Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2011

ΤΟ «ΤΙΜΗΜΑ»ΤΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ

Η οικολογική κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος αποτελεί θέμα βασικής προτεραιότητας για τους περισσότερους πολίτες στον πλανήτη. Το πλειοψηφικό ρεύμα που δημουργεί και το μέγεθος της κοινωνικής βάσης που συμπαρασύρει βρέθηκαν πολύ γρήγορα στο επίκεντρο των οργανωμένων συμφερόντων. Για να προσαρμοσθούν στις νέες συνθήκες μεθοδεύουν τις κατάλληλες πολιτικές και οικονομικές ανακατατάξεις. Περιβάλλον και πολιτική γίνονται ταυτόσημες έννοιες. Το καθαρά ιδεολογικό πλαίσιο και η αθωότητα που χαρακτήριζε τα οικολογικά κινήματα διαδέχονται οι λεγόμενες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις(ΜΚΟ). Εύρωστοι οργανισμοί με μισθωτές υπηρεσίες και άριστες λειτουργικές υποδομές αποκτούν πολύ γρήγορα ισχυρή οικονομική εξουσία και διαπλέκουσες πολιτικές διασυνδέσεις. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η πρόσφατη ανακοίνωση μεγάλης περιβαλλοντικής οργάνωσης που δημοσιοποιεί ονομαστικό κατάλογο κατάταξης εταιρειών κινητής τηλεφωνίας σε σχέση με την λειτουργική ασφάλεια που παρέχουν στους χρήστες,αλλά και οι εισπρακτικές εξορμήσεις μιας άλλης στους δρόμους μεγάλων πόλεων για την ένταξη νέων συνδρομητών και μελών στο δυναμικό της. Την ίδια στιγμή περιβαλλοντικές οργανώσεις με την σημαία της οικολογίας εξελίσσονται σε πολιτικές παρατάξεις διεκδικώντας κυβερνητική εξουσία συχνά με συντηρητικές θέσεις σε άλλα σημαντικά κοινωνικά θέματα. Δεν έχει παρά να θυμηθεί κανείς τους χειρισμούς του «πράσινου» γερμανού υπουργού εξωτερικών στους βομβαρδισμούς σερβικών πόλεων. Η καιροσκοπική ενασχόληση με το Περιβάλλον αποτελεί κυρίαρχη επιλογή και για πρόσφατο «νομπελίστα» ο οποίος έχοντας εκτιμήσει έγκαιρα και σωστά την κοινωνική δυναμική της οικολογίας κατορθώνει να παραμένει στο προσκήνιο και την διεθνή δημοσιότητα. Είναι φανερό ότι το Περιβάλλον «πουλάει» και εξελίσσεται σε μέσο εκμετάλλευσης των απλών πολιτών. Η καθοδήγηση της κοινής γνώμης οδηγεί συχνά στην παρεμπόδιση αναπτυξιακών πρωτοβουλιών που δεν συμφέρουν στο «εν γένει» κατεστημένο. Η αντιφατική αντίληψη και προσεγγίσεις που χαρακτηρίζουν σήμερα τις πρακτικές των περιβαλλοντικών ΜΚΟ θέτουν σε διαρκή αμφισβήτηση την αντικειμενικότητα τους. Παρά τα λειτουργικά τους αδυναμίες οι θεσμοθετημένοι περιβαλλοντικοί φορείς παραμένουν περισσότερο αξιόπιστοι και αποτελεσματικοί. Έχοντας σαν βασικό εργαλείο τις ολοκληρωμένες ευρωπαικές πολιτικές για το περιβάλλον διαμορφώνουν σφαιρικότερη αντίληψη και προωθούν λύσεις που διασφαλίζουν την αναπτυξιακή βιωσιμότητα και την απασχόληση. Αντίθετα για τα μέλη των ΜΚΟ η σύγχυση είναι εμφανής, αφού την μια μέρα μπορεί να διαδηλώνουν για το περιβάλλον και την άλλη για την ανεργία. Η οικολογική ευαισθησία δεν επιδεικνύεται ούτε εμπορεύεται, είναι καθημερινή επιλογή και «παράθυρο» στην προόδο.

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2011

Γεω-Φυσικές και όχι Κλιματολογικές οι καταστροφές

“Οι πολίτες δεν πρέπει να αποπροσανατολίζονται ότι οι επιπτώσεις από τις φυσικές καταστροφές αντιμετωπίζονται μόνο επενδύοντας στην μείωση των αερίων θερμοκηπίου και την κλιματική σταθερότητα, ενώ την ίδια στιγμή η ανάδειξη και εφαρμογή μηχανισμών διαχείρισης κρίσεων και θωράκισης από τον πραγματικούς κινδύνους καθυστερούν”.

