραγωγικής οικονομίας και δημιουργίας απασχόλησης. Παραδείγματα πετυχημένων συνδυασμών υπάρχουν πολλά και στην Ελλάδα και αλλού, όπως στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και στην Φινλανδία. Στην τελευταία το μεταλλείο χρυσού στο Κίτιλε συνυπάρχει και είναι μετά δύο χρόνια παραγωγικής λειτουργίας, ήδη ανταγωνιστικό με την εδώ και χρόνια εδραιωμένη τουριστική βιομηχανία στην περιοχή. Είναι φανερό ότι η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου δημιουργεί ανταγωνιστική οικονομία, προσφέρει σταθερή απασχόληση και προστατεύει το περιβάλλον. Με άλλα λόγια διασφαλίζει με απόλυτο τρόπο τους όρους της Βιώσιμης ή όπως ορισμένοι αρέσκονται να αποκαλούν Πράσινης Ανάπτυξης.
Νέες τεχνολογίες
Τελευταία γίνεται κάποια κουβέντα για την μεταλλουργική μέθοδο της Ακαριαίας Τήξης, που επιλέχθηκε σαν η καταλληλότερη για να παρθεί ο χρυσός από δύο διαφορετικού τύπου μεταλλεύματα (το χαλκούχο των Σκουριών και το μόλυβδο-ψευδαργυρούχο της Ολυμπιάδας), χωρίς την χρήση κυανίου. Πρόκειται για μια πρωτοποριακή, πρωτότυπη και καινοτόμο τεχνολογία που κατορθώνει να πολλαπλασιάσει τον πλούτο της περιοχής, αφού μαζί με τα συμπυκνώματα μολύβδου και ψευδαργύρου, θα παράγονται χαλκός, χρυσός και άργυρος, πέντε δηλαδή συνολικά προϊόντα που διασφαλίζουν σε μεγάλο βαθμό την βιωσιμότητα της εκμετάλλευσης, την ανταγωνιστικότητα της επένδυσης και την σταθερότητα της απασχόλησης. Και όλα αυτά με χαμηλό τεχνολογικό και παραγωγικό ρίσκο, και ορατή φιλική σχέση με το περιβάλλον και τον άνθρωπο. Οι πιλοτικές δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν από ξένη εταιρία με υψηλό τεχνογνωσιακό επίπεδο και εμπειρία στην συγκεκριμένη μεταλλουργική μέθοδο ήταν επιτυχείς και αυτός ήταν ο βασικός λόγος που οι επενδυτές την εμπιστεύτηκαν για να προχωρήσουν στην υλοποίηση μιας από τις μεγαλύτερες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες στην χώρα. Και αυτό αφορά τόσο στο συνολικό επενδυτικό κεφάλαιο, όσο και στο πλουτοπαραγωγικό μέγεθος αλλά και στις πολλές και νέες ευκαιρίες εργασίας που θα προκύψουν.
Περιβαλλοντική διάσταση
Η περιβαλλοντική διάσταση δηλαδή, με άλλα λόγια η ποιότητα ζωής, αποτελεί σημαντική και αναπόσπαστη παράμετρο κάθε ανθρωπογενούς δραστηριότητας. Οι επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον συνοδεύουν κάθε είδους παραγωγική / βιομηχανική δραστηριότητα. Το ζητούμενο λοιπόν είναι να εφαρμοσθούν τεχνολογίες, να αναδειχθούν αξιόπιστοι μηχανισμοί παρακολούθησης και να τηρηθούν κανόνες για να ελαχιστοποιηθούν, και όπου είναι δυνατόν, να εκμηδενισθούν οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι και απειλές. Η «ευρωποποίηση» του περιβάλλοντος έχει φέρει και θέσει σε εφαρμογή την θέσπιση αυστηρών μέτρων για την προστασία του εξορυκτικού και μεταλλευτικού περιβάλλοντος. Η απόλυτη τήρηση των περιβαλλοντικών όρων που επιβάλλονται εγγυώνται ασφαλή λειτουργία της μεταλλευτικής παραγωγής, και θωρακίζουν το περιβάλλον και τον άνθρωπο από «εν δυνάμει» απειλές και επιπτώσεις.
Η μεταλλευτική βιομηχανία, λόγω και της μεγάλης κοινωνικής πίεσης που δέχεται σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει εντάξει τις νέες τεχνολογίες στο σύνολο της παραγωγικής της διαδικασίας περισσότερο ίσως από κάθε άλλη βιομηχανική δραστηριότητα. Και βέβαια στα θέματα περιβαλλοντικής πρακτικής, όπως για παράδειγμα είναι η διαχείριση των εξορυκτικών αποβλήτων, καθοδηγείται, παρακολουθείται και ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό από την σχετική εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία, αλλά και τους αυστηρούς περιβαλλοντικούς όρους που επιβάλλονται στο πλαίσιο δημόσιων διαβουλεύσεων, και την πιστή τήρηση των οποίων αναλαμβάνει να εποπτεύει θεσμοθετημένη επιτροπή στην βάση ανεξάρτητης και αυτόνομης λειτουργίας με την συμμετοχή εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η Οδηγία για την διαχείριση των μεταλλευτικών αποβλήτων, μαζί με την έκθεση για τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, αποτελούν πλέον σημαντική δέσμευση και υποχρέωση για την παραγωγική λειτουργία κάθε εξορυκτικού έργου. Στην κατεύθυνση και εξέλιξη αυτή η μελλοντική πορεία της μεταλλευτικής βιομηχανίας διαγράφεται ανοδική και βιώσιμη.
Οι Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) που συνοδεύουν και τελικά επικυρώνουν η μη την αδειδότηση των μεταλλευτικών επενδύσεων συνιστούν ολοκληρωμένα εργαλεία επιστημονικών, μεθοδολογικών και διοικητικών προσεγγίσεων που καλούνται να διαμορφώσουν και να καθορίσουν το πλαίσιο ορθολογικής και της βέλτιστης δυνατής αξιοποίησης ενός κοιτάσματος, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγικής λειτουργίας, αλλά και των διαδικασιών αποτελεσματικού ελέγχου, παρακολούθησης και αποκατάστασης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως προκύπτουν από συγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους που σε κάθε περίπτωση επιβάλλονται.
Επίλογος
Σίγουρα υπάρχουν πολλές και ακόμη περισσότερες αναπτυξιακές προκλήσεις και ευκαιρίες. Όλες συνολικά, όπως και οι μεταλλευτικές δραστηριότητες, χρειάζονται την εμπιστοσύνη, την συνεργασία, και την ενεργό παρουσία και συμμετοχή όλων των πολιτών, ιδιαίτερα αυτών που ζουν και δραστηριοποιούνται στους γειτονικούς γεωγραφικά χώρους. Μοναδικός και κυρίαρχος στόχος πρέπει να είναι το πρωτογενές πλεόνασμα, η μόνιμη απασχόληση και η παρατεταμένη αναπτυξιακή άνοιξη.
Η χώρα μας διανύει σήμερα μια δύσκολη οικονομική περίοδο με βαθειά κρίση και αμφισβήτηση των πολιτικών αξιών, κοινωνική εξόντωση, ανασφάλεια και περιθωριοποίηση, επέλαση στην οικογενειακή συνοχή και καθημερινή ισορροπία, και διαρκή απειλή από τον βαρύ και μακρύ Ελληνικό χειμώνα της ανεργίας. Εξελίξεις και γεγονότα που μπορεί να καταστρέψουν ανεπανόρθωτα τα δημοκρατικά θεμέλια και τον δημιουργικό ιστό αυτής της χώρας. Μοναδική ελπίδα και οξυγόνο ζωής η απασχόληση, η επαγγελματική αποκατάσταση των νέων ανθρώπων και το όραμα για ένα καλύτερο αύριο. Το δικαίωμα της εργασίας, είναι και παραμένει βαθειά ανθρωποκεντρικό, και αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα και προοδευτική επιλογή. Όλα τα άλλα έπονται, αφού βέβαια διευκρινιστεί και τονισθεί για άλλη μια φορά ότι οι ανεπτυγμένες και οικονομικά ισχυρές κοινωνίες διαθέτουν υψηλότερη οικολογική συνείδηση και πρακτική, σε σχέση αυτές που αντιμετωπίζουν προβλήματα συνοχής και σταθερότητας. Με άλλα λόγια η απασχόληση εγγυάται καλύτερο περιβάλλον, ενώ η ανεργία το πλήττει.
Η προστιθέμενη αναπτυξιακή αξία που προκύπτει από την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου αποτελεί σήμερα αδιαμφισβήτητο τεκμήριο σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Οι επενδύσεις αξιοποίησης των ορυκτών πρώτων υλών βρίσκονται σήμερα στο οικονομικό και αναπτυξιακό επίκεντρο της Ευρώπης. Τα ορυκτά παράγουν πλούτο, δημιουργούν απασχόληση, προσφέρουν «καθημερινές» πρώτες ύλες και προστατεύουν το περιβάλλον. Καλύπτουν βασικές κοινωνικές ανάγκες, συνεισφέρουν στην ευημερία και την πρόοδο, απελευθερώνουν εξωστρεφείς επιχειρηματικές δυνάμεις και προσθέτουν αναπτυξιακή αξία στο σύνολο της παραγωγικής οικονομίας. Συγκεκριμένα ο στενός μεταλλευτικός κύκλος της Ευρώπης απασχολεί σήμερα 1,2 εκ. εργαζόμενους και παράγει πρόσθετη οικονομική αξία ύψους 470 εκ. ευρώ. Και βέβαια ζήτηση των ΟΠΥ τείνει διαρκώς αυξανόμενηνη. Κάθε ευρωπαίος πολίτης καταναλώνει σήμερα 16 τόνους ορυκτών. Από την άλλη πλευρά το 70% των αναγκαίων ορυκτών πρώτων υλών για την ευρωπαϊκή βιομηχανία εισάγονται από τρίτες χώρες, και ενώ η Ευρώπη καταναλώνει το 30% της παγκόσμιας παραγωγής ορυκτών παράγει μόνο το 3%.
Στο πλαίσιο είναι αναμφίβολο το γεγονός ότι ο Ελληνικός Ορυκτός Πλούτος μπορεί να είναι βιώσιμος, ανταγωνιστικός και αναπτυξιακός. Η νέα αυτή "μεταλλευτική" εποχή χαρακτηρίζεται από εντατικοποίηση της κοιτασματολογικής έρευνας και εφαρμογή νέων καινοτόμων τεχνολογιών λειτουργίας και παραγωγής, καθώς και την θέσπιση και τήρηση αυστηρών περιβαλλοντικών κανόνων, και επιχειρησιακών επιλογών. Βασικό ζητούμενο είναι όλα τα στάδια της εξορυκτικής διαδικασίας να γίνονται με όρους βιώσιμης ανάπτυξης. Στην πορεία αυτή πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν οι χώρες του ευρωπαϊκού βορρά με χαρακτηριστικά παραδείγματα την Φινλανδία την Νορβηγία και την Σουηδία. Η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου είναι καθοριστική στην σημερινή κατάταξη των χωρών αυτών σε θέσεις με τον υψηλότερο βαθμό ευημερίας. Τον ίδιο δρόμο προσπαθούν σήμερα να χαράξουν και να βαδίσουν οι χώρες του νότου, όπως η Ισπανία, και η Πορτογαλία ( 100 περίπου άδειες μεταλλευτικών ερευνών δόθηκαν μέσα στο 2011), και της κεντροανατολικής Ευρώπης, όπως είναι η Ρουμανία, η Πολωνία και η Βουλγαρία, με την ελπίδα η επιλογή αυτή να αποτελέσει το βασικό εφαλτήριο και μοχλό νέας οικονομικής δραστηριότητας και αναπτυξιακής επανεκκίνησης. Στο κατεύθυνση σημαντική συμβολή έχουν πλέον οι νέες τεχνολογίες παραγωγής που αλλάζουν μέρα με τη μέρα τα δεδομένα.
Νέο επενδυτικό περιβάλλον για τις ΟΠΥ
Μετά από πολλά χρόνια επιχειρηματικής εσωστρέφειας και εγκλωβισμού, μακριά από τις αξίες και την σιγουριά της πραγματικής οικονομίας, η δυναμική και το περιεχόμενο των επενδύσεων, σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλάζουν χαρακτηριστικά επιλέγοντας ολοένα και περισσότερο τους παραδοσιακά πλέον αξιόπιστους αναπτυξιακούς κλάδους όπως είναι αυτός της μεταλλευτικής βιομηχανίας. Το σχετικά θετικό επενδυτικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί στην Ευρώπη βρίσκεται ακόμη σε πλήρη εξέλιξη και οι περισσότεροι συμφωνούν ότι η προοδευτικά ανοδική πορεία θα συνεχισθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η τρέχουσα αύξηση στην ζήτηση, , σε συνδυασμό με την εξαρτημένη παραγωγική σχέση και τους εμπορικούς περιορισμούς που επιβάλλονται στην διάθεση, ανεβάζουν τις τιμές των μετάλλων σε διαρκώς υψηλότερα επίπεδα. Μαζί με το αποθεματικό δυναμικό πολυτίμων μετάλλων, άλλων κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών, όπως του αντιμονίου και των σπανίων γαιών, αλλά και των βασικών μετάλλων μολύβδου, ψευδαργύρου, χαλκού, νικελίου και αλουμινίου, η παραγωγική αξιοποίηση της συνολικής μεταλλευτικής αξίας του ορυκτού πλούτου της χώρας μας αποτελεί ίσως την μοναδική, την αποδοτικότερη και την πιο ρεαλιστική δυνατότητα εξόδου από το σημερινό αναπτυξιακό «τέλμα». Η εθνική, περιφερειακή και τοπική οικονομία θα έχουν πολλαπλά ανταποδοτικά οφέλη με την μορφή είσπραξης φόρων, θεσμοθέτησης ειδικών τελών, δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας και έμμεσης απασχόλησης, αύξησης της παράπλευρης επιχειρηματικότητας και ενίσχυσης των σχετικών προγραμμάτων εκπαίδευσης και έρευνας. Είναι σίγουρο ότι οι επενδύσεις αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου και οι συντεταγμένες κινήσεις του κράτους για πιθανή αξιοποίηση των δημόσιων μεταλλευτικών χώρων διαμορφώνουν συνθήκες και προοπτικές αναπτυξιακής βιωσιμότητας, και εγγυώνται ότι, και στην περίπτωση της Ελλάδας, το μέλλον που διαγράφεται μπορεί και πρέπει να είναι δυναμικό.
Ο ελληνικός ορυκτός πλούτος
Η αξιοποίηση του ελληνικού ορυκτού πλούτου αποτελεί σημαντικό οικονομικό τομέα της χώρας με πολλές και ελπιδοφόρες αναπτυξιακές προοπτικές. Ακόμη η ελληνική εξορυκτική βιομηχανία αποτελεί δομικό στοιχείο απαραίτητο για την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη πολλών άλλων κλάδων της εθνικής οικονομίας, προμηθεύοντας πρώτες ύλες για τις ανάγκες της ελληνικής βιομηχανίας ευρύτερα αλλά και της καθημερινής ζωής. Η Ελλάδα κατέχει κλαδικά σημαντική θέση στην Ευρωπαϊκή και παγκόσμια αγορά όσον αφορά συγκεκριμένες ΟΠΥ. Συγκεκριμένα, στις πρώτες θέσεις μαζί με τον λιγνίτη, τα αδρανή υλικά και τα μάρμαρα, βρίσκονται ο βωξίτης, τα νικελιούχα σιδηρομεταλλεύματα, οι ποζολανικές γαίες, ο μπεντονίτης, ο περλίτης, ο γύψος και η κίσσηρις. Είναι βέβαια σαφές πως εξορυκτική δραστηριότητα χωρίς πρόσβαση σε νέα κοιτάσματα δεν μπορεί να υπάρξει. Η παραγωγική εκμετάλλευση των ελληνικών ΟΠΥ, είναι σημαντική για την εθνική οικονομία. Η προβλεπόμενη αύξηση ζήτησης στο μέλλον, απαιτεί τον εντοπισμό και αξιοποίηση περισσότερων κοιτασμάτων στην χώρα. Βέβαια η πορεία αυτή προϋποθέτει αποτελεσματικές και δυναμικές παρεμβάσεις και λύσεις σε κρίσιμα θέματα αξιοποίησης των ΟΠΥ στην Ελλάδα σε σχέση με τις συνθήκες που διαμορφώνονται από τις τρέχουσες ευρωπαϊκές και διεθνείς εξελίξεις.
Βασικός προσανατολισμός και προορισμός ενός ευρύτερα αποδεκτού οδικού χάρτη είναι η κοιτασματολογική αναβάθμιση και ολοκληρωμένη αποθεματική διαχείριση του ελληνικού ορυκτού πλούτου, η ανάδειξη και εφαρμογή συγκεκριμένων αναπτυξιακών πολιτικών και τεχνολογικών εργαλείων και η τήρηση όρων και δεικτών σχετικών με την βιώσιμη εκμετάλλευση των ΟΠΥ. Στην κατεύθυνση αυτή κύρια επιδίωξη είναι η συνθετική αξιολόγηση και παροχή αξιόπιστων επιστημονικών και αναπτυξιακών δεδομένων σχετικά με το κοιτασματολογικό δυναμικό των ΟΠΥ με αποδέκτες δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς χωροταξικού σχεδιασμού, επενδυτικού προγραμματισμού και κοινωνικού ενδιαφέροντος.
Το μεταλλογενετικό περιβάλλον στην Β. Ελλάδα είναι ιδιαίτερα ευνοϊκό για τον σχηματισμό εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων μεταλλικών ορυκτών. Η ακαθάριστη/μικτή μεταλλευτική αξία των βεβαιωμένων αποθεμάτων νικελίου, ψευδαργύρου, μολύβδου, χαλκού, χρυσού και αργύρου στην Μακεδονία και Θράκη, με βάση την ενεργό μεταλλευτική παραγωγή, τις επενδύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη και τις τρέχουσες τιμές των μετάλλων, ανέρχεται περίπου σε 28 δισ. ευρώ. Ένα πολύ μικρό μέρος της αξίας αυτής αξιοποιείται σήμερα παραγωγικά. Τα δυναμικά αποθέματα που φιλοξενούνται στις υπάρχουσες μεταλλευτικές αλλά και σε νέες περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος είναι σε θέση να πολλαπλασιάσουν το προαναφερόμενο οικονομικό μέγεθος. Είναι άλλωστε διαπιστωμένο ότι η ακαθάριστη/μικτή αξία του μεταλλικού περιεχομένου στο σύνολο των μετρημένων αποθεμάτων της χώρας ανέρχεται περίπου σε 80 δισ. ευρώ, γεγονός που καθιστά την Ελλάδα και ειδικότερα την Β. Ελλάδα μία από τις πλουσιότερες κοιτασματολογικές περιφέρειες της Ευρώπης ικανή να αποτελέσει σταθερή πλουτοπαραγωγική πηγή μετάλλων και να συμβάλλει στην βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας. Τα αποθέματα και το μεταλλικό περιεχόμενο σε άργυρο, χαλκό, μόλυβδο, ψευδάργυρο και το βεβαιωμένο αποθεματικά δυναμικό 420 περίπου τόνων χρυσού στην Μακεδονία και Θράκη αποτελούν τους κυρίαρχους οικονομικούς στόχους.
Χρυσοπαραγωγικές δραστηριότητες
Σε ότι αφορά στις χρυσοπαραγωγικές μεταλλευτικές δραστηριότητες η οικονομική διάσταση, συμπεριλαμβανομένης της απασχόλησης και της διαρκώς αυξανόμενης ζήτησης στις «πράσινες» τεχνολογίες, εμφανίζεται ιδιαίτερα ελκυστική κυρίως σε ότι αφορά στην ανάληψη νέων επενδυτικών πρωτοβουλιών. Συγκεριμένα, σε παγκόσμια κλίμακα λειτουργούν σήμερα ή πρόκειται να ξεκινήσουν 439 μεταλλεία εξόρυξης χρυσοφόρων κοιτασμάτων και παραγωγής χρυσού, σε περίπου 64 χώρες. Ο μεταλλευτικός κύκλος του χρυσού δημιουργεί εκατομμύρια θέσεις εργασίας και πρόσθετες ευκαιρίες απασχόλησης, εκτείνεται γεωγραφικά σε όλες τις ηπείρους , στις περισσότερες χώρες και γενικότερα σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Η χρυσοπαραγωγική δραστηριότητα είναι το ίδιο θετική και δυναμική ανεξάρτητα από το αναπτυξιακό επίπεδο της χώρας όπου λειτουργούν τα μεταλλεία. Τραγική εξαίρεση αποτελεί η Ελλάδα, που ενώ διαθέτει τα μεγαλύτερα βεβαιωμένα αποθέματα χρυσού στην Ευρώπη, ύψους 420 τόννων και ακαθαριστής μεταλλευτικής αξίας πλέον των 16 δισ. ευρώ (μαζί με τον άργυρο), η αξιοποίηση του ορυκτού της πλούτου δοκιμάζεται ακόμη και σήμερα από την ατολμία ή την ανακολουθία των πολιτικών, την γραφειοκρατία της διοίκησης, αλλά κυρίως από την αναχρονιστική και καταστροφική λειτουργία συγκεκριμένων ομάδων που καλλιεργούν γενικά και αόριστα την μεταλλειοφοβία. Διότι είναι σαφές ότι στους κοιτασματολογικούς τύπους που απαντούν στην Ελλάδα ο χρυσός είναι βασικός οικονομικός στόχος στα επιθερμικά (π.χ. Πέραμα, Σάππες) και ορογενετικά μεταλλεύματα, ενώ συνοδεύει την οικονομικότητα των μετασωματικών πολυμεταλλικών (π.χ. Ολυμπιάδα) και πορφυρικών χαλκού (π.χ. Σκουριές, Γερακαριό, Ποντοκερασιά). Γεγονός που σημαίνει διαφορετικές γεωλογικές και γωχημικές συνθήκες, ξεχωριστή ορυκτολογική σύσταση και «ως εκ τούτου» διαφοροποιημένες σε κάθε περίπτωση διαδικασίες εμπλουτισμού, μεταλλουργίας και γενικότερα παραγωγής, διαφορετικό χημισμό τελμάτων, αλλά και αντίστοιχα άλλες περιβαλλοντικές επιπτώσεις και μεθόδους διαχείρισης αποβλήτων.
Τρέχουσες μεταλλευτικές επενδύσεις
Μεταλλεύματα νικελίου και αλουμινίου, με κυρίαρχη βιομηχανική παρουσία σε παγκόσμιο επίπεδο, μολύβδου, ψευδαργύρου, χαλκού, χρυσού και αργύρου, καθώς και δυναμικές κοιτασματολογικές πηγές αντιμονίου και σπανίων γαιών, συνθέτουν στο σύνολο τους ένα αποθεματικό και πλουτοπαραγωγικό μέγεθος του οποίου η ακαθάριστη/μικτή μεταλλευτική αξία ξεπερνά τα 80 δισ. ευρώ. Με δεδομένη την συγκεκριμένη οικονομική διάσταση, η αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών μπορεί να συμβάλλει άμεσα και αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση της σημερινής κρίσης, και να δημιουργήσει νέες θέσεις απασχόλησης. Οι ευνοϊκές κοινωνικό-οικονομικές συνθήκες που αναμφίβολα προκύπτουν θα συνεισφέρουν πολλαπλάσια και πολύπλευρα στην ευημερία των πολιτών. Σήμερα η ελληνική εξορυκτική βιομηχανία ΟΠΥ απασχολεί περίπου 15.000 εργαζόμενους, ενώ στις νέες μεταλλευτικές επενδύσεις της Χαλκιδικής, του Έβρου, της Ροδόπης και μελλοντικά του Κιλκίς, θα προστεθούν στα επόμενα πέντε χρόνια, πέρα των 700 περίπου που απασχολούνται τώρα, άλλες 2.500 θέσεις εργασίας. Και βέβαια, σύμφωνα με την διεθνή πρακτική και εμπειρία προβλέπεται και αναμένεται να προκύψουν ακόμη άλλες 4-5.000 ευκαιρίες έμμεσης απασχόλησης. Δημιουργούνται έτσι οι προϋποθέσεις μιας άλλης βιώσιμης και δυναμικής αναπτυξιακής προοπτικής της χώρας, συμπεριλαμβανομένου του υπέρτατου δικαιώματος εργασίας πολλών ανέργων πολιτών, αλλά και επαγγελματικής αποκατάστασης νέων επιστημόνων και τεχνικών.
Η βάσιμη λοιπόν προοπτική αξιοποίησης του ελληνικού Ορυκτού Πλούτου, και αυτό δεν αποτελεί μια θεωρητική και αποσπασματική προσέγγιση, αλλά είναι αποτέλεσμα συστηματικής και μεθοδολογικής ενασχόλησης με εργασίες πεδίου, εργαστηριακές αναλύσεις και μελέτες οικονομικής γεωλογίας, στο πλαίσιο υλοποίησης έργων κοιτασματολογικής έρευνας του ΙΓΜΕ σε πολλές περιοχές της Β. Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένης της ΒΑ Χαλκιδικής, όπου με τις σημερινές τιμές και τα εμπορεύσιμα μέταλλα και προϊόντα εμπλουτισμού που θα προκύψουν η συνολική αξία των γνωστών μεταλλευμάτων ξεπερνά τα 13 δισ. ευρώ. Γενικά το βεβαιωμένο μεταλλευτικό δυναμικό, αλλά πολύ περισσότερο τα προγνωστικά και «εν δυνάμει» κοιτασματολογικά αποθέματα, αποτελούν μία βιώσιμα αξιοποιήσιμη και ανταγωνιστική πλουτοπαραγωγική πηγή για την Ελλάδα, ικανή να αλλάξει γρήγορα και αποτελεσματικά τα αναπτυξιακά της δεδομένα, προσδίδοντας μεταξύ άλλων χαρακτηριστικά υψηλής προστιθέμενης αξίας στην περιφερειακή οικονομία και την τοπική κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση σε πολύ λίγα σημεία του πλανήτη, ή αν θέλετε πολύ λίγες χώρες, θα άφηναν αναξιοποίητα ανάλογα μεταλλευτικά μεγέθη ή ακόμη και λιγότερο πλούσια κοιτάσματα, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με την έντονη παραγωγική εκμετάλλευση μικρότερων κοιτασμάτων που παρατηρείται στην Σουηδία και την Φινλανδία. Το πρόβλημα σήμερα δεν είναι τόσο η διαχείριση και αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων αλλά ο εντοπισμός κοιτασμάτων με πλούσιο μεταλλευτικό δυναμικό που διασφαλίζει εκμεταλλεύσιμα αποθέματα. Η πολυδιάστατη αναπτυξιακή προοπτική μιας περιοχής με την δυνατότητα να αξιοποιεί όλα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει αποτελεί βέλτιστη πράκτική παραγωγικής οικονομίας και δημιουργίας απασχόλησης. Παραδείγματα πετυχημένων συνδυασμών υπάρχουν πολλά και στην Ελλάδα και αλλού, όπως στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και στην Φινλανδία. Στην τελευταία το μεταλλείο χρυσού στο Κίτιλε συνυπάρχει και είναι μετά δύο χρόνια παραγωγικής λειτουργίας, ήδη ανταγωνιστικό με την εδώ και χρόνια εδραιωμένη τουριστική βιομηχανία στην περιοχή. Είναι φανερό ότι η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου δημιουργεί ανταγωνιστική οικονομία, προσφέρει σταθερή απασχόληση και προστατεύει το περιβάλλον. Με άλλα λόγια διασφαλίζει με απόλυτο τρόπο τους όρους της Βιώσιμης ή όπως ορισμένοι αρέσκονται να αποκαλούν Πράσινης Ανάπτυξης.
Νέες τεχνολογίες
Τελευταία γίνεται κάποια κουβέντα για την μεταλλουργική μέθοδο της Ακαριαίας Τήξης, που επιλέχθηκε σαν η καταλληλότερη για να παρθεί ο χρυσός από δύο διαφορετικού τύπου μεταλλεύματα (το χαλκούχο των Σκουριών και το μόλυβδο-ψευδαργυρούχο της Ολυμπιάδας), χωρίς την χρήση κυανίου. Πρόκειται για μια πρωτοποριακή, πρωτότυπη και καινοτόμο τεχνολογία που κατορθώνει να πολλαπλασιάσει τον πλούτο της περιοχής, αφού μαζί με τα συμπυκνώματα μολύβδου και ψευδαργύρου, θα παράγονται χαλκός, χρυσός και άργυρος, πέντε δηλαδή συνολικά προϊόντα που διασφαλίζουν σε μεγάλο βαθμό την βιωσιμότητα της εκμετάλλευσης, την ανταγωνιστικότητα της επένδυσης και την σταθερότητα της απασχόλησης. Και όλα αυτά με χαμηλό τεχνολογικό και παραγωγικό ρίσκο, και ορατή φιλική σχέση με το περιβάλλον και τον άνθρωπο. Οι πιλοτικές δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν από ξένη εταιρία με υψηλό τεχνογνωσιακό επίπεδο και εμπειρία στην συγκεκριμένη μεταλλουργική μέθοδο ήταν επιτυχείς και αυτός ήταν ο βασικός λόγος που οι επενδυτές την εμπιστεύτηκαν για να προχωρήσουν στην υλοποίηση μιας από τις μεγαλύτερες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες στην χώρα. Και αυτό αφορά τόσο στο συνολικό επενδυτικό κεφάλαιο, όσο και στο πλουτοπαραγωγικό μέγεθος αλλά και στις πολλές και νέες ευκαιρίες εργασίας που θα προκύψουν.
Περιβαλλοντική διάσταση
Η περιβαλλοντική διάσταση δηλαδή, με άλλα λόγια η ποιότητα ζωής, αποτελεί σημαντική και αναπόσπαστη παράμετρο κάθε ανθρωπογενούς δραστηριότητας. Οι επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον συνοδεύουν κάθε είδους παραγωγική / βιομηχανική δραστηριότητα. Το ζητούμενο λοιπόν είναι να εφαρμοσθούν τεχνολογίες, να αναδειχθούν αξιόπιστοι μηχανισμοί παρακολούθησης και να τηρηθούν κανόνες για να ελαχιστοποιηθούν, και όπου είναι δυνατόν, να εκμηδενισθούν οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι και απειλές. Η «ευρωποποίηση» του περιβάλλοντος έχει φέρει και θέσει σε εφαρμογή την θέσπιση αυστηρών μέτρων για την προστασία του εξορυκτικού και μεταλλευτικού περιβάλλοντος. Η απόλυτη τήρηση των περιβαλλοντικών όρων που επιβάλλονται εγγυώνται ασφαλή λειτουργία της μεταλλευτικής παραγωγής, και θωρακίζουν το περιβάλλον και τον άνθρωπο από «εν δυνάμει» απειλές και επιπτώσεις.
Η μεταλλευτική βιομηχανία, λόγω και της μεγάλης κοινωνικής πίεσης που δέχεται σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει εντάξει τις νέες τεχνολογίες στο σύνολο της παραγωγικής της διαδικασίας περισσότερο ίσως από κάθε άλλη βιομηχανική δραστηριότητα. Και βέβαια στα θέματα περιβαλλοντικής πρακτικής, όπως για παράδειγμα είναι η διαχείριση των εξορυκτικών αποβλήτων, καθοδηγείται, παρακολουθείται και ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό από την σχετική εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία, αλλά και τους αυστηρούς περιβαλλοντικούς όρους που επιβάλλονται στο πλαίσιο δημόσιων διαβουλεύσεων, και την πιστή τήρηση των οποίων αναλαμβάνει να εποπτεύει θεσμοθετημένη επιτροπή στην βάση ανεξάρτητης και αυτόνομης λειτουργίας με την συμμετοχή εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η Οδηγία για την διαχείριση των μεταλλευτικών αποβλήτων, μαζί με την έκθεση για τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, αποτελούν πλέον σημαντική δέσμευση και υποχρέωση για την παραγωγική λειτουργία κάθε εξορυκτικού έργου. Στην κατεύθυνση και εξέλιξη αυτή η μελλοντική πορεία της μεταλλευτικής βιομηχανίας διαγράφεται ανοδική και βιώσιμη.
Οι Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) που συνοδεύουν και τελικά επικυρώνουν η μη την αδειδότηση των μεταλλευτικών επενδύσεων συνιστούν ολοκληρωμένα εργαλεία επιστημονικών, μεθοδολογικών και διοικητικών προσεγγίσεων που καλούνται να διαμορφώσουν και να καθορίσουν το πλαίσιο ορθολογικής και της βέλτιστης δυνατής αξιοποίησης ενός κοιτάσματος, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγικής λειτουργίας, αλλά και των διαδικασιών αποτελεσματικού ελέγχου, παρακολούθησης και αποκατάστασης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως προκύπτουν από συγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους που σε κάθε περίπτωση επιβάλλονται.
Επίλογος
Σίγουρα υπάρχουν πολλές και ακόμη περισσότερες αναπτυξιακές προκλήσεις και ευκαιρίες. Όλες συνολικά, όπως και οι μεταλλευτικές δραστηριότητες, χρειάζονται την εμπιστοσύνη, την συνεργασία, και την ενεργό παρουσία και συμμετοχή όλων των πολιτών, ιδιαίτερα αυτών που ζουν και δραστηριοποιούνται στους γειτονικούς γεωγραφικά χώρους. Μοναδικός και κυρίαρχος στόχος πρέπει να είναι το πρωτογενές πλεόνασμα, η μόνιμη απασχόληση και η παρατεταμένη αναπτυξιακή άνοιξη.
Η χώρα μας διανύει σήμερα μια δύσκολη οικονομική περίοδο με βαθειά κρίση και αμφισβήτηση των πολιτικών αξιών, κοινωνική εξόντωση, ανασφάλεια και περιθωριοποίηση, επέλαση στην οικογενειακή συνοχή και καθημερινή ισορροπία, και διαρκή απειλή από τον βαρύ και μακρύ Ελληνικό χειμώνα της ανεργίας. Εξελίξεις και γεγονότα που μπορεί να καταστρέψουν ανεπανόρθωτα τα δημοκρατικά θεμέλια και τον δημιουργικό ιστό αυτής της χώρας. Μοναδική ελπίδα και οξυγόνο ζωής η απασχόληση, η επαγγελματική αποκατάσταση των νέων ανθρώπων και το όραμα για ένα καλύτερο αύριο. Το δικαίωμα της εργασίας, είναι και παραμένει βαθειά ανθρωποκεντρικό, και αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα και προοδευτική επιλογή. Όλα τα άλλα έπονται, αφού βέβαια διευκρινιστεί και τονισθεί για άλλη μια φορά ότι οι ανεπτυγμένες και οικονομικά ισχυρές κοινωνίες διαθέτουν υψηλότερη οικολογική συνείδηση και πρακτική, σε σχέση αυτές που αντιμετωπίζουν προβλήματα συνοχής και σταθερότητας. Με άλλα λόγια η απασχόληση εγγυάται καλύτερο περιβάλλον, ενώ η ανεργία το πλήττει.