Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2012

12+3 (ΔΗΛΑΔΗ 15) ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΣΧΕΔΙΑΖΕΤΑΙ ΣΤΟ ΚΙΛΚΙΣ

Εδώ και δύο περίπου μήνες, από την στιγμή που γνωστοποιήθηκε, μέσω σχετικής δημόσιας διαβούλευσης, η πρόθεση του ΥΠΕΚΑ να προκαλέσει επενδυτικό ενδιαφέρον για την αξιοποίηση κοιτασματολογικών συγκεντρώσεων χαλκού-χρυσού στο Κιλκίς, οι πολίτες της περιοχής υπήρξαν αποδέκτες συστηματικής παραπληροφόρησης, καθώς και κινδυνολογικών σεναρίων, μακριά από τα πραγματικά δεδομένα και την επιστημονική αλήθεια και τεκμηρίωση. Οι μεθοδεύσεις αυτές εντάθηκαν μετά την δημοσιοποίηση του διαγωνισμού για την εκμίσθωση του Δημόσιου Μεταλλευτικού Χώρου (ΔΜΧ) Γερακαριού-Βάθης στην Περιφερειακή Ενότητα Κιλκίς, με στόχο την κοιτασματολογική έρευνα για τον εντοπισμό και παραπέρα παραγωγική αξιοποίηση εκμεταλλεύσιμων αποθεμάτων χαλκού-χρυσού. Η κατάσταση αυτή, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η διάδοση και διάχυση αρνητικών πληροφοριών έχει μεγαλύτερη διεισδυτικότητα στην κοινωνική βάση, επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τις απόψεις και την γενικότερη αντίληψη ορισμένων κατοίκων του Δήμου Κιλκίς και ευρύτερα, με αποτέλεσμα την αλλοίωση και διαστρέβλωση των πραγματικών γεγονότων και της αλήθειας. Έστω και σε αυτή την καθυστερημένη φάση εξέλιξης της διαδικασίας, με απόψεις που σε μεγάλο βαθμό έχουν διαμορφωθεί και εγκλωβισθεί σε αδιέξοδους και επικίνδυνους ατραπούς, για λόγους επιστημονικής δεοντολογίας, αλλά κυρίως ανάγκης και υποχρέωσης για την κατάθεση αντικειμενικής και αξιόπιστης ενημέρωσης παρουσιάζονται παρακάτω ορισμένα στοιχεία για την φυσιογνωμία, το περιεχόμενο και τα στάδια των ερευνητικών εργασιών και της παραγωγικής αξιοποίησης που χαρακτηρίζουν και αφορούν στην εκμετάλλευση πορφυρικών κοιτασμάτων χαλκού-χρυσού.

1) Οι Ορυκτές Πρώτες Ύλες (ΟΠΥ) αποτελούν βασικό αντικείμενο και κυρίαρχο αναπτυξιακό στόχο της νέας ευρωπαϊκής στρατηγικής με ορίζοντα το 2020 και βασική επιλογή και επιδίωξη για τα κράτη μέλη,

• να αξιοποιήσουν αποτελεσματικότερα τις ΟΠΥ
• να διαχειριστούν με βιώσιμο τρόπο τις ΟΠΥ που διαθέτουν στο σύνολο του κύκλου ζωής τους (εξόρυξη, κατανάλωση στην παραγωγική λειτουργία, χρήση, ανακύκλωση)
• να αναπτύξουν και να εφαρμόσουν νέες φιλικές στο περιβάλλον τεχνολογίες κοιτασματολογικής έρευνας, εξόρυξης, επεξεργασίας-εμπλουτισμού-μεταλλουργίας και διαχείρισης αποβλήτων έτσι ώστε η παραγωγική εκμετάλλευση σε συνδυασμό με τη βιώσιμη χρήση των ΟΠΥ να ολοκληρώνει και να κλείνει με αποτελεσματικό τρόπο τον κύκλο ζωής τους.