Η αλλαγή του παγκόσμιου κλίματος έχει την τελευταία και πλέον δεκαετία εξελιχθεί σε κυρίαρχο θέμα συζητήσεων.Για λόγους που δεν είναι απόλυτα τεκμηριωμένοι επιστημονικά δημιουργείται εσφαλμένα η εντύπωση ότι το όλο πρόβλημα είναι «ατμοσφαιρικό» ή αν θέλετε μετεωρολογικό, με κύρια αιτία το φαινόμενο του θερμοκηπίου.Βασικός ένοχος στην περίπτωση αυτή θεωρείται το διοξείδιο του άνθρακα(CO2)που εκπέμπεται από τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες και παγιδεύετε μαζί με άλλα αέρια του θερμοκηπίου στα κατώτερα τμήματα της ατμόσφαιρας προκαλώντας υπερθέρμανση του πλανήτη,έντονες κλιματικές αλλαγές και φυσικές καταστροφές. Η προσέγγιση αυτή χαρακτηρίζεται από πολλούς γεωεπιστήμονες, υπερβολικά απλουστευμένη και μονοδιάστατη. Η ιστορία της γης έχει δείξει ότι οι κλιματικές συνθήκες,το επίπεδο της επιφάνειας της θάλασσας(έχει ανυψωθεί για περισσότερες από 1000 φορές),η εξέλιξη της ζωής,η κατάσταση της ατμόσφαιρας έχουν υποστεί δυναμικές και διαρκείς αλλαγές στην διάρκεια του γεωλογικού χρόνου.

Κλιματικές αλλαγές από την μια, υπερθέρμανση του πλανήτη από την άλλη, καταστροφικά σενάρια που παίρνουν και δίνουν καθημερινά σε ένα «κλίμα» υστερίας και κάθε είδους εκμετάλλευσης. «STOP CLIMATE CHANGE» είναι το σύνθημα που ακούγεται ολοένα και περισσότερο . Αν βασικός στόχος είναι να τεθεί τέλος στις κλιματικές αλλαγές τότε έχει κάποιος να αντιμετωπίσει ένα υπερφυσικό πρόβλημα. Γιατί θα χρειασθεί να σταματήσει τις κινήσεις των λιθοσφαιρικών πλακών, να εμποδίσει τις υποθαλάσσιες εκχύσεις λάβας και τις μεταβολές των ωκεάνιων πυθμένων, να «φράξει» την διαφυγή αερίων θερμοκηπίου από τα ηφαίστεια, να αποτρέψει την γένεση των σεισμών, να ελέγξει τις αλλαγές του μαγνητικού πεδίου της γης, να ακινητοποιήσει το ηλιακό σύστημα και να απωθήσει την κοσμική ακτινοβολία. Η αλήθεια είναι ότι οι κλιματικές αλλαγές δεν εμφανίσθηκαν ξαφνικά σήμερα, το κλίμα της γης άλλαζε πάντοτε. Στην διάρκεια του γεωλογικού χρόνου υπήρξαν δεκάδες περίοδοι κλιματικών αλλαγών με θερμοκρασιακές μεταβολές πολύ μεγαλύτερες από τις σημερινές. Οι υδρατμοί αποτελούν το βασικό αέριο θερμοκηπίου. Χωρίς την παρουσία τους η μέση θερμοκρασία της γης θα έπεφτε στους πλην 18 βαθμούς κελσίου. Σε ότι αφορά στο διοξείδιο του άνθρακα της ατμόσφαιρας μόνο το 0,117% είναι ανθρωπογενούς προέλευσης. Από την άλλη πλευρά η φυσική παρουσία του τείνει αυξανόμενη στην ατμόσφαιρα εδώ και 4.600 εκατομμύρια χρόνια και ακόμη συνεχίζεται. Οι απόψεις που εκφράζονται σήμερα για τις κλιματικές αλλαγές δείχνουν έλλειψη γνώσης για το πώς λειτουργεί και δρα ένας δυναμικός πλανήτης σαν την γη. Η επιστημονική προσέγγιση και γνώση, είναι η μόνη που μπορεί να ακυρώσει την όποια μεθοδευμένη σκοπιμότητα. Η σημερινή προσέγγιση ότι οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες προκαλούν και είναι απκλειστικά υπύθυνες για τις κλιματικές αλλαγές στερείται επιστημονικής τεκμηρίωσης. Βέβαια αυτό δεν εμποδίζει την συνεχή εκμετάλλευση του θέματος η οποία αποκτά σε πολλές περιπτώσεις δογματικά χαρακτηριστικά και καλλιεργεί στρεβλές αντιλήψεις. Η ευαισθητοποίηση των πολιτών στην προστασία του περιβάλλοντος αποτελεί σημαντική υπόθεση όταν προσανατολίζεται και επικεντρώνεται στην πραγματική διάσταση και κλίμακα του προβλήματος.

Ένα ταξίδι στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα». Έτσι θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κάποιος τους ανούσιους και αδιέξοδους χειρισμούς για την προστασία του περιβάλλοντος. Όλα στον βωμό των σκοπιμοτήτων και του τυχάρπαστου «κέρδους». Την δεκαετία του εβδομήντα οι αντιδράσεις για την πυρηνική ενέργεια αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για τα κινήματα των «πρασίνων» και άλλων οικολογικών οργανώσεων. Σήμερα ακούγονται φωνές που δεν διστάζουν να την θεωρούν αποδεκτή λύση και να την χαρακτηρίζουν «πράσινη». Με αντίστοιχο τρόπο τα θέματα των αερίων θερμοκηπίου και των κλιματικών αλλαγών αποτελούν τις «παχιές αγελάδες» της εποχής μας με διάφορες ομάδες να τις «αρμέγουν» για διαφορετικούς η κάθε μια λόγους. Για τους «εν γένει» πολιτικούς είναι μια καλή ευκαιρία γα να δηλώσουν τις περιβαλλοντικές τους ανησυχίες. Πολλές επιστημονικές συντεχνίες ανακάλυψαν ένα «θησαυροφυλάκιο» που με σχετική ευκολία χρηματοδοτεί τα ερευνητικά τους προγράμματα. Μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις ανακοινώνουν την δέσμευση τους να συμβάλλουν στην μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και αποκτούν «διαβατήριο διεξόδου» από άλλες περιβαλλοντικές επιπτώσεις που προκαλούν. Οι οικολογικές οργανώσεις αξιοποιούν την περίσταση με νέα γενικόλογα σενάρια καταστροφολογίας που ενισχύουν την οικουμενική τους δυναμική, επιρροή και εξουσία. Αυτό που τελικά εισπράττει η κοινωνία παραμένει ανώφελο και κοινότυπο. Γιατί ύστερα από τόσες δεκαετίες χειραφέτησης, από άποψη αγωγής και νοοτροπίας, η καθημερινή μας σχέση με το περιβάλλον εξακολουθεί να μην αποτελεί προσωπική μας επιλογή και στάση αλλά να επιβάλλεται με σενάρια εκφοβισμού, καθώς και «αστυνομικά» μέτρα και πρόστιμα. Από την άλλη πλευρά οι φυσικές αλλαγές στον πλανήτη είναι μέρος της δυναμικής γεωλογικής του εξέλιξης. Σε μια τέτοια πορεία μπορεί να προκύψουν καταστροφικές επιπτώσεις. Οι πολίτες και η γη δεν κινδυνεύουν από το φαινόμενο του θερμοκηπίου και τις κλιματικές αλλαγές, αλλά από τις φυσικές καταστροφές. Απολογισμός με δεκάδες χιλιάδες ανθρώπινες απώλειες και κατάρρευση του κοινωνικοοικονομικού ιστού από τα τσουνάμι και τους πρόσφατους σεισμούς στην ΝΑ Ασία και την Ελλάδα. Απέναντι τους η ανθρωπότητα παραμένει ανυπεράσπιστη από κάθε άποψη. Η διεθνής κοινότητα εγκλωβισμένη στο επικοινωνιακό «παιχνίδι» των κλιματικών αλλαγών αδυνατεί να θέσει ορθολογικούς στόχους και προτεραιότητες. Οι κίνδυνοι που συνοδεύουν τις φυσικές καταστροφές μπορούν να μειωθούν και η διαχείριση των σχεδίων κρίσεων να γίνει αποτελεσματικότερη. Είναι καιρός τόσο το διαθέσιμο γνωσιακό και επιστημονικό κεφάλαιο, όσο και οι κοινωνικές δυνάμεις να επαναπροσδιορίσουν τις επιλογές τους στην κατεύθυνση αυτή. Η εφαρμογή στρατηγικής για την μείωση του καταστροφικού κινδύνου από τις γεωλογικές καταστροφές αποτελεί επιτακτική ανάγκη.

Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2011

Το ΙΓΜΕ, φορέας εγγύησης και αξιοπιστίας για την ορθολογική αξιοποίηση και την βιώσιμη ανάπτυξη του ορυκτού πλούτου της χώρας

Συμμετοχή στις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες
Η διαχρονική αξιοποίηση των Ορυκτών Πρώτων Υλών (ΟΠΥ) έχει συμβάλλει καθοριστικά στην κοινωνική και πολιτιστική εξέλιξη του ανθρώπου. Ακόμη και σήμερα, στην περίοδο της μετα-βιομηχανικής εποχής, η εκμετάλλευση των ΟΠΥ εξυπηρετεί σε μεγάλο βαθμό καθημερινές αλλά και γενικότερες ανάγκες των πολιτών, και συνεισφέρει στην περαιτέρω οικονομική ανάπτυξη και πρόοδο. Η διαρκώς αυξανόμενη ζήτησή τους αποτελεί σταθερή προστιθέμενη αξία για το μέλλον. Παρά το γεγονός αυτό τόσο η Ελλάδα, όσο και η Ε. Ε. στερούνται συγκεκριμένης μεταλλευτικής στρατηγικής και πολιτικής. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα περιοχές με μεγάλο κοιτασματολογικό ενδιαφέρον για την Ευρώπη, να δεσμεύονται σε άλλες χρήσεις γης, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Με την εξέλιξη αυτή, προβλέπεται στις επόμενες δεκαετίες, να βρεθεί απροστάτευτη απέναντι στον έντονο και συχνά αθέμιτο παγκόσμιο ανταγωνισμό, καθώς και εξαρτημένη σε θέματα παραγωγής και διάθεσης ΟΠΥ (π.χ. το φαινόμενο της Κίνας). Η μεταλλευτική βιομηχανία καλείται να αξιοποιήσει έγκαιρα τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για την ορθολογικότερη χρήση γης, ESDP (European Spatial Development Perspective) και INSPIRE (Infrastructure for Spatial Information in Europe, www.inspire.net) καθώς και GMES (Global Monitoring For Environment and Security, www.gmes.info), με στόχο τη δημιουργία ευνοϊκών χωροταξικών συνθηκών για τις περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος. Την ίδια στιγμή, με την είσοδο του 21ου αιώνα, οι στρατηγικές επιλογές της Ένωσης για βιώσιμη ανάπτυξη, επιδιώκουν να ρυθμίσουν τις συχνά αντικρουόμενες σχέσεις της οικονομικής προόδου με την απασχόληση και την προστασία του περιβάλλοντος. Βασικό ζητούμενο είναι η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και η βελτίωση της ποιότητας ζωής. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή από την πλευρά της με επικεφαλής την Δ/νση Περιβάλλοντος, συντάσσει σχετική οδηγία που αναφέρεται στην οριοθέτηση Θεματικών Στρατηγικών για την Βιώσιμη Εκμετάλλευση των Φυσικών Πόρων, κύριο αντικείμενο των οποίων είναι οι ΟΠΥ (Towards Thematic Strategy on the Sustainable Use of Natural Resources http: //ec.europa.eu /environment //natres). Ολοκληρώνεται επίσης η πρωτοβουλία σύστασης καθώς και τελικής αποδοχής από την Κοινότητα, της Ευρωπαϊκής Τεχνολογικής Πλατφόρμας για την Βιώσιμη Εκμετάλλευση των Φυσικών Πόρων ( European Technology Platform for Sustainable Mineral Resources, ETP-SMR, www.etp-smr.org), με στόχο την προβεβλημένη ένταξη θεματικών αντικειμένων και πεδίων που σχετίζονται με τις ΟΠΥ στο 7ο Πρόγραμμα Πλαίσιο αλλά και στις στρατηγικές επιλογές της ευρωπαϊκής μεταλλευτικής βιομηχανίας.

Το ΙΓΜΕ (που, με συνοπτικές διαδικασίες και έλλειμμα ορθολογιστικών χειρισμών, τελεί σήμερα υπό κατάργηση) συμμετείχε στις παραπάνω διαδικασίες και ανέλαβε συγκεκριμένες κοιτασματολογικές και μεταλλευτικές πρωτοβουλίες που συνέβαλλαν καθοριστικά στην ενίσχυση του στρατηγικού ρόλου και της βιωσιμότητας των ελληνικών και ευρωπαϊκών ΟΠΥ. Στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας για τις Πρώτες Ύλες και τη Βιώσιμη Πρόσβαση και Εκμετάλλευση ευρωπαϊκών ΟΠΥ, επιστήμονες του ΙΓΜΕ αποτελούν ενεργά μέλη στις Ομάδες Εργασίας «Βέλτιστων Πρακτικών σε θέματα χρήσεων γης, μεταλλευτικής νομοθεσίας και γεωλογικής γνώσης» (http: // ec. europa.eu / enterprise / policies / raw – materials / files / best-practices / sust - full-report_en. pdf) και «Κρίσιμων Ορυκτών για την Ευρώπη» (http: // ec.europa.eu / enterprise / policies / raw materials / critical / index_en.htm) που κατέληξαν ότι στα βασικά συμπεράσματα περιλαμβάνονται,
• η ανάγκη για την ανάδειξη ευρωπαϊκής πολιτικής και στρατηγικής για τις ΟΠΥ που θα διασφαλίζει την επαρκή διάθεση ορυκτών τόσο από εισαγωγές αλλά κυρίως από ενδογενείς πηγές
• η ανάγκη για την καθιέρωση συγκεκριμένων εθνικών, περιφερειακών και τοπικών πολιτικών που θα διασφαλίζουν την πρόσβαση σε γεωλογικά αποθέματα ΟΠΥ με κοιτασματολογικό ενδιαφέρον
• η ανάγκη προώθησης πολιτικών χρήσεων γης που λαμβάνουν υπόψη τους τις περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος
• η ανάγκη υιοθέτησης βέλτιστων πρακτικών στις χρονικές και γραφειοκρατικές διαδικασίες αδειοδότησης κυρίως στις περιπτώσεις που αφορούν σημαντικές επενδυτικές δραστηριότητες
• η επιλογή 14 κρίσιμων ΟΠΥ για την Ευρώπη μεταξύ των 41 που αρχικά αξιολογήθηκαν. Αυτά είναι τα Sb (Αντιμόνιο), Be (Βηρύλλιο), Co (Κοβάλτιο), Ga (Γάλλιο), Ge (Γερμάνιο), In (Ίνδιο), Mg (Μαγνήσιο), Nb (Νιόβιο), PGE (Πλατινοειδή μέταλλα), REE (Σπάνιες γαίες), Ta (Ταντάλιο), Sn (Κασσίτερος), φθορίτης, γραφίτης.
Η εφαρμογή της ΠΠΥ αποτέλεσε αντικείμενο δημόσιας διαβούλευσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο (http: // ec.europa.eu / enterprise / policies / raw-materials / public-consultation / index_en.htm με την συμμετοχή επίσης του ΙΓΜΕ.

Ένταξη των ΟΠΥ στην στρατηγική «Ευρώπη 2020»

Οι ΟΠΥ αποτελούν επίσης βασικό αντικείμενο και κυρίαρχο αναπτυξιακό στόχο της νέας ευρωπαϊκής στρατηγικής για την καινοτομία με ορίζοντα το 2020 (Europe 2020- Flagship Initiative Innovation Union, COM 1161/2010, http: // ec.europa.eu / research / innovation-union /pdf / innovation -union communication_en.pdf). Βασική επιλογή αλλά και πρόκληση είναι η Ευρώπη να αξιοποιήσει αποτελεσματικότερα και να διαχειρισθεί με βιώσιμο τρόπο τις πρώτες ύλες που διαθέτει στο σύνολο της παραγωγικής λειτουργίας. Στην κατεύθυνση αυτή έρχεται να συμβάλλει η πρωτοβουλία της Σύμπραξης για την Καινοτομία- European Innovation Partnership (A resource-efficient Europe Flagship initiative under the Europe 2020 Strategy: Tackling the challenges in commodity markets and on raw materials-COM 25/2011- ec.europa.eu/resource-efficient-europe). Στις βασικές επιδιώξεις περιλαμβάνονται η ανάπτυξη και εφαρμογή νέων φιλικών στο περιβάλλον τεχνολογιών κοιτασματολογικής έρευνας, εξόρυξης, τεχνικού εμπλουτισμού και διαχείρισης αποβλήτων έτσι ώστε η παραγωγική εκμετάλλευση και βιώσιμη χρήση των ΟΠΥ να ολοκληρώνει και να κλείνει με αποτελεσματικό τρόπο τον κύκλο ζωής τους. Η ανακύκλωση των αποβλήτων εξόρυξης, εμπλουτισμού και μεταλλουργίας είναι θέμα αξιοποίησης δευτερογενών κοιτασματολογικών πηγών. Το ΙΓΜΕ συμμετείχε τόσο στην διαμόρφωση των αντικειμένων των συμπράξεων όσο και στην σύνταξη προτάσεων πιλοτικών έργων με έμφαση στην αξιοποίηση των κρίσιμων ΟΠΥ π.χ. Σπάνιες Γαίες.

Δημιουργία δημόσιας περιουσίας με τις ΟΠΥ

Η ελληνική εξορυκτική δραστηριότητα αποτελεί σημαντικό οικονομικό τομέα της χώρας με διαχρονική συμμετοχή στην αναπτυξιακή διαδικασία. Αποτελεί ακόμη δομικό στοιχείο απαραίτητο για την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη πολλών άλλων κλάδων της εθνικής οικονομίας, προμηθεύοντας πρώτες ύλες για τις ανάγκες της ελληνικής βιομηχανίας ευρύτερα αλλά και της καθημερινής ζωής. Η κοιτασματολογική βιωσιμότητα πλουτοπαραγωγικών ορυκτών διασφαλίζει την διάθεση απαραίτητων πρώτων υλών για την χώρα και τις διεθνείς αγορές, ενισχύει την ανταγωνιστικότητα τους για να αντιμετωπίσουν τις νέες προκλήσεις και διευρύνει παραπέρα τις αναπτυξιακές τους δυνατότητες και προοπτικές. Στην κατεύθυνση αυτή συμβάλλουν καθοριστικά η ολοκληρωμένη γεωλογική γνώση, οι καινοτόμες τεχνολογίες κοιτασματολογικής έρευνας και το υψηλό επίπεδο επαγγελματικής εκπαίδευσης, θέματα στα οποία η παρουσία του ΙΓΜΕ αποτελεί εγγύηση για την αξιόπιστη και αποτελεσματική εφαρμογή τους.

H αξιοποίηση του ελληνικού ορυκτού πλούτου αποτελεί κυρίαρχη αναπτυξιακή επιλογή και επενδυτική προτεραιότητα. Είναι ευρύτερα γνωστό σήμερα (κύρια από έρευνες του ΙΓΜΕ, που ενώ έχει δημιουργήσει αξιόλογη δημόσια περιουσία, περιλαμβάνεται σήμερα στους υπό κατάργηση οργανισμούς του μεσοπρόθεσμου) ότι η χώρα διαθέτει βεβαιωμένα αποθέματα ΟΠΥ με σημαντικό μεταλλευτικό περιεχόμενο και οικονομική αξία. Υπάρχουν επίσης περιοχές με νέα δυναμικά αποθέματα κοιτασμάτων. Η εκμετάλλευση των ορυκτών πρώτων υλών είναι πλουτοπαραγωγική πρόκληση και ευκαιρία, και μπορεί να συμβάλλει στην οικονομική πρόοδο. Η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου προσφέρει πολλές και σημαντικές θέσεις εργασίες, σε ένα γενικότερο περιβάλλον ανεργίας, ενώ ενισχύει την προοπτική επαγγελματικής αποκατάστασης πολλών «καταδικασμένων» σήμερα πτυχίων ανώτατης εκπαίδευσης (για παράδειγμα η μεταλλευτική «Άνοιξη» στον Καναδά, Αυστραλία, Σκανδιναβία συνοδεύεται από μεγάλη ζήτηση γεω-επιστημόνων). Ο κοινωνικός πυλώνας της ΒΑ περιλαμβάνει επίσης την κοινωνική συνοχή και συναίνεση από πλευράς τοπικών κοινωνιών. Σε πρόσφατη έκθεση σχετικής ευρωπαϊκής επιτροπής αναφέρεται ότι οι απόψεις και προτάσεις των τοπικών κοινωνιών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να είναι καθοριστικές για την τελική απόφαση παραγωγικής εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου. Η περιβαλλοντική διάσταση δηλαδή, με άλλα λόγια η ποιότητα ζωής, αποτελεί σημαντική και αναπόσπαστη παράμετρο κάθε ανθρωπογενούς δραστηριότητας. Οι επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον συνοδεύουν κάθε είδους παραγωγική / βιομηχανική δραστηριότητα. Το ζητούμενο λοιπόν είναι να εφαρμοσθούν τεχνολογίες, να αναδειχθούν αξιόπιστοι μηχανισμοί παρακολούθησης και να τηρηθούν κανόνες για να ελαχιστοποιηθούν, και όπου είναι δυνατόν, να εκμηδενισθούν οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι και απειλές. Η «ευρωποποίηση» του περιβάλλοντος έχει φέρει και θέσει σε εφαρμογή την θέσπιση αυστηρών μέτρων για την προστασία του εξορυκτικού και μεταλλευτικού περιβάλλοντος. Η απόλυτη τήρηση των περιβαλλοντικών όρων που επιβάλλονται εγγυώνται ασφαλή λειτουργία της μεταλλευτικής παραγωγής, και θωρακίζουν το περιβάλλον και τον άνθρωπο από «εν δυνάμει» απειλές και επιπτώσεις.

Οδικός χάρτης βιώσιμης ανάπτυξης των ΟΠΥ

Βασικός προσανατολισμός και προορισμός ενός ευρύτερα αποδεκτού οδικού χάρτη είναι η κοιτασματολογική αναβάθμιση και ολοκληρωμένη αποθεματική διαχείριση του ελληνικού ορυκτού πλούτου, η ανάδειξη και εφαρμογή συγκεκριμένων αναπτυξιακών πολιτικών και τεχνολογικών εργαλείων και η τήρηση όρων και δεικτών σχετικών με την βιώσιμη εκμετάλλευση των ΟΠΥ. Στην κατεύθυνση αυτή κύρια επιδίωξη είναι η συνθετική αξιολόγηση και παροχή αξιόπιστων επιστημονικών και αναπτυξιακών δεδομένων σχετικά με το κοιτασματολογικό δυναμικό των ΟΠΥ και ειδικότερα των Μη Ενεργειακών ΟΠΥ (ΜΕΟΠΥ) με αποδέκτες δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς χωροταξικού σχεδιασμού, επενδυτικού προγραμματισμού και κοινωνικού ενδιαφέροντος. Προκύπτουν προσεγγίσεις και διακρίνονται επιμέρους,

Επιστημονικοί στόχοι
 Ανάπτυξη και εφαρμογή ενός αξιόπιστου συστήματος αποτίμησης των ελληνικών ΜΕΟΠΥ, βάση της υφιστάμενης γνώσης και επιμέρους μελετών.
 Αξιολόγηση της σημερινής κατάστασης της ελληνικής μεταλλευτικής βιομηχανίας, σε σχέση με τις ευρωπαϊκές και διεθνείς εξελίξεις. Η σημασία των ΟΠΥ στην εθνική οικονομία και την περιφερειακή ανάπτυξη (μελέτη κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων). Προβλήματα και προοπτικές αξιοποίησης νέων αποθεμάτων.
 Ανάπτυξη και εφαρμογή ενός ελεγχόμενου, πρακτικού και αποτελεσματικού εργαλείου για την ένταξη επιλεγμένων κοιτασματολογικών περιοχών σε υφιστάμενα πλαίσια χωροταξικού σχεδιασμού, και την προώθηση ορθολογιστικών διαδικασιών και αποφάσεων για τις χρήσεις γης.
 Σύνθεση αντιπροσωπευτικών «οδηγών» μεταλλευτικής παραγωγής σε εναρμόνιση και σύμφωνα με ευρωπαϊκούς κανόνες διαχείρισης των ΜΕΟΠΥ.
 Δημιουργία και διάθεση επιστημονικού υποβάθρου για την λήψη ορθολογικότερων τεχνολογικών επιλογών κοιτασματολογικής έρευνας και πολιτικών αποφάσεων σε θέματα εντοπισμού και αξιοποίησης ΜΕΟΠΥ.

Κοινωνικό-οικονομικοί στόχοι
Είναι φανερό ότι οι ΟΠΥ θα παίξουν σημαντικό ρόλο στην μελλοντική ανάπτυξη της χώρας. Από την άλλη πλευρά η έλλειψη πολιτικών ορθολογικής και ολοκληρωμένης κοιτασματολογικής διαχείρισης μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τις δυνατότητες βιώσιμης αξιοποίησης και διάθεσής τους για τις μελλοντικές γενιές. Από κάθε άποψη το προτεινόμενο έργο θα συμβάλλει θετικά στα παρακάτω θέματα :

 Αποτύπωση όλων των βεβαιωμένων και των δυνατών γεωλογικών αποθεμάτων σε σχετικούς κοιτασματολογικούς και προγνωστικούς χάρτες.
 Προσέγγιση συστηματικότερης αποτίμησης που συγκεκριμενοποιεί τις προϋποθέσεις και τους όρους εκμετάλλευσης αλλά και γενικότερης διαχείρισης των ΟΠΥ (ειδικότερα των ΜΕΟΠΥ), και συμβάλλει στην βραχυ – και μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη της Περιφέρειας και των τοπικών κοινωνιών.
 Ανάδειξη και επιλογή των αποκαλούμενων «κρίσιμων» ΜΕΟΠΥ, σε σχέση με το ευρωπαϊκό και παγκόσμιο οικονομικό ενδιαφέρον, που θα οδηγήσει στην διαμόρφωση μακροπρόθεσμης στρατηγικής για την ελληνική μεταλλευτική βιομηχανία.
 Συμβολή στην άρση «εν δυνάμει» και την αποφυγή μελλοντικών συγκρούσεων για θέματα χρήσης γης.
 Διασφάλιση και ενίσχυση της κοινωνικής προόδου και βελτίωση της ποιότητας ζωής.
 Διαφύλαξη της δημόσιας υγείας, εργασιακής ασφάλειας και προστασίας του περιβάλλοντος.
 Παροχή διαχρονικών οικονομικών και διαχειριστικών αναλύσεων των ελληνικών ΟΠΥ σε σχέση με τις αντίστοιχες εξελίξεις σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο.

Επικοινωνιακοί στόχοι
 Εφαρμογή ενός απόλυτα διαφανούς συστήματος μεταλλευτικής πληροφόρησης, στην υπηρεσία των τοπικών κοινωνιών, της βιομηχανίας και των ιδιοκτητών γης, με στόχο την βελτίωση της κοιτασματολογικής διαχείρισης των ΟΠΥ και την ενθάρρυνση της οικονομικής ανάπτυξης.
 Δημιουργία και λειτουργία ενός ενεργού επιστημονικού και διαχειριστικού δικτύου που οριοθετεί, προβλέπει και τοποθετεί σε συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα, τις μελλοντικές αναπτυξιακές δυνατότητες των ΟΠΥ, με έμφαση στις ΜΕΟΠΥ.
 Δημόσιος διάλογος, στο πλαίσιο της βιώσιμης ανάπτυξης με βασικούς συντελεστές τις απαιτήσεις για εταιρική ευθύνη την κοινωνική συναίνεση. Ανοικτή επικοινωνιακή αναφορά στους ενδεχόμενους κινδύνους.

Επενδυτικοί στόχοι

 καθιέρωση και εδραίωση ορθολογιστικής προσέγγισης σε σχέση με την συχνά στρεβλή παραγωγική και κοινωνική αντίληψη που υπάρχει ή καλλιεργείται για την αξιοποίηση των ΟΠΥ.
 εκμετάλλευση, διαχείριση και χρήση των ΟΠΥ, με έμφαση στις ΜΕΟΠΥ, στο πλαίσιο μιας βιώσιμης και δυναμικής οικονομικής ανάπτυξης.
 περιβαλλοντική διάσταση στο πλαίσιο συστηματικής ανάλυσης, παρακολούθησης και ελέγχου των «εν γένει» επιπτώσεων.
 κοιτασματολογική καταγραφή των στρατηγικών ΜΕΟΠΥ με σαφή περιφερειακό, εθνικό και ευρωπαϊκό προσανατολισμό, αλλά και έρευνα-αναζήτηση αντίστοιχων κοιτασματολογικών στόχων με προτεραιότητα,
o στις ΜΕΟΠΥ για τις οποίες εξαντλούνται τα αποθέματα και αυξάνεται η ζήτηση
o στους μεταλλοφόρους τύπους με μεγάλη πιθανότητα κοιτασματολογικού εντοπισμού στην Ελλάδα και έντονο οικονομικό/επενδυτικό ενδιαφέρον
o στις κοιτασματολογικές περιοχές για τις οποίες δεν παρατηρείται καταρχήν σύγκρουση συμφερόντων με άλλες χρήσεις γης
 τεχνογνωσιακή πρόοδος, με βάση την επιστημονική έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη, και την δημιουργία σχετικής βάσης στατιστικών δεδομένων.