Σάββατο 14 Μαΐου 2016

Χαλκιδική 4: Γεω-τουριστική Σιθωνία – όπου και και να πας συναντάς το Γρανίτη

Οι γρανίτες δημιουργούνται και σχηματίζονται στο γεωτεκτονικό περιβάλλον σύγκλισης και σύγκρουσης λιθοσφαιρικών πλακών. Συγκεκριμένα εντοπίζονται στην πλευρά της πλάκας που «δέχεται» την σύγκρουση και όχι στη βυθιζόμενη. Εκεί διαμορφώνονται ευνοϊκότερες από κάθε άποψη συνθήκες, κυρίως σε σχέση με την παρουσία ρηξιγενών ζωνών που διευκολύνουν την ανοδική μεταφορά λιωμένης μάζας της πλάκας που βυθίζεται, σε βάθη με θερμοκρασίες τήξης. Στην Ελλάδα εδώ και περίπου 50 εκ. χρόνια, αμέσως μετά το κλείσιμο του ωκεανού της Τυθήος, που υπήρχε στην περιοχή για περισσότερα από 150 εκ. χρόνια, λειτουργεί το γεωτεκτονικό καθεστώς σύγκλισης και βύθισης της αφρικανικής λιθοσφαιρικής πλάκας κάτω από την ευρασιατική.  Στη ζώνη επαφής και σύγκλισης των δύο πλακών, που τοθετείται νότια της Κρήτης, η πρώτη βυθίζεται με ταχύτητα περίπου 4,5 εκατοστών το χρόνο. Η Β. Ελλάδα λοιπόν είναι τμήμα της ευρασιατικής πλάκας όπου, όπως αναφέρεται παραπάνω, είναι γεωλογικά απόλυτα αναμενόμενος και φυσιολογικός ο σχηματισμός  ηφαιστειακών και γρανιτικών πετρωμάτων με διαχρονική παρουσία εδώ και περίπου 50 εκ. χρόνια. Στην πρώτη ομάδα γρανιτών, με ηλικία μεγαλύτερη των 40 εκ. χρόνων, ανήκει και ο γρανίτης Σιθωνίας, όπως και αυτός της Ιερισσού.

Η γεωλογία χαρακτηρίζει και αναδυκνύει σε μεγάλο βαθμό την μορφολογία, το υπόβαθρο και γενικά τη φυσιογνωμία ενός τόπου. Στη Σιθωνία η σχέση αυτή είναι περισσότερο από εμφανής. Ο γρανίτης και η γεωλογική  παρέα του βρίσκονται παντού. Στην αρχή, στο κέντρο, στα πλάγια και στις άκρες της χερσονήσου. Φτιάχνει βουνά, ομαλές πλαγιές, βραχονησίδες και αμμουδιές. Χτίζει σπίτια, στρώνει δρόμους, και τεχνοτροπεί δημιουργώντας γλυπτά καλλιτεχνήματα. Και όλα μέσα από μια άναρχη και συχνά βίαιη γρανιτένια σχέση με τη θάλασσα, την βιοποικιλότητα και τον άνθρωπο. Με τις διάσημες και δημοφιλείς ακτές, το γνωστό διεθνώς κρασί και τα χωριά της. Είναι στη Σιθωνία που μάλλον ταιριάζει στο καθομιλούμενο, «λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και το αγόρι μου». Και όλα αυτά λόγω της γεωλογίας. Γιατί η Σιθωνία είναι ο γρανίτης της και χωρίς αυτόν δεν θα ήταν ποτέ η ίδια. Και βέβαια αν και δυναμικός και γεωλογικά πάντα απαιτητικός και διεκδικητικός, ο γρανίτης έδωσε σκληρή μάχη με τα παλαιότερα πιο «γέρικα» και κάπως ταλαιπωρημένα πετρώματα, πήρε τον χώρο και τον όγκο που χρειαζότανε και τελικά επικράτησε με κυριαρχικό τρόπο. Μια επισοδειακή αντιπαράθεση που ξεκίνησε με όχι και τόσο φιλκές διαθέσεις και προθέσεις, αλλά που στη συνέχεια έγινε αρμονικότερη φαίρνοντας το γρανίτη σε διακριτική επαφή με σχηματισμούς και πετρώματα που τα περισσότερα αποτελούν διαρρηγμένα, κατακερματισμένα και τεκνονικά επωθημένα τμήματα ωκεάνιου φλοιού της Τυθήος.

Ο γρανίτης λοιπόν, πιο «νέος» και  δυνατός, αλλά και πιο συνεκτικός και διεισδυτικός, λόγω της γεωλογικής του προέλευσης, σπρώχνει συχνά για να περάσει με την έπαρση ενός ιμπεριαλιστή κατακτητή. Γιατί ο γρανίτης όταν πάρει φόρα παίρνει και παρασέρνει ότι βρει μπροστά του και στο δρόμο του. Δεν τον σταματά τίποτα. Με άλλα λόγια επιβάλλει και επιβάλλεται. Στην περίπτωση της Σιθωνίας αυτό βγήκε βέβαια σε καλό γιατί είναι αυτός που κάνει τα πράγματα διαφορετικά και τελικά προσθέτει την τουριστική αξία που έχει η περιοχή.  Γιατί  λόγω αυτής της συμπεριφοράς του, αναπτύσσονται και εμφανίζονται εντυπωσιακές δομές και κάθε είδους λιθολογικές επαφές που χαρακτηρίζουν και ανάγονται στη γεωλιογική ιστορία και εξέλιξη της περιοχής. Με τα πετρώματα αυτά στο υπέδαφος της, αλλά και τον γρανιτογενή εδαφολογικό της πλούτο η Σιθωνία ξεχωρίζει τόσο για τις ιδιαίτερες φυσικές ομορφιές που χαρίζει ο γρανίτης, όσο για παράδειγμα και τους αμπελώνες της, καθώς και τα πέρίφημα κρασιά που αυτοί παράγουν.

Λίγοι είναι οι έλληνες, αλλά και πολλοί ξένοι, που δεν γνωρίζουν τις Καβουρότρυπες, τη Τορώνη και το κάστρο της, το Μαρμαρά, τον Αρμενιστή, τον παραδοσιακό Παρθενώνα. Το Πόρτο Καρράς και τα γειτονικά κρασιά.

Και βέβαια ακόμη και κοιτασματολογικά ο γρανίτης Σιθωνίας είναι ένας απο τους καλύτερους διακοσμητικούς γρανίτες στην Ελλάδα, και φιλοξενεί στο εσωτερικό του πετρώματα με βιομηχανικά ενδιαφέροντες αστρίους.