Η εξέλιξη και η προοπτική αυτή είχε σαν αποτέλεσμα, την περασμένη δεκαετία του '00, αύξηση της επενδυτικής κινητικότητας στην αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου με την ανάπτυξη πολλών νέων μεταλλείων στην Φινλανδία, Σουηδία, Πορτογαλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ισπανία, Τουρκία, Γερμανία, Γροιλανδία, και Πολωνία στην Ευρώπη (βλ. http://www.mining
technology.com/projects/region/europe/). Η Ελλάδα δεν ανταποκρίθηκε στην νέα αυτή αναπτυξιακή πρόκληση παρά το γεγονός ότι η χώρα διαθέτει σημαντικά αποθέματα ορυκτών ικανών να συνεισφέρουν αποτελεσματικά στην αναβίωση της σχεδόν ανύπαρκτης ακόμα και σήμερα παραγωγικής οικονομίας. Και βέβαια καμία προσπάθεια νέας μεταλλευτικής επένδυσης δεν ολοκληρώθηκε ούτε στα 10 τελευταία και πλέον χρόνια.

2) Μετά το 2004 παρατηρείται προοδευτική αύξηση των τιμών του χαλκού και χρυσού για διαφορετικούς σε κάθε περίπτωση λόγους. Οι ανάγκες της Κίνας σε χαλκό είναι διπλάσιες των ποσοτήτων που παράγει με αποτέλεσμα να καταναλώνει περίπου το 25% της παγκόσμιας παραγωγής, γεγονός που σε συνδυασμό με την προβλεπόμενη αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης από 14,8 εκ.τ. το 2000 σε 27,1 το 2050, αλλάζει τους εμπορικούς συσχετισμούς με αποτέλεσμα την περιορισμένη διάθεση χαλκού στην Ευρώπη. Λόγω της διεθνούς οικονομικής κρίσης και του ασφαλούς επενδυτικού «καταφυγίου» που προσφέρει ο χρυσός η αξία του κίτρινου μετάλλου κινείται εδώ και τέσσερα χρόνια σε σταθερά υψηλά επίπεδα και οδεύει ολοταχώς προς την μέχρι πρότινος άπιαστη, σχεδόν μυθική τιμή των 2.000 δολαρίων η ουγγιά.

3) Οι νέες αυτές οικονομικές συνθήκες, οι δυνατότητες που προσφέρουν πλέον οι νέες τεχνολογίες εξόρυξης, εμπλουτισμού και μεταλλουργίας, οι διαρκώς αυξανόμενες περιβαλλοντικές πιέσεις και οι αυστηρές θεσμοθετημένες πολιτικές στην Ευρώπη και παγκόσμια, το νέο καθεστώς και πλαίσιο βιώσιμης λειτουργίας και εταιρικής ευθύνης, δημιουργούν, σε πολλές περιπτώσεις αξιοποίησης ΟΠΥ, νέα αναπτυξιακά δεδομένα, με αποτέλεσμα την ανάγκη επικαιροποίησης της κοιτασματολογικής τους αξιολόγησης. Στην κατεύθυνση αυτή εντάσσεται και το δυναμικό ενδιαφέρον παραγωγικής εκμετάλλευσης που προκύπτει για τον Δημόσιο Μεταλλευτικό Χώρο (ΔΜΧ) που φιλοξενεί τα πορφυρικά κοιτάσματα χαλκού-χρυσού στη Βάθη, το Γερακαριό και Μυλοχώρι.

4) Οι μεταλλοφορίες Βάθης, Γερακαριού και Μυλοχωρίου ανήκουν στην κατηγορία των πορφυρικών κοιτασμάτων χαλκού-χρυσού που για πολλές δεκαετίες αποτελούν την κυρίαρχη πρώτη ύλη από την οποία προέρχεται το 60% και πλέον της παγκόσμιας παραγωγής χαλκού. Μετά περίπου το 1990, η τεχνολογική εξέλιξη και πρόοδος στις μεθόδους επεξεργασίας δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την ένταξη και του χρυσού σαν παραπροϊόν στην παραγωγική διαδικασία του χαλκού. Το γεγονός αυτό μετέτρεψε και αναθεώρησε σε μεγάλο βαθμό την οικονομοτεχνική προσέγγιση και αποθεματική βιωσιμότητα των κοιτασμάτων αυτών. Η παρουσία οικονομικά εκμεταλλεύσιμων συγκεντρώσεων χαλκού και χρυσού αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό των πορφυρικών μεταλλευμάτων της λεγόμενης Κάρπαθο-Βαλκανικής ζώνης στην οποία εκτός από τις περιπτώσεις Βάθης, Γερακαριού και Μυλοχωρίου ανήκουν και οι μεταλλοφορίες των Σκουριών (Χαλκιδική), Ποντοκερασιάς (Κιλκίς), και βορειότερα πολλές άλλες περιοχές με ενεργά, ήδη από δεκαετίες, μεταλλεία στα Σκόπια, στην Σερβία και την Ρουμανία (Buchim, Borov Dol κ.α.). Χαρακτηριστικό επίσης γνώρισμα των πορφυρικών συστημάτων είναι η σχεδόν σωληνοειδής μορφή και κατακόρυφη δομή τους που σε πλήρη ανάπτυξη μπορεί να φθάνει ένα μέσο βάθος 4-6 χιλιομέτρων.

5) Στην περίοδο 1980-1990, το ΙΓΜΕ πραγματοποίησε γεωλογικές-κοιτασματολογικές χαρτογραφήσεις, γεωχημικές έρευνες και γεωφυσικές διασκοπήσεις. Από τις εργασίες αυτές προκύπτουν τρεις περιοχές υψηλού κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος
• ΒΔ της Βάθης,
• ΒΑ του Γερακαριού, και
• ενδιάμεσα του Μυλοχωρίου και Αντιγόνειας.

6) Επίσης εκπόνησε μελέτη δυνατότητας αξιοποίησης των μεταλλοφόρων συγκεντρώσεων πορφυρικού χαλκού των περιοχών Γερακαριού και Μυλοχωρίου, στην βάση ερευνητικών γεωτρήσεων περιορισμένου βάθους (μικρότερου των 100 μέτρων), που εκτέλεσαν ιδιωτικές εταιρίες στην δεκαετία του 1970 υπολογίζοντας τα συνολικά πιθανά αποθέματα, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που αναφέρονται για την Βάθη, σε περίπου 28 εκ. τόνους με περιεκτικότητες που κυμαίνονται από 0,30-0,35% χαλκό και ενδεικτική μέση τιμή χρυσού 0,8 γραμμάρια στον τόνο. Οι συγκεντρώσεις αυτές αφορούν κυρίως στο οξειδωμένο τμήμα των μεταλλοφόρων σωμάτων το οποίο εκτείνεται μέχρι περίπου 100 μέτρα βάθος και υπέρκειται του πλουσιότερου σε χαλκό και χρυσό θειούχου μεταλλεύματος.

7) Το τμήμα της θειούχου μεταλλοφορίας χαλκού-χρυσού, με κύριο μεταλλικό ορυκτό τον χαλκοπυρίτη και προτεινόμενο βαθύτερο επίπεδο εκμετάλλευσης τα 500 μέτρα, αποτελεί τον βασικό κοιτασματολογικό στόχο του ερευνητικού προγράμματος που προβλέπεται στην προκήρυξη. Ενδεχόμενος εντοπισμός αποθεμάτων της τάξης των 60 εκ. τόνων, με περίπου 0,4 % χαλκό και 0,4 γρ. στον τόνο χρυσό, θα διασφάλιζε σε μεγάλο βαθμό την οικονομική βιωσιμότητα και την προοπτική εκμετάλλευσης σε όλες, αλλά και σε μία ή δύο από τις τρεις περιοχές.

Ι. ΕΡΕΥΝΑ (5 ΧΡΟΝΙΑ)

8) Οι επιτόπιες ερευνητικές εργασίες προβλέπεται να περιορισθούν στα 15-10.000 από τα 90.000 στρέμματα της συνολικής έκτασης του ΔΜΧ, ήδη από την πρώτη μέρα του ερευνητικού προγράμματος. Κατά την πρώτη πενταετία των κοιτασματολογικών ερευνών, οι εργασίες που είναι απαραίτητο να εκτελεστούν, με στόχο την αύξηση του σημερινού αποθεματικού δυναμικού, περιλαμβάνουν:

• γεωλογικές-κοιτασματολογικές χαρτογραφήσεις μεγάλης κλίμακας (1:500, 1:1.000, 1:2.000) με εφαρμογή καινοτόμων τεχνολογικών εργαλείων,
• γεωχημεία εδάφους ή/και λιθογεωχημεία τακτικού σταδίου (σε κάναβο), γεωφυσικές μέθοδοι με μεγάλο βάθος διασκόπισης (πιθανότατα και αερο –
• γεωφυσικές μετρήσεις με χρήση ελικοπτέρου),
• δειγματοληψίες τρανσερών (μικρών εκσκαφών),
• ερευνητικές πυρηνοληπτικές γεωτρήσεις σε κάναβο με παράλληλη δειγματοληψία,
• δοκιμές επεξεργασίας, καθώς και
• σύνταξη οικονομοτεχνικής μελέτης αξιοποίησης.

Λόγω των προαναφερόμενων δομικών χαρακτηριστικών του συγκεκριμένου τύπου κοιτασμάτων η έρευνα θα επικεντρωθεί αποκλειστικά στην αύξηση των αποθεμάτων με βάση την κατακόρυφη εξέλιξη των μεταλλοφόρων σωμάτων από την επιφάνεια μέχρι τα βάθη 500-700 μέτρων. Σε κάθε περίπτωση δεν αναμένεται να υπάρξει, πέρα από τη γνωστή από τις μέχρι σήμερα έρευνες, νέα περιμετρική ανάπτυξη της μεταλλοφορίας. Κατά συνέπεια, οι εκτάσεις των επιφανειακών επεμβάσεων εκτιμάται ότι θα είναι περιορισμένες στις γνωστές εμφανίσεις.

ΙΙ. ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ (25 ΧΡΟΝΙΑ)

9) Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του ΥΠΕΚΑ, οι εκτάσεις (σε στρ.) που καταλαμβάνουν οι μεταλλευτικές δραστηριότητες στην Ελλάδα, ανάλογα με το είδος τους (επιφανειακές-υπόγειες) είναι οι ακόλουθες:
1)
ΣΥΝΟΛΟ Μέση έκταση 249,72
Ελάχιστη 1,23
Μέγιστη 2.662,00
ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΕΣ Μέση έκταση 395,11
Ελάχιστη 14,50
Μέγιστη 2.662,00
ΥΠΟΓΕΙΕΣ Μέση έκταση 25,03
Ελάχιστη 1,23
Μέγιστη 102,00

Επομένως, η επιφάνεια επέμβασης μετά την έρευνα (6ο έτος και επόμενα), στη δυσμενέστερη περίπτωση της επιφανειακής εκμετάλλευσης και απόθεσης, σε ότι αφορά στις εξορυκτικές δραστηριότητες, στην εγκατάσταση της εργοστασιακής μονάδας, και στο χώρο απόθεσης στείρων, δε θα ξεπεράσει κατά μέγιστο τα 400+100+1000=1.500 στρέμματα, που αντιστοιχεί περίπου σε λιγότερο από το 2% της συνολικής επιφάνειας του ΔΜΧ.

10) Η διεθνής μεθοδολογία εξόρυξης στις περιπτώσεις των πορφυρικών κοιτασμάτων χαλκού-χρυσού συνδυάζει την επιφανειακή και υπόγεια εκμετάλλευση. Πρόκειται κατά βάση για υπόγεια μέθοδο εκμετάλλευσης, αφού αυτή εφαρμόζεται σε όλη τη διάρκεια ζωής του μεταλλείου, ενώ η επιφανειακή δραστηριότητα ολοκληρώνει το σκοπό της μετά από τα πρώτα, λιγότερα από 10 συνήθως, χρόνια, λόγω εξάντλησης του υπερκείμενου οξειδωμένου μεταλλεύματος. Στις περιπτώσεις των μεταλλοφόρων σωμάτων ΒΑ του Γερακαριού και ενδιάμεσα Μυλοχωρίου-Αντιγόνειας το χρονικό διάστημα επιφανειακής εξόρυξης αναμένεται να είναι ακόμη μικρότερο (5 χρόνια), λόγω μικρού αποθέματος, ενώ στην περίπτωση της Βάθης η μοναδική δυνατότητα είναι αποκλειστικά και μόνο αυτή της υπόγειας εκμετάλλευσης.

11) Τα υφιστάμενα οικονομοτεχνικά δεδομένα και οι κοιτασματολογικές εκτιμήσεις για το αποθεματικό δυναμικό που αναμένεται να εντοπισθεί υποστηρίζει σε μεγάλο βαθμό την κατασκευή και λειτουργία εργοστασίου εμπλουτισμού του μεταλλεύματος, αλλά μάλλον αποτρέπει την επένδυση μεταλλουργίας. Αυτό γιατί η υπολογιζόμενη δυναμικότητα παραγωγής χαλκού στην 25 ετία αναμένεται κάτω από 10.000 τόνους το χρόνο ποσότητα που είναι πάρα πολύ μικρή για να υποστηρίξει την ίδρυση μεταλλουργίας χαλκού, όπου από κάθε μονάδα παράγονται κατά παγκόσμιο μέσο όρο πάνω από 100.000 τόνοι χαλκού το χρόνο. Σε κάθε περίπτωση, τόσο στην διαδικασία εμπλουτισμού όσο και στη μη πιθανή μεταλλουργίας, δεν περιλαμβάνεται πουθενά διεθνώς ούτε προβλέπεται η χρήση κυανιούχων ενώσεων. Τα αντιδραστήρια που εντάσσονται στον εμπλουτισμό είναι συγκεκριμένα και μπορούν εύκολα να αναζητηθούν σε όλες τις μονάδες που διεξάγουν επεξεργασία μεταλλευμάτων πορφυρικού τύπου. Το τελικό συμπύκνωμα /εμπλούτισμα που παράγεται και διατίθεται εμπορικά στις περιπτώσεις αυτές, μπορεί να περιέχει 26 -40% χαλκό και 20-35 γρ./ τον. χρυσό. Αλλά και στην περίπτωση της μεταλλουργίας, η γνωστή Φινλανδική πυρομεταλλουργική τεχνολογία “Ακαριαία τήξη” (Flash smelting), που εφαρμόζεται σήμερα σε 26 μονάδες παγκόσμια και θεωρείται βέλτιστη Διαθέσιμη Τεχνική για τα μεταλλεύματα πορφυρικού χαλκού- χρυσού, είναι αποτελεσματική στην ανάκτηση ηλεκτρολυτικού χαλκού και των περιεχόμενων πολύτιμων μετάλλων από την ανοδική λάσπη, π.χ. χρυσός, άργυρος, πλατινοειδή, χωρίς καμία χρήση κυανιούχων ενώσεων. Επίσης θεωρείται φιλική στο περιβάλλον και ενεργειακά αποδοτική.

12) Τα στείρα εξόρυξης και τέλματα εμπλουτισμού έχουν χαρακτηριστικά αδρανών υλικών (S<0,1%) και το δυναμικό παραγωγής οξύτητας είναι 5 φορές μικρότερο από το δυναμικό εξουδετέρωσης (βλ. Μετρήσεις του ΕΜΠ στις Σκουριές Χαλκιδικής όπου τόσο το μετάλλευμα όσο και τα περιβάλλοντα πετρώματα είναι ίδια με αυτά του Κιλκίς) και άρα δεν παράγουν όξινη απορροή. Επίσης το αρχικό μετάλλευμα δεν περιέχει ούτε συνοδεύεται από σημαντικές συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων, όπως ο μόλυβδος, το κάδμιο ή το αρσενικό, αφού η γεωχημεία των πορφυρικών κοιτασμάτων χαλκού-χρυσού δεν έχει καμία ομοιότητα με αυτή των μικτών θειούχων και των «κλασσικών μεταλλευμάτων χρυσού όπως κάποιοι συχνά αναφέρουν αγνοώντας βασικές αρχές της κοιτασματολογικής, μεταλλευτικής και μεταλλουργικής επιστήμης. Για τον λόγο αυτό το ίδιο πολύ χαμηλές μέχρι μη ανιχνεύσιμες αναμένονται οι τιμές βαρέων μετάλλων στα στείρα εξόρυξης και τα τέλματα εμπλουτισμού, γεγονός που ελαχιστοποιεί και σχεδόν μηδενίζει τον κίνδυνο περιβαλλοντικών επιπτώσεων στα νερά και τα εδάφη της περιοχής

13) Η περιοχή στερείται σημαντικών αποθεμάτων νερού λόγω των υδρολιθολογικών συνθηκών που επικρατούν. Απαιτείται η εκπόνηση υδρογεωλογικής μελέτης στην βάση των «εν δυνάμει» επιπτώσεων που μπορεί να προκαλέσουν η κατάληψη γης από τις επιφανειακές εγκαταστάσεις και τις αντλήσεις για την ασφάλεια του μεταλλείου. Η μελέτη πρέπει να περιλαμβάνει έρευνες και αποτελέσματα που αφορούν στο υδατικό ισοζύγιο της λεκάνης, στον υπολογισμό του κώνου αποστράγγισης, στην διαχείριση των νερών στην ευρύτερη περιοχή και στον έλεγχο και παρακολούθηση της ποιοτικής τους κατάστασης. Ιδιαίτερη σημασία έχουν τα στοιχεία που αναφέρονται σε τυχόν ποσοτικές και ποιοτικές επιπτώσεις στο ισοζύγιο και τα υδατικά αποθέματα της λεκάνης του Γαλλικού λόγω των παρεμβάσεων που θα γίνουν στην υπολεκάνη Γερακαριού.

14) Ενδεχόμενη αξιοποίηση των συγκεκριμένων κοιτασμάτων θα συμβάλλει καθοριστικά στην περιφερειακή/τοπική οικονομία και απασχόληση. Η πρόβλεψη των ποσοτικών μεγεθών που θα προκύψουν δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί. Μία συγκριτική αναφορά σε σχέση με το μεταλλείο Κίτιλε της Φινλανδίας, όπου το μετάλλευμα είναι διαφορετικό αλλά το συνολικά ζητούμενο απόθεμα χρυσού περίπου το ίδιο, όπως ανάλογες είναι και οι μέθοδοι εξόρυξης, προκύπτει ότι εκεί απασχολούνται σήμερα 590 άτομα (86% από την ευρύτερη περιοχή), ο ετήσιος προϋπολογισμός («τζίρος») για το 2010 είναι 150 εκ. ευρώ και οι φόροι που προκύπτουν (προβλέπεται σύντομα να διπλασιασθούν) ανέρχονται σε 10 περίπου εκ. ευρώ, από τους οποίους τα 3 περίπου εκ. καταλήγουν στον τοπικό Δήμο.

15) Η μεταλλευτική παραγωγή θα αποτελέσει ένα νέο αναπτυξιακό δεδομένο σε μια περιοχή που έχει δρομολογήσει άλλες οικονομικές δραστηριότητες όπως είναι η γεωργία και η κτηνοτροφία. Το γεγονός αυτό πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ειδικής μελέτης ώστε να υπάρξει ο κατάλληλος σχεδιασμός για ορθολογικότερη κατανομή των χρήσεων γης. Αυτό είναι εφικτό και εφαρμόζεται διεθνώς, αλλά αποτελεί και επιταγή βέλτιστης πρακτικής για την μεταλλευτική δραστηριότητα στην Ευρώπη. Σε κάθε περίπτωση η πολυδιάστατη παρουσία και υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων, στο πλαίσιο αξιοποίησης των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της περιοχής συνολικά, θα αποτελέσει βασικό συστατικό και σταθερή προοπτική για την βιώσιμη ανάπτυξη της.

Γενικά, αυτό που ζητάει κανείς από μια αντιπαράθεση απόψεων και δημόσια διαβούλευση είναι να γίνονται με όρους επιστημονικής αρμοδιότητας και κοινωνικής ηθικής, κάτι που δυστυχώς δεν χαρακτηρίζει όλους αυτούς που βιάστηκαν να μεταφέρουν την ρητορική τους στο Κιλκίς με μοναδικό στόχο, όχι να ενημερώσουν αλλά να θορυβήσουν τους πολίτες της περιοχής. Γιατί όμως αυτή η αρνητική συμπεριφορά, η επιφυλακτική στάση και η εναντίωση κάθε προσπάθειας αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου της χώρας; Ποιοι μπορεί να είναι οι λόγοι; Μάλλον όχι οικολογικοί, αφού τα μεταλλεία μπορούν να λειτουργούν χωρίς προβλήματα τηρώντας μάλιστα, όπως άλλωστε συμβαίνει με κάθε ανθρωπογενή δραστηριότητα, τους αυστηρούς όρους και κανόνες που επιβάλλονται. Και βέβαια χρησιμοποιήθηκε όσο ήταν δυνατόν περισσότερο η κινδυνολογία του κυανίου, μια και αποτελεί βασικό θέμα της ατζέντας που εδώ και χρόνια παρουσιάζεται στον χώρο της Μακεδονίας και Θράκης. Μόνο που στην περίπτωση του Κιλκίς χρειαζότανε άλλη ατζέντα αφού το κυάνιο απουσιάζει παντελώς. Ούτε οικονομικοί , εθνικοί η τοπικοί φαίνεται να είναι οι λόγοι αφού δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για τον αναπτυξιακή βιωσιμότητα και ρόλο του ορυκτού πλούτου στην χώρα και τοπικά. Όποιοι όμως και αν είναι οι λόγοι (προφανώς μόνο οι ίδιοι τους ξέρουν), αυτό που τελικά διακυβεύεται είναι η προοπτική μιας καλύτερης ζωής για τους πολίτες της περιοχής, ειδικότερα για την νέα γενιά